Όταν η Nιλ Άνταμς είδε τον σύζυγό της Στιβ ΜακΚουίν να τη σημαδεύει με ένα όπλο στο κεφάλι, κατάλαβε ότι είχε πέσει θύμα της γοητείας του, όπως και όλοι οι άλλοι.
Η Άνταμς αφέθηκε στο σεξ απίλ του βασιλιά του cool που κατάφερε να την σαγηνεύσει με την ατίθαση προσωπικότητα του αντιήρωα, και τώρα πλήρωνε το τίμημα. Γιατί η αλήθεια είναι ότι αυτός ο εμβληματικός σταρ των δεκαετιών του 1960 και 1970, ήταν επίσης ένας από τους πιο κακοποιητικούς, χειριστικούς και σκληρούς ανθρώπους που είχε γνωρίσει. Ήταν ο άνδρας της.
Αθεράπευτος γυναικάς και φανατικός κυνηγός του κινδύνου και της περιπέτειας, ο Στιβ ΜακΚουίν πέρασε με φόρα στη στρατόσφαιρα των θρύλων μετά τον πρόωρο θάνατο του.
Μετρώντας περίπου 30 χρόνια κινηματογραφικής πορείας ο ΜακΚουίν κατάφερε να καταστεί ένα ξεχωριστό είδωλο, με τις μοναδικές του ερμηνείες ως αντισυμβατικός αντιήρωας, συνδυάζοντας το απαράμιλλο στυλ με τη διαπεραστική του ματιά.
Ο ηθοποιός που λατρεύτηκε από τους κινηματογραφόφιλους σε όλο τον κόσμο και κουβαλούσε την ηθοποιία στα μάτια του -έτσι έλεγε ο Σαμ Πέκινπα, που τον σκηνοθέτησε και στην πασίγνωστη περιπέτεια Ήταν Δυο Φυγάδες- ήταν πολλά περισσότερα από αυτά που ήθελε να δείξει. Βασανισμένη ζωή, δύσκολα παιδικά χρόνια και ακόμη πιο δύσκολες σχέσεις με το σινάφι του.
Με αφορμή τα 45 χρόνια από τον ξαφνικό θάνατό του Στιβ ΜακΚουίν που πέθανε στις 7 Νοεμβρίου 1980, σε ηλικία μόλις 50 ετών, αυτή είναι η ιστορία του βασιλιά του cool και ο αντίλογος που σπάνια ακούγεται.
Γεννημένος μόνος
Ο Στιβ ΜακΚουίν γεννήθηκε από ανύπαντρη και αλκοολική μητέρα στις 24 Μαρτίου του 1930 στο Μπιτς Γκρόουβ της Ιντιανάπολις, ενώ ο πατέρας του, ένας κασκαντέρ σε τσίρκο, κάνοντας τον περίφημο «γύρο του θανάτου», θα τον εγκαταλείψει σε ηλικία έξι μηνών.
Η μητέρα του πάμφτωχη και με αρκετά ψυχολογικά προβλήματα, θα τον εγκαταλείψει στους γονείς της, που θα τον μεγαλώσουν στο αγρόκτημά τους.
Ο νεαρός ΜακΚουίν θα αποκτήσει ένα κόκκινο τρίκυκλο ποδήλατο, που θα πυροδοτήσει μελλοντικά το πάθος του για τους αγώνες αυτοκινήτων, ενώ ο αγαπημένος του θείος Κλοντ θα του κάνει δώρο ένα χρυσό ρολόι τσέπης – ακόμη ένα πάθος σε όλη του τη ζωή.
Δυσλεξικός και χωρίς καλή ακοή λόγω μίας λοίμωξης στο αυτί, ο ΜακΚουίν δεν θα προσαρμοστεί στο σχολείο, θα έχει προβλήματα με τους εραστές της μητέρας του, ενώ κάποιος απ’ αυτούς τον χτύπησε τόσο πολύ και τον ανάγκασε να φύγει από το σπίτι και να ζήσει στους δρόμους.
Πριν ακόμη κλείσει τα 12 χρόνια του, θα μπλέξει με συμμορίες, θα κάνει μικροκλοπές, ληστείες αυτοκινήτων και μέχρι τα 16 του χρόνια θα μπαινοβγαίνει στα αναμορφωτήρια.
Είναι απορίας άξιον πως ο ΜακΚουίν θα βρεθεί στο Χόλιγουντ και όχι σε κάποιο κελί φυλακής, μετά τα εφηβικά του χρόνια.
Σε ηλικία 17 χρόνων, θα καταταχθεί στους πεζοναύτες, ακόμη μία μεγάλη περιπέτεια της ζωής του, που αποδείχθηκε χρήσιμη, καθώς παρότι θα τιμωρηθεί πάμπολλες φορές, θα φύγει με ψηλά το κεφάλι και παρασημοφορημένος. Όπως θα παραδεχθεί και ο ίδιος «οι πεζοναύτες με έκαναν άνθρωπο».
Το 1952, αφήνοντας πίσω του την εμπειρία του στρατού, θα σπουδάσει υποκριτική στη Νέα Υόρκη, ενώ θα έχει ως δασκάλα και την Στέλλα Άντλερ. Το πάθος του, για τις μηχανές και τα αυτοκίνητα, θα του χαρίσει τα πρώτα χρήματα, συμμετέχοντας σε αγώνες.
Ταυτόχρονα, θα ξεκινήσει να παίζει και δευτερεύοντες ρόλους σε θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Τα φυσικά του εφόδια θα τραβήξουν το ενδιαφέρον και θα έχει μία μικρή συμμετοχή σε φιλμ του Ρόμπερτ Γουάιζ, ενώ μετά από λίγο θα πρωταγωνιστήσει και στο αστυνομικό θρίλερ Ριφιφί στο Σεν Λούις.
Η δεκαετία του ‘60 θα μπει με τον καλύτερο τρόπο για τον ΜακΚουίν, καθώς θα επιλεχθεί από τον Στάρτζες για έναν σημαντικό ρόλο στο εξαιρετικό και φημισμένο γουέστερν Και οι Επτά Ήταν Υπέροχοι, όπου θα δείξει την υποκριτική του ευφυΐα και θα κάνει τον πρωταγωνιστή Γιουλ Μπρίνερ να διαμαρτυρηθεί, καταλαβαίνοντας ότι του κλέβει τη δόξα.
Θα ακολουθήσουν κάποιες πολεμικές περιπέτειες, μέχρι να έρθει η κλασική Μεγάλη Απόδραση, στην οποία και πάλι ο Στάρτζες θα του εμπιστευτεί, αυτή τη φορά, τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Μια ταινία για τη μαζική απόδραση από γερμανικό στρατόπεδο αιχμαλώτων, με τον ΜακΚουίν να ηγείται ενός ευπρόσωπου καστ, να εξασφαλίζει την ιδιότητα του σούπερ σταρ και να κερδίζει το βραβείο πρώτου ρόλου στο Διεθνές Φεστιβάλ της Μόσχας.
Αδιαμφισβήτητος σούπερ σταρ πλέον, ο ΜακΚουίν θα επιλέξει να παίξει στη ρομαντική κομεντί του Ρόμπερτ Μάλιγκαν Αγάπησα Έναν Ξένο, έχοντας δίπλα του την υπέροχη Νάταλι Γουντ, ενώ το 1965 θα πρωταγωνιστήσει στην έξοχη δραματική περιπέτεια του Νόρμαν Τζούισον Ο Χαρτοπαίχτης, έχοντας να ανταγωνιστεί τον Έντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον, όχι μόνο σε μία παρτίδα πόκερ, αλλά και σε έναν ιδιότυπο ερμηνευτικό συναγωνισμό.
Μια ταινία που θα απλώσει το αστραφτερό τόξο της ερμηνευτικής του δεξιοτεχνίας, καθώς πλέον είναι και ο μεγάλος ήρωας των ηττημένων.
Μετά το γοητευτικότατο γουέστερν Νεβάδα Σμιθ του Χένρι Χάθαγουεϊ, θα πρωταγωνιστήσει στο αντιπολεμικό δράμα του Ρόμπερτ Γουάιζ, Τα Βότσαλα της Άμμου, στον ρόλο ενός επαναστατικού αρχικελευστή, για τον οποίο θα είναι και υποψήφιος για το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.
Μπορεί να μην πήρε το Όσκαρ, θα πάρει όμως τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο συγκλονιστικό αστυνομικό νεονουάρ Μπούλιτ, μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του, έχοντας δίπλα του την Ζακλίν Μπισέ.
Ναρκωτικά, ποτά, ηδονιστικά ξενύχτια
Η δεκαετία του ‘70 θα μπει ιδανικά για τον ΜακΚουίν, καθώς θα τον βρει πρωταγωνιστή σε αυτό που αγαπούσε από παιδί. Θα υποδυθεί στο Le Mans τον οδηγό αγώνων αυτοκινήτων, ένα ατμοσφαιρικό φιλμ, όπου οι διάλογοι είναι ελάχιστοι, αλλά η παρουσία του θα είναι καταλυτική.
Θα ακολουθήσει η τεράστια επιτυχία του Φρανκ Σάφλιν Ο Πεταλούδας, ένα επικό ανθρώπινο δράμα, μία από τις πιο λυτρωτικές στιγμές του σινεμά, ενώ λίγο πριν από το τέλος του θα πρωταγωνιστήσει και στο εξαιρετικό γουέστερν Τομ Χορν του Γουίλιαμ Γουάιαρντ, σε έναν ακόμη εμβληματικό πεσιμιστικό ρόλο, που προμήνυε το μεγάλο φινάλε μίας σπουδαίας καριέρας.
Ο Στιβ ΜακΚουίν, είχε όμως και μία δύσκολη ζωή, αποτέλεσμα ίσως και των φρικτών εμπειριών του ως παιδιού και εφήβου. Κάπνιζε τρία πακέτα τσιγάρα, έπινε σαν νεροφίδα και ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών («θα σκότωναν και ελέφαντα»), για να καταλαγιάζει τους προσωπικούς του δαίμονες.
Παρότι αθλητικός τύπος, κάτοχος της μαύρης ζώνης στο καράτε (γυμναζόταν με τον Μπρους Λι), θα ζήσει στα άκρα, θα συγκρουστεί με πολλούς, θα κυριευτεί από εμμονές – φοβόταν ότι θα τον σκοτώσουν, ειδικά μετά την ανακάλυψη του ονόματός του στη λίστα του Τσαρλς Μάνσον -, οι καταχρήσεις θα του διαλύσουν το μυαλό πολλές φορές, αλλά παρόλα αυτά οι γυναίκες θα τον λατρέψουν.
Θα παντρευτεί τρεις φορές, αλλά θα αγαπήσει πραγματικά μόνο μία, τη γνωστή ηθοποιό Άλι ΜακΓκρόου. Ανάμεσα στους γάμους του και στα δυο παιδιά που θα αποκτήσει, θα έχει σχέσεις με πολλές γυναίκες, μεταξύ των οποίων και οι Άν Μάργκρετ, Ζακλίν Μπισέ, Σάρον Τέιτ και φυσικά τη συμπρωταγωνίστριά του στο αξέχαστο Υπόθεση Τόμας Κράουν, Φέι Ντάναγουεϊ.
Ο Στιβ ΜακΚουίν, που από το 1978 άρχισε να δίνει τη μάχη του με τον καρκίνο, μέχρι το τέλος της ζωής του στις 7 Νοεμβρίου του 1980, έζησε μια ζωή όπως τα πάθη του. Στο κόκκινο.
Ο αντίλογος
Βέβαια, μέσα στα χρόνια, πολλοί έχουν αναρωτηθεί αν έχει φτάσει η ώρα για να εκθρονιστεί ο βασιλιάς από τον θρόνο του. Ένα style icon από τα λίγα, ο Στιβ ΜακΚουίν, σε μια κουλτούρα που αποθεώνει το φαίνεσθαι, λατρεύεται συχνά για τα γυαλιά Persol, τις μπότες chukka και τα κοστούμια Brioni.
Στο Instagram, υπάρχουν 281.000 αναρτήσεις με το hashtag του και την περιγραφή που τον συνοδεύει, το κλασικό Βασιλιάς του Cool. Όμως τι σημαίνει να είσαι cool σήμερα και γιατί συνεχίζουμε να αγνοούμε την τοξική και βίαιη συμπεριφορά που κρυβόταν πίσω από τη φήμη του σταρ, αναρωτιέται το Jezebel.
Στο βιογραφικό ντοκιμαντέρ Είμαι ο Στιβ ΜακΚουίν (I Am Steve McQueen), ο Γκάρι Όλντμαν σχολιάζει πως χρονολογικά, «Υπήρχε ο Στιβ ΜακΚουίν, και μετά υπήρχε το cool». Δεν ισχύει. Μπορεί ο ΜακΚουίν να έγινε icon τη δεκαετία του εξήντα αλλά υπήρχαν και άλλα πρόσωπα, εξίσου αν όχι περισσότερο cool από αυτόν που είχαν προηγηθεί. Yπήρχε ο Μάιλς Ντέιβις, υπήρχε η Μερσέντες ΜακΚέιμπριτζ να στρίβει μόνη της τσιγάρο στην ταινία Lightning Strikes Twice, υπήρχαν άλλοι.
Βέβαια ο ΜακΚουίν πάντρεψε το προσωπικό στιλ με τον χαρακτήρα του, που ήταν «επαναστάτης, μυστηριώδης, ελκυστικός». Στην πραγματικότητα και ως χαρακτήρας, ήταν ο αουτσάιντερ που καθιέρωσε στην οθόνη. Ο ΜακΚουίν ήταν αντιήρωας και κακό παιδί, και εκτός πλατό. Γιατί δυστυχώς, μπορούσε και να συμπεριφέρεται αληθινά άσχημα.
Οι γάμοι του ΜακΚουίν ήταν γεμάτοι κατάχρηση ουσιών, ενδοοικογενειακή βία και απιστία. Απάτησε ανοιχτά τη σύζυγό του, Νιλ Άνταμς, με μια σειρά από θαυμάστριες, συναδέλφους και ιερόδουλες. Ωστόσο, ο ΜακΚουίν τη χαστούκισε επανειλημμένα και της έβαλε ένα γεμάτο όπλο στον κρόταφο μέχρι που εκείνη του είπε το όνομα του δικού της εραστή.
Αργότερα, την παρενόχλησε ώστε να κάνει κοκαΐνη, και όταν έμεινε έγκυος, αρνήθηκε να δεχτεί ότι το μωρό ήταν δικό του. «Με τρόμαξε», είπε εκείνη, πετώντας στο Λονδίνο για άμβλωση, πιστεύοντας ότι το αγέννητο παιδί της δεν θα επιβίωνε ούτως ή άλλως από τη σωματική του κακοποίηση.
Στα γυρίσματα της ταινίας Η Μεγάλη Απόδραση (The Getaway), το χτύπημα που έδωσε στην Άλι ΜακΓκρόου (η οποία έγινε η δεύτερη σύζυγός του) δεν ήταν προσχεδιασμένο.
Εκείνη δεν είχε συναινέσει στο να τη χτυπήσει και τα δάκρυα και η ταπείνωση του χαρακτήρα της ήταν στην πραγματικότητα δικά της. Αργότερα, ο ΜακΚουίν την ανάγκασε να σταματήσει να εργάζεται στο απόγειο της δικής της καριέρας στο Χόλιγουντ. «Ήταν τρομερά ανασφαλής και επικίνδυνος», είχε πει κάποτε. «Όταν ήταν καλός, ήταν πολύ, πολύ καλός, αλλά όταν ήταν κακός, ήταν φρικτός».
Η κατάχρηση ουσιών από τον ΜακΚουίν δεν υποδηλώνει απαραίτητα μια ανηθικότητα αλλά οι επιπτώσεις που είχε στον ήδη οργισμένο και με προβληματικό παρελθόν ηθοποιό ήταν καταλυτικές. Ήταν ο ΜακΚουίν θύμα του ηδονισμού των Swinging Sixties; Μήπως η κακοκποιητική συμπεριφορά και τοξική αρρενωπότητα του ήταν η εκτόνωση μιας ταραγμένης παιδικής ηλικίας; Ίσως. Έχει όμως πραγματικά σημασία;
Η παράλογη συμπεριφορά συμβάδιζε με ένα αφόρητα εύθραυστο «εγώ». Ο ΜακΚουίν κάποτε ζήτησε από τους σεναριογράφους να διασφαλίσουν ότι αυτός και ο Πολ Νιούμαν θα είχαν ακριβώς τον ίδιο αριθμό ατακών.
Παραδόξως, ο Πολ Νιούμαν ήταν πιστός στη σύζυγό του για 50 χρόνια και ένθερμος υποστηρικτής των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων και των πολιτικών δικαιωμάτων. Αναφέρεται ότι παραχώρησε μέρος του μισθού του για να γεφυρώσει τη διαφορά αμοιβής μεταξύ εκείνου και της πρωταγωνίστριάς του, Σούζαν Σαράντον. Διαδήλωσε στην Ουάσιγκτον με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Πού ήταν λοιπόν ο δικός του τίτλος ως Βασιλιάς του Cool;
Ο ΜακΚουίν ήταν ένα σύμβολο του σεξ, αλλά έχει επίσης καταλήξει να συμβολίζει ένα αρχέτυπο τοξικής αρρενωπότητας που ο κόσμος δείχνει αφύσικα απρόθυμος να αφήσει πίσω του.
Σήμερα, οι πιο cool άνδρες που περπατούν στον πλανήτη δεν είναι εκείνοι που κακοποιούν ή ακυρώνουν τους γύρω τους, τους συντρόφους ή τους συνεργάτες τους, ούτε αυτοί που για κάθε λάθος κατηγορούν τα τραύματα του παρελθόντον.
Το cool είναι πλέον να έχεις ενσυναίσθηση, να νοιάζεσαι, να έχεις αρχές που υποστηρίζεις με σθένος και να είσαι στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Με ή χωρίς ένα ωραίο γυαλί ηλίου. Σήμερα η ευγένεια είναι cool οπότε ίσως είναι καιρός ο βασιλιάς να παραδώσει τον τίτλο του.
Το coolness έχει εξελιχθεί από τη δεκαετία του εξήντα – και μαζί του πρέπει να εξελιχθούν και οι εκπρόσωποί του.