Κατσαρός λέγομαι επίθετον παραληφθέν από ετών ποιητής το επάγγελμα στίχων κι’ ακόμα ποιητής ωδών και τραγουδιών. Ας πω και για μένα όπως ρήτωρ για την Μαρία από άμβωνα κρητικόν. Όχι ποιος είμαι και τι ζητώ αλλά τι κάνω μία μέρα.
Πιστέψατέ με ξυπνώ σε σεντόνια όπου τα υφαίναν ειδικώς για ηδονή και πλένω το πρόσωπό μου.
Μετά περπατώ σε αλλέες πάρκα δρόμους καφετηρίες μετά μπαίνω σε τρόλεϋ λεωφορεία τραίνα και εστιατόρια θαυμάζω κότες ψητές ίστερ λαμ πομ ντε τερ βόδια αρνιά αρακά κατάλογοι μαγειρείων ρεστωράν και γράφω: 0 + 0 = 0. Πιστέψατέ με γράφω ποιήματα όπως αυτό το βιβλίο και το άλλο και πάω στο σινεμά βλέπω το έργο βλέπω το γήπεδο βλέπω τη σκηνή θεάτρου.
Το βράδυ πάντα γράφω επιστολές σε φίλους εραστές και γυναίκες με χρυσά φύλλα συκής ντροπής και αργά τα μεσάνυκτα κοιμάμαι τέλειωσε η ημέρα έζησα και διηγούμαι σαν ποιητής και γω για μένα.
Τι να προσθέσω, ότι όλη η μέρα είχε από μένα κατέβει ότι ο ήλιος έλαμπε και ότι έζησα σαν Ντενίσοβιτς μια μέρα;
Αν είναι περίεργη τότε φορέστε μια κάπα και όλοι, ας κατεβείτε επιτέλους να ζήσετε πάλι αυτή τη δική μου μέρα.
Κατσαρός λέγομαι Πιστέψτε με, δεν θα με συναντήσετε.
Ο Μιχάλης Κατσαρός, χαρακτηριστικός ποιητής της α’ μεταπολεμικής γενιάς, γεννήθηκε το 1919 στην Κυπαρισσία, αλλά από το 1945 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του.
Αριστερός στις πολιτικές πεποιθήσεις του, έλαβε κατά τη διάρκεια της Κατοχής μέρος στην Αντίσταση. Άσκησε πολλά περιστασιακά επαγγέλματα και πέρασε αρκετά χρόνια κάτω από δύσκολες συνθήκες διαβίωσης.
Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1946 με το ποίημα σε παραδοσιακή μορφή «Το Μπαρμπερίνικο καράβι», στο 37ο τεύχος του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα.
Μολονότι εξέδωσε 15 ποιητικές συλλογές (από το 1949 έως το 1997), ο Κατσαρός είναι ουσιαστικά ποιητής ενός μόνο βιβλίου, της συλλογής Κατά Σαδδουκαίων (1953), το οποίο αρκεί, ωστόσο, να τον χαρακτηρίσει σπουδαίο ποιητή.
Η ποιητική παραγωγή του θα μπορούσε να χωριστεί σε δύο φάσεις, που διακρίνονται μεταξύ τους με ένα μεγάλο διάστημα σιωπής. Η πρώτη περιλαμβάνει τα 3 πρώτα βιβλία του, από το 1949 έως το 1956 (ή λίγο αργότερα με κάποιες δημοσιεύσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά), και η δεύτερη το διάστημα από το 1975 μέχρι το 1997, που περιλαμβάνει τα υπόλοιπα 12 βιβλία του.
Το κορυφαίο έργο του, η συλλογή Κατά Σαδδουκαίων, περιλαμβάνει 19 ποιήματα και είναι όχι μόνο το σημαντικότερο του Κατσαρού βιβλίο, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα της μεταπολεμικής μας ποίησης.
Ο λόγος του Κατσαρού είναι ρητορικός και διδακτικός, κριτικός και επαναστατικός, αλληγορικός και ενίοτε προφητικός. Αμφισβητώντας τα πάντα και ωθώντας προς μιαν εξέγερση, στοχεύει στην ουτοπία, στην απόλυτη ελευθερία και στο αυτεξούσιο του ανθρώπου. Ο ποιητής επαγγέλλεται μια επανάσταση άνευ ορίων και άνευ όρων, μια επανάσταση που θα οδηγήσει στην κατάργηση όλων των καθεστώτων, στην κατάργηση της πάσης μορφής εξουσίας, μια επανάσταση που θα οδηγήσει σε μια κοινωνία χωρίς δικαστές και χωροφύλακες, χωρίς ρήτορες και αυλοκόλακες, σε μια κοινωνία που τα μέλη της θα απολαμβάνουν απόλυτη εσωτερική Ελευθερία. Ο ποιητής, λοιπόν, αντιστάθηκε δίνοντας όραμα. Ύψωσε θεριό τη φωνή του ενάντια σε κάθε τείχος που δημιουργούσε περιορισμούς. Δεν εκφυλίστηκε σε αγοραίο ρήτορα, δεν ξέπεσε και δεν αφομοιώθηκε, δεν υποτάχθηκε στην τρομερή εξουσία – καμιάς μορφής. Ανάμεσα στη ζωή και το έργο του υπήρχε μέχρι τέλους μια θαυμαστή συνέπεια, που σπάνια συναντάμε σε ομοτέχνους του. Δε μετέπλαθε μόνο το βίωμα σε ποίηση, ζούσε και την ποίηση με την ένταση του βιώματος.
Ο ποιητής ένιωθε γέννημα θρέμμα των απανταχού καταπιεσμένων, των απανταχού εξεγερμένων. Δεν ανήκε στους δήθεν, σ’ αυτούς που παριστάνουν τους επιδρομείς. Το μοναδικό λάβαρο που σήκωσε ήταν αυτό της Ελευθερίας.
Η καθολική αυτή αντίσταση του Κατσαρού, η αδυναμία και η απροθυμία του να υποταχθεί σε οποιαδήποτε σύμβαση, τον οδήγησαν σε μια εμφανή διαφορετικότητα. Και το αντίτιμο αυτής της διαφορετικότητας το πλήρωσε ακριβά με τη μοναξιά του. Ο ποιητής υπήρξε ένας μάρτυρας με θέληση καταπατημένη, που έζησε από πολύ νωρίς σε μια βαθειά αλλά ιδιαίτερη μοναξιά.
Όσα διαβάσατε ανωτέρω για τη ζωή και το έργο του Μιχάλη Κατσαρού προέρχονται από κείμενο του ηλείου ποιητή, πεζογράφου και κριτικού Στάθη Κουτσούνη, που είχε περιληφθεί, εν είδει εισαγωγής, στο αφιέρωμα που είχε ετοιμάσει για τον Κατσαρό το περιοδικό Οροπέδιο του επίσης ηλείου Δημήτρη Κανελλόπουλου (τεύχος 13, χειμώνας 2013).
Ο τιμηθείς με Κρατικό Βραβείο Ποιήσεως (1983) Μιχάλης Κατσαρός έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών, το πρωί του Σαββάτου 21 Νοεμβρίου 1998, στο 251 ΓΝΑ, όπου νοσηλευόταν.