Αν ο Οζι Όσμπορν είναι Σιωνιστής, ο Ντέιβιντ Μπόουϊ είναι Ναζί φασίστας
Μετά τον θάνατο του Οζι Όσμπορν των Black Sabbath που ούρλιαξε κατά του πολέμου στο αντιμιλατιριστικό έπος War Pigs, κάποιες αναρτήσεις έγιναν πιο viral από άλλες επιλέγοντας να αφορίσουν τον Πρίγκιπα του Σκότους για τη φιλοσιωνιστική στάση του απέναντι στο Ισραήλ. Η μπάλα για το ποιο legacy επιλέγουμε να κρατήσουμε είναι πλέον στην εξέδρα
Μια ανάρτηση για το φιλοσιωνιστικό προφίλ του Οζι Όσμπορν και της συζύγου του Σάρον Όσμπορν δίχασε το διαδίκτυο μετά την ανακοίνωση του θανάτου του.
Η ανάρτηση περιορίστηκε στο να υπενθυμίσει ότι ο Όσμπορν ήταν ένας από τους 200 καλλιτέχνες που υπέγραψαν επιστολή καταδικάζοντας το BBC για αντι-ισραηλινή στάση.
Όταν η σύζυγος του Όσμπορν επιτέθηκε στους Kneecap για την καμπάνια υποστήριξης τους στην Παλαιστίνη απαιτώντας να αφαιρεθεί η βίζα στις ΗΠΑ για τα μέλη της μπάντας από το Μπέλφαστ, οι ράπερ της απάντησαν:
«Άκουσε το War Pigs!»
Αυτή πρέπει να είναι και η μόνη απάντηση σε όλους όσοι επιλέγουν να κρατήσουν από τον Όσμπορν την φερόμενη υποστήριξη του προς το Ισραήλ στα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Ο Οζι Όσμπορν δεν καταλάβαινε από πολιτική, δεν τον ενδιάφερε η πολιτική και δεν είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για γεωπολιτικές κόντρες. «Δεν τους καταλαβαίνω, δεν με καταλαβαίνουν» είχε πει για τη σχέση του με τις πολιτικές ατζέντες.
Αν επιλέγουμε να θυμόμαστε τον Όσμπορν για τις (δύο) εμφανίσεις του στο Ισραήλ, και να δικάζουμε τους δημιουργούς από όσα λένε και κάνουν αδιαφορώντας για τον πολιτιστικό όγκο που παρέδωσαν επηρεάζοντας συνειδήσεις και συμπεριφορές μέσα από το Δούρειο Ίππο τους, τα πολιτιστικά προϊόντα, μπαίνουμε σε ένα αέναο παιχνίδι αφορισμού με θολά νερά.
Αν απορρίψεις τον Όσμπορν για την υποστήριξη του ενάντια στο καλλιτεχνικό μποϊκοτάζ του Ισραήλ θα πρέπει να απορρίψεις πολλούς.
Τον Σαλβαδόρ Νταλί για τις σχέσεις του με τον Ναζισμό, τον Έζρα Πάουντ για την αγάπη του προς τον ιταλικό φασισμό, τον Νικ Κέιβ για τη στάση του απέναντι στο Παλαιστινιακό, τον Τομ Γιορκ των Radiohead για το ίδιο, και βέβαια να καταδικάσεις για πάντα έναν άλλο επιδραστικό μουσικό θρύλο που όρισε το πολιτιστικό θησαυροφυλάκιο του 20ου αιώνα μετά τα 70s.
Tον άσπιλο Ντέβιντ Μπόουϊ.
«Ο Χίτλερ είναι ροκ σταρ»
Ήταν αρχές του 1976, όταν σε μια συνέντευξη Τύπου μετά από μια συναυλία στη Στοκχόλμη, ο Μπόουϊ είπε:
«Όπως το βλέπω, είμαι η μόνη εναλλακτική για τον πρωθυπουργό στην Αγγλία. Πιστεύω ότι η Βρετανία θα μπορούσε να επωφεληθεί από έναν φασίστα ηγέτη. Τελικά, ο φασισμός είναι πραγματικά εθνικισμός».
Τους μήνες που ακολούθησαν, ο Μπόουϊ βρέθηκε να κουβαλάει σε αποσκευές ναζιστικά σύμβολα και ρούχα μαζί με βιβλία για τους Χίτλερ, Γκέμπελς και Άλμπερτ Σπέερ.
Σύμφωνα με τον φωτογράφο της περιοδείας του, Άντριου Κεντ, υπάρχει μια φωτογραφία του Μπόουϊ που τον δείχνει να κάνει ναζιστικό χαιρετισμό στο καταφύγιο του Χίτλερ στο Βερολίνο.
Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς ο Μπόουϊ κατηγορήθηκε ότι χαιρετούσε ναζιστικά από το κάμπριο του όταν έφτασε στο σταθμό Βικτόρια του Λονδίνου (το NME δημοσίευσε μια φωτογραφία που επαλήθευσε τον παραπάνω ισχυρισμο, αν και αμφισβητήθηκε από την πλευρά του καλλιτέχνη) και έδωσε μια συνέντευξη που ξεκαθάρισε ότι ο εμβληματικός Βρετανός φλέρταρε πολύ με τη ρητορική του απόλυτου Κακού.
Ο Μπόουϊ, μιλώντας τον Κάμερον Κρόου για το Playboy, είπε ότι πίστευε στον φασισμό «πολύ έντονα» και θεωρούσε ότι ο Αδόλφος Χίτλερ ήταν «ένας από τους πρώτους ροκ σταρ».
Όλοι γνώριζαν ότι ο Μπόουϊ, την ίδια περίοδο ήταν εθισμένος σε ναρκωτικά και ουσίες, είχε συλληφθεί από τις αρχές και συνέχισε να είναι τοξικοεξαρτημένος για καιρό μετά.
Μετά την απεξάρτηση του ο Μπόουϊ εμφανίστηκε αμήχανος και ντροπιασμένος για τις δηλώσεις και τη συμπεριφορά του λέγοντας σε συνέντευξη του στο Melody Maker τον Οκτώβριο του 1977: «Δεν είμαι φασίστας».
«Ήμουν τελείως ξέφρενος, εντελώς τρελός» είπε τρία χρόνια μετά. «Μου απαγγελθηκαν κατηγορίες για ρατσισμό, αναπόφευκτα και ορθώς» πρόσθεσε ενώ υποστήριξε ότι είχε μπει στο ρόλο ενός από τους χαρακτήρες που είχε επινοήσει για την καλλιτεχνική του περσόνα. Τον Thin White Duke.
Ένα δίλημμα, μια επιλογή
Ο Όσμπορν δεν ρωτήθηκε ποτέ ξεκάθαρα για όσα συμβαίνουν στη Γάζα αλλά ακόμη και αν είχε, η απάντηση θα ερχόταν από την Ιουδίστρια Εβραία Σάρον Όσμπορν, σύζυγο και μάνατζερ του που είχε αναλάβει να είναι ο Όζι στη θέση του Όσμπορν -ειδικά μετά την κατάρρευση της υγείας του.
Ο Όσμπορν ήταν από πάντα ένας λαϊκός τραγουδιστής, ένας πρώην εργάτης που έδωσε φωνήσ τη δυστοπία των καιρών του και διασκέδαζε τα media με σειρά υπερβολών, παλεύοντας πάντα με σκληρά ναρκωτικά και αλκοόλ.
Μετά την πανδημία του COVID, ο Όσμπορν υποστήριξε ότι δεν αρρώστησε επειδή τον «προστάτεψε ο Σατανάς» -ακόμη και αν στο παρελθόν είχε υποστηρίξει ξανά και ξανά ότι δεν ήταν ποτέ σατανιστής, ούτε θρησκευόμενος. Η οργή βέβαια δεν ξεχείλισε εναντίον του όπως είχε συμβεί στο παρελθόν, όχι οι συντηρητικοί Χριστιανοί κατήγγειλαν τον Όζι Όσμπορν ως απειλή για τη νεολαία.
Ο Όσμπορν, ο Μπόουϊ, ο Νταλί, ο Πάουντ και αναρίθμητοι άλλοι δημιουργοί αφήνουν γενναία κληροδοτήματα πίσω τους και αυτό τον όγκο οφείλουμε ως κοινό να τον διαχειριστούμε με σεβασμό σε όσα καλλιέργησε μέσα μας. Να επιλέξουμε το legacy με τη βαρύτητα που οφείλεται.
Στην περίπτωση του Όσμπορν είναι επιστολή ή War Pigs -το εμβληματικό αντιμιλιταριστικό έπος των Black Sabbath που μεγάλωσε (και θα συνεχίσει να το κάνει) γενιές ακροατών ενάντια στις μηχανές του πολέμου.
Ο μιλιταρισμός που έγινε αφορμή για να ουρλιάξει ο Οζι Όσμπορν εναντίον των ματωμένων συμφερόντων σε ένα αξεπέραστα εμβληματικό επτάλεπτο αντιπολεμικό έπος, είναι και ο καταραμένος πρωταγωνιστής στο War Pigs των Βρετανών Black Sabbath που ξεπέρασε τα όρια της εποχής του και συνεχίζει να είναι μια αγωνιώδης κραυγή διαμαρτυρίας κάθε ένοπλης σύγκρουσης αποκαλύπτοντας την κτηνώδη φύση της και τους αληθινούς της ενόχους.
War Pigs, ένα σπουδαίο κληροδότημα
Στους στίχους του, ο βασικός στιχουργός και μπασίστας των Black Sabbath, Γκίζερ Μπάτλερ, εξαπολύει αδυσώπητες επιθέσεις εναντίον των στρατηγών και των πολιτικών που τον υποκινούν και επωφελούνται από αυτόν, καλώντας τους ακροατές και τους μαχόμενους να δουν αυτό το «μαύρο τελετουργικό» για αυτό που πραγματικά είναι.
Η μουσική, απλή αλλά δυναμική, με τύμπανα που θυμίζουν πολυβόλα και κιθάρες που βουίζουν απειλητικά, συμμαχεί για να ουρλιάξει ο Πρίγκιπας του Σκότους αυτό το κάλεσμα όχι μόνο σε δράση, αλλά κυρίως σε συνειδητοποίηση.
Το War Pigs γράφτηκε μεταξύ Απριλίου και Σεπτεμβρίου του 1970, λίγο μετά την κορύφωση του πολέμου του Βιετνάμ το 1968.
Ενώ η Βρετανία είχε τερματίσει τη στρατιωτική θητεία μια δεκαετία νωρίτερα, το 1960, ο πόλεμος του Βιετνάμ συνέχιζε να μαίνεται. Ως εκ τούτου, ο Μπάτλερ, ο Όσμπορν και αναρίθμητοι άλλοι άνδρες, νέοι και γέροι, «φοβόντουσαν την κλήτευση» να πολεμήσουν, δημιουργώντας ένα έντονο αντιπολεμικό, ή τουλάχιστον αντι-στρατιωτικό, κλίμα στην μπάντα όπως και στη χώρα.
Ο frontman Οζι Όσμπορν δήλωσε ότι «δεν γνώριζαν τίποτα για το Βιετνάμ. Είναι απλώς ένα αντιπολεμικό τραγούδι» -μια ατάκα που δίχασε αλλά εύλογα θα μπορούσε να αποδοθεί στην υπερβολική χρήση ναρκωτικών και τη γενικότερη ασυνέπεια στα λόγια και τις αναμνήσεις του.
Ο στιχουργός και μπασίστας Μπάτλερ έβαλε τα πράγματα στη θέση τους ξεκαθαρίζοντας:
«Το War Pigs είναι εντελώς ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, για το πως αυτοί οι πλούσιοι πολιτικοί κι οι πλούσιοι ξεκινούν όλους τους πολέμους προς όφελός τους και κάνουν όλους τους φτωχούς να πεθάνουν για αυτούς».
Το War Pigs έγινε κομμάτι του δεύτερου άλμπουμ των BS, το Paranoid, και κυκλοφόρησε σε μια βίαιη και ταραγμένη Βρετανία για να ακουστεί ως καταιγίδα στις διχασμένες ΗΠΑ -το μιλιταριστικό λόμπι κέρδιζε χρήματα, οι στρατιώτες τους το πλήρωναν με αίμα.
Τα αδάμαστα φωνητικά του Όσμπορν έγιναν όχημα για ένα αντιπολεμικό λυρικό δέος που επιτίθεται σε πολιτικούς και στρατιωτικούς και απαιτεί από όλους να ξυπνήσουν από το λήθαργο.
Σε λιγότερο από 8 λεπτά, οι Black Sabbath δημιούργησαν μια εκκωφαντική κραυγή ενάντια στον πόλεμο και τις σατανικές δυνάμεις που τον κινούν, κατονομάζοντας χωρίς περιστροφές τις μιλιταριστικές δυναμικές εξουσίας ενώ παράλληλα άνοιξαν τον δρόμο για την οργισμένη μουσική σκηνή του metal που όταν ουρλιάζει, γνωρίζει:
«Ο πόλεμος είναι ο μεγάλος Σατανάς».
Και ακριβώς αυτό είναι και το legacy που αξίζει να μείνει -οι κραυγές του Όσμπορν ενάντια στο Τέρας.
Οι στίχοι
Generals gathered in their masses Just like witches at black masses Evil minds that plot destruction Sorcerer of death’s construction
In the fields, the bodies burning As the war machine keeps turning Death and hatred to mankind Poisoning their brainwashed minds Oh, Lord, yeah
Politicians hide themselves away They only started the war Why should they go out to fight? They leave that role to the poor, yeah
Time will tell on their power minds Making war just for fun Treating people just like pawns in chess Wait ’til their judgement day comes, yeah
Now in darkness, world stops turning Ashes where their bodies burning No more war pigs have the power Hand of God has struck the hour
Day of judgement, God is calling On their knees, the war pigs crawling Begging mercy for their sins Satan laughing, spreads his wings Oh, Lord, yeah
–
Yποσημείωση: Το εμβληματικό live αποχαιρετισμός στους Black Sabbath διοργανώθηκε από τον Τομ Moρέλο των Rage Against the Machine.
Ο Μορέλο είναι επιδραστικός ακτιβιστής κατά του εγκλήματος στη Γάζα -και αυτό λέει επίσης πολλά.