Λιβύη, Ιταλία και Τουρκία: «Στρατηγική αναδιάρθρωση στη Μεσόγειο» χωρίς την Ελλάδα και σε βάρος της
Το πιο σημαντικό με τη σύνοδο κορυφής της Κωνσταντινούπολης είναι ότι συνήλθε αμέσως μετά τη νέα ένταση ανάμεσα στη Λιβύη και την Ελλάδα - ένα γεγονός που δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο.
Η τριμερής σύνοδος κορυφής που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του πρωθυπουργού της Λιβύης Αμπντούλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά και της πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι ήταν κάτι πολύ περισσότερο από μια συνηθισμένη διπλωματική συνάντηση (στη φωτογραφία από libyaobserver.ly, επάνω, οι σημαίες, από αριστερά, της Τουρκίας, της Ιταλίας και της Λιβύης).
Επρόκειτο για μια προσεκτικά συγχρονισμένη γεωπολιτική κίνηση, που αντανακλούσε μια βαθύτερη σύγκληση μεταξύ της Τουρκίας, της Λιβύης και της Ιταλίας σε θέματα ενέργειας, μετανάστευσης και περιφερειακής επιρροής.
Η σύνοδος κορυφής της Κωνσταντινούπολης ακολούθησε μια νέα διπλωματική διαμάχη μεταξύ Λιβύης και Ελλάδας
Αλλά ίσως το πιο σημαντικό είναι ότι συνήλθε αμέσως μετά τη νέα ένταση ανάμεσα στη Λιβύη και την Ελλάδα – ένα γεγονός που δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο.
Η σύνοδος κορυφής της Κωνσταντινούπολης ακολούθησε μια νέα διπλωματική διαμάχη μεταξύ Λιβύης και Ελλάδας σχετικά με τα θαλάσσια όρια και τα δικαιώματα εξερεύνησης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα αμφισβητεί εδώ και καιρό την εγκυρότητα του συμφώνου οριοθέτησης θαλάσσιων περιοχών του 2019 μεταξύ της Τουρκίας και της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας στην Τρίπολη — ενός συμφώνου που έκτοτε έχει εξελιχθεί σε θεμέλιο για τη βαθύτερη τουρκολιβυκή συνεργασία στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας και των υποδομών, γράφει ο λίβυος δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής Abdulkader Assad.
Η επαναβεβαίωση αυτής της συμφωνίας από τη Λιβύη υπό την κυβέρνηση Ντμπεϊμπά αναζωπύρωσε τις εντάσεις και επέστησε τη διεθνή προσοχή στα γεωπολιτικά ρήγματα της Μεσογείου.
Ενα αντιμήνυμα
Αυτή η τελευταία σύνοδος κορυφής, επομένως, πρέπει να ερμηνευτεί ως ένα αντιμήνυμα: Τουρκία και Λιβύη παραμένουν ευθυγραμμισμένες σε βασικά στρατηγικά συμφέροντα και η Ιταλία – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ – είναι πρόθυμη να συμμετάσχει σε αυτήν τη ευθυγράμμιση, αντί να της αντιταχθεί.
Η παρουσία της Ιταλίας στη σύνοδο κορυφής είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα διάσταση. Η Ρώμη ιστορικά έχει ισορροπήσει τη μεσογειακή της πολιτική μεταξύ των Βρυξελλών και των δικών της εθνικών συμφερόντων, ιδίως όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια και τον έλεγχο της μετανάστευσης.
Εντασσόμενη στον άξονα Τουρκίας – Λιβύης στην Κωνσταντινούπολη, σηματοδότησε μια στροφή – ή τουλάχιστον μια λεπτή αναπροσαρμογή – της θέσης της στην περιοχή.
Η συμμετοχή της πρωθυπουργού Μελόνι μπορεί να ερμηνευτεί ως μια ρεαλιστική κίνηση. Καθώς η ΕΕ αγωνίζεται να διαμορφώσει μια ενιαία μεσογειακή πολιτική, η Ιταλία διεκδικεί τον ρόλο της ως γέφυρα μεταξύ Ευρώπης και Βόρειας Αφρικής.
Η Ιταλία έχει ενεργειακές συμφωνίες με την Αλγερία, συμφωνίες συνεργασίας με την Τυνησία και τώρα τριμερή διάλογο με τη Λιβύη και την Τουρκία – δυο παράγοντες που συχνά απεικονίζονται ως διαταράκτες της ευρωπαϊκής συναίνεσης.
Σιωπηλή υποστήριξη
Αυτό θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια σιωπηλή αλλά στρατηγική υποστήριξη του τουρκο-λιβυκού θαλάσσιου οράματος.
Ενώ η Ρώμη δεν αναγνωρίζει επίσημα τη συμφωνία του 2019, η δέσμευσή της σ’ ευρύτερα έργα υποδομών, ανάπτυξης λιμένων και ενέργειας που βασίζονται σ’ αυτό το πλαίσιο, αποκαλύπτει μια υποκείμενη αποδοχή του status quo – ή τουλάχιστον μια προθυμία να εργαστεί εντός αυτού.
Η Λιβύη, κάποτε μια κατακερματισμένη σκακιέρα για ξένες δυνάμεις, φαίνεται ν’ αναπροσαρμόζει τη διπλωματική της στάση. Η κυβέρνηση του Ντμπεϊμπά, αν και εξακολουθεί ν’ αμφισβητείται στο εσωτερικό, προβάλλει μια εικόνα κυρίαρχης δύναμης — επιδιώκοντας συνεργασίες όχι μόνο για να ξεκλειδώσει επενδύσεις αλλά και για ν’ ανακτήσει γεωπολιτική ισχύ.
Στην Κωνσταντινούπολη, παρουσίασε τη Λιβύη ως πιθανό κόμβο που συνδέει την Ευρώπη, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή – ένα όραμα που βασίζεται στη στρατηγική της θέση και τον πλούτο των πόρων που διαθέτει.
Μεταβαλλόμενη μεσογειακή τάξη
Προτείνοντας μια υπουργική σύνοδο κορυφής με την Τουρκία, την Ιταλία και το Κατάρ, επιδιώκει να θεσμοθετήσει ένα νέο πλαίσιο μεσογειακής εταιρικής σχέσης, το οποίο παρακάμπτει τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές δομές και αναδιαμορφώνει τη χώρα ως συν-αρχιτέκτονα, και όχι ως παθητικό αποδέκτη, περιφερειακών πρωτοβουλιών.
Η σύνοδος της Κωνσταντινούπολης αντικατοπτρίζει, επίσης, μια μεταβαλλόμενη μεσογειακή τάξη, τα όρια της οποίας μεταξύ συμμάχων και αντιπάλων γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα.
Η σταθερή στάση της Ελλάδας κατά των τουρκολιβυκών θαλάσσιων συμφωνιών βρίσκει ελάχιστη απήχηση στους ευρωπαίους εταίρους της – πολλοί από τους οποίους ασχολούνται περισσότερο με την ενεργειακή διαφοροποίηση και τον περιορισμό της μετανάστευσης παρά με νομικές διαμάχες για τα σύνορα.
Εάν αυτή η τριμερής συνεργασία εμβαθύνει σε απτά έργα – υποδομές φυσικού αερίου, λιμενική εφοδιαστική, ενεργειακά δίκτυα – μπορεί να επανασχεδιάσει τον γεωπολιτικό χάρτη της κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου.
Κι αν η Ιταλία συνεχίσει να βαδίζει σ’ αυτήν τη λεπτή γραμμή μεταξύ Βρυξελλών και Αγκυρας, θα μπορούσε είτε να συμβάλλει στη σφυρηλάτηση ενός νέου ρεαλιστικού άξονα είτε να διακινδυνεύσει την επιδείνωση των διαιρέσεων εντός της ίδιας της ΕΕ.
Βαθύς συμβολισμός
Η σύνοδος δεν οδήγησε σε πομπώδεις ανακοινώσεις, αλλά ο συμβολισμός της ήταν βαθύς. Αποκάλυψε τις αυξανόμενες ρωγμές στην ευρωμεσογειακή συναίνεση, ενίσχυσε την επανεμφάνιση της Λιβύης ως διπλωματικού παράγοντα και επιβεβαίωσε τη διαρκή παρουσία της Τουρκίας στη Βόρεια Αφρική.
Για την Ιταλία, ήταν μια στιγμή γεωπολιτικής ευελιξίας – μια υπενθύμιση ότι στο ρευστό θέατρο της Μεσογείου, η τοποθέτηση είναι το παν.
Καθώς οι παλιές συμμαχίες κλονίζονται και νέες διαμορφώνονται, το ερώτημα δεν είναι πλέον ποιος ελέγχει τη θάλασσα – αλλά ποιος διαμορφώνει την αφήγηση της συνεργασίας σ’ όλη της την έκταση. Ενα νέο κεφάλαιο μπορεί μόλις να ξεκίνησε στην Κωνσταντινούπολη.