Στις 31 Δεκεμβρίου 1988 απεβίωσε στη Νέα Υόρκη ο ποιητής, θεωρητικός της λογοτεχνίας και τεχνοκριτικός Νικόλαος Κάλας (Νικόλαος Καλαμάρης το πραγματικό όνομά του), προσωπικότητα ασφαλώς αινιγματική και ενδιαφέρουσα.
Ο Νικόλαος Κάλας (Nicolas Calas, γνωστός και με τα ψευδώνυμα Νικήτας Ράντος και Μ. Σπιέρος), ο οποίος είχε γεννηθεί στη Λωζάννη στις 27 Μαΐου 1907, έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Αθήνα και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στη συνέχεια, αρχής γενομένης από το 1934, o ευρυμαθής Κάλας μοίρασε τη ζωή του ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, όπου ήλθε σε επαφή με τα τότε πρωτοποριακά καλλιτεχνικά ρεύματα, ιδίως με τον κύκλο των γάλλων υπερρεαλιστών.
Το 1942 εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου έμελλε να παραμείνει έως το θάνατό του (ενδιαμέσως πραγματοποίησε ταξίδια στην Ελλάδα).
Iδιόρρυθμος εκπρόσωπος της περίφημης Γενιάς του ’30, ο Κάλας πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1929 με δημοσιεύσεις άρθρων του σε περιοδικά, ενώ εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του (Ποιήματα) το 1932.
Ο τροτσκιστικών καταβολών και φροϋδικών επιρροών Κάλας τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Οδός Νικήτα Ράντου.
Πέραν του ποιητικού έργου του στα ελληνικά, έγραψε ποίηση στη γαλλική και την αγγλική γλώσσα, καθώς και πεζά κείμενα, ενώ μετέφρασε, μεταξύ άλλων, Τ. Σ. Έλιοτ (ο πρώτος μαζί με τον Τάκη Παπατσώνη μεταφραστής του στα ελληνικά) και Λουί Αραγκόν.
Τον πρόλογο στο βραβευμένο βιβλίο ποιημάτων Οδός Νικήτα Ράντου (εκδόσεις «Ίκαρος», α’ έκδοση 1976) είχε γράψει ο μέγας Οδυσσέας Ελύτης.
Το ποσοστό του οξυγόνου που αντιστοιχεί σε κάθε άνθρωπο, άλλοι το ξοδεύουν μεθοδικά και με κανονικές εισπνοές σ’ όλο το μάκρος της ζωής τους, άλλοι πάλι με βίαιες και δυσανάλογες δόσεις, ανάμεσα σε δυο νεκροφάνειες. Ποιος θ’ αποδειχθεί ότι εκμεταλλεύθηκε καλύτερα εκείνο που του δόθηκε — άγνωστο. Ας μην είμαστε αγνώμονες απέναντι στο τυχαίο που μας επιτρέπει να μιλούμε σα να ήμασταν αθάνατοι.
Προσωπικά, μισώ τη νοσταλγία και δεν συνηθίζω να μιλώ πρωθύστερα. Στην ιστορία όμως της Λογοτεχνίας, όχι αυτήν που καταρτίζουν οι ειδικοί, αλλά την άλλη, που η πυξίδα της δεν υπακούει πάντοτε στον βορρά, μου άρεσε ανέκαθεν να παρακολουθώ τις παλινδρομικές αποτιμήσεις του χρόνου: που τον βλέπεις να προωθεί άξαφνα μια συγκίνηση του 1931 στα 1976 και αντίθετα, μιαν ευαισθησία δήθεν σημερινή να την απωθεί —με χαιρεκάκεια θα ’λεγα— σαράντα χρόνους πίσω. Αλλά όταν η γοητεία μπαίνει στη μέση, αλλάζουν όλα. Επειδή η γοητεία μοιάζει με τη θάλασσα· κι ευτυχώς.
Μια μέρα, ένα βιβλίο ξαναβγαίνει στην επιφάνεια σαν υποβρύχιο που το θαρρούσες από καιρό χαμένο. Διόλου. Απλώς κάτεχε το μυστικό να μένει κάτω απ’ το νερό για ένα διάστημα πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι τα νεώτερα μοντέλα. Κι αν οι τεχνικοί τα χάνουν, οι Σειρήνες, αυτές που πάντα ξέρουν κάτι περισσότερο, χαμογελάνε με νόημα.
Τώρα βέβαια, για τα στρατολογικά γραφεία της πνευματικής μας ζωής, ο ποιητής Νικόλαος Κάλας έχει κηρυχθεί ανυπότακτος εδώ και πολλά χρόνια. Πότε ως Ράντος, πότε ως Σπιέρος, πότε ως Κάλας, κατάφερε με την αξιοπρέπεια και την ευκινησία θαυματοποιού να ξεγλιστρήσει από την Αθήνα στο Παρίσι κι από το Παρίσι στη Νέα Υόρκη, συγχέοντας απελπιστικά τα ίχνη πίσω του.
Μα ποιος είναι τέλος πάντων αυτός και τι ακριβώς κάνει; Γράφει ποιήματα; Δοκίμια επαναστατικά; Λιβέλους; Γράφει στα Ελληνικά; Στα Γαλλικά; Στα Εγγλέζικα; Πρωτοστατεί σε κινήματα; Εκμαιεύει νέους ζωγράφους; Τα βάζει με τους ισχυρούς; Τίποτε απ’ όλ’ αυτά και όλα μαζί. Πρόσωπο περίπου ασύλληπτο, με κάτι από τον Jacques Vaché και κάτι από τον Marcel Duchamp, είναι προ παντός ένας ανυπότακτος. Τα άλλα έρχονται ύστερα.
Τα «άλλα» είναι φυσικά τα ποιήματα. Ποιήματα γραμμένα εχθές ή πριν από πολλές δεκαετίες —αδιάφορο— που, κυριολεκτικά, δεν ξέρεις από πού να τα πιάσεις. Τόσο είναι το υλικό τους ετερόκλητο, η γλώσσα τους αναρχική, το σύνολό τους εξαρθρωμένο. Τρέμεις μην εκραγούν στα χέρια σου· και στο βάθος φοβάσαι όχι τόσο τα τυχόν θραύσματα, όσο εκείνη την τρυφερότητα την διαπεραστική που διαισθάνεσαι να υποκρύπτουν.
Όμως, εάν είναι ζωντανά τα ποιήματα, μόνον έτσι λειτουργούν. Μη λησμονούμε ότι κάποτε, στη μακάρια προπολεμική Αθήνα, είναι αυτά που διανοίξανε, ανάμεσα στον παλαιολιθικό «Παρνασσό» και την ετοιμόρροπη «Εστία», μια καινούργια οδό: την οδό Νικήτα Ράντου.
Τυχεροί όλοι εμείς που γύρω στα είκοσι μας χρόνια πραγματοποιούσαμε τις πρώτες μας μυστικές συναντήσεις στις γωνιές μιας τέτοιας οδού, ανάμεσα στα τηλέφιλα, τα οινάνθια και τα χλοερά σίσυμβρα.
Υπάρχουν αρετές νεκρές και υπάρχουν ελαττώματα που ήδη, από το άλλο τους άκρο, μυρίζουνε μέλλον. Ποιος κράτησε ποτέ του μια διάφανη πέτρα και δεν ένιωσε μέσα της τον ουρανό;
«Θα ’θελα να φτιάξω έναν ουρανό να ’χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω θα το ’καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα θα του ’βαζα αντίς από ’να, δυο φεγγάρια ανόμοια το ’να μικρό σαν παιδί, τ’ άλλο μεγάλο σαν παράπονο…»
Πρέπει να κοιτάζεις από πολύ ψηλά για να μπορείς να μιλείς έτσι, αν όχι και να ’χεις διατελέσει δέντρο προτού καταφρονέσεις τη φύση. Όλα έχουνε τη δικαίωσή τους, με τη διαφορά ότι ένα καλό ποίημα δεν ανταμείβει μόνον. Τιμωρεί. Από αντιπερισπασμό στη θλίψη, χλοΐζει. Ακόμη κι ένας παραλογισμός σαν αυτόν που γράφω αυτή τη στιγμή, αποκτά νόημα επιθετικό. Χωρίς αμφιβολία ο Υπερρεαλισμός είχε δίκιο.
Σε μια φωτογραφία βγαλμένη τα χρόνια του πολέμου στη Νέα Υόρκη, ο Νικόλαος Κάλας φιγουράρει ανάμεσα στον André Breton και στους φίλους του που είχαν καταφύγει εκεί μετά την είσοδο των Χιτλερικών στη Γαλλία. Το νήμα δεν είχε κοπεί ούτε για τους αλλοεθνείς ούτε για τον Έλληνα που τους ακολουθούσε και που —προσθέτω— για τους χωρικούς των Αθηνών, δεν έκανε παρά ν’ αντιγράφει με καθυστέρηση τη Δύση. Ποια Δύση; Ένας υπερρεαλιστής έχει μουντζώσει αναδρομικά κι εξακολουθεί να μουντζώνει διά βίου τη Δύση κι ολόκληρο τον πολιτισμό της. Είναι κάτι αυτό, είναι μια χειρονομία, παρ’ όλα όσα κι αν λένε, θετική. Ένα στοιχείο υγείας που όσο λιγότεροι το καταλαβαίνουν τόσο εκείνο αναπτύσσεται, και τείνει να γίνει ένα με τη φωνή που ξέρει να κηρύττει και στις παραμονές του θανάτου και πάνω από τις καταιγίδες.
Αφετηρία της παράστασης «Δύο ή τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτόν» είναι η προσέγγιση του ρόλου του πατέρα και του αποτυπώματος που αφήνει στις επόμενες γενιές.
Σύνταξη
WIDGET ΡΟΗΣ ΕΙΔΗΣΕΩΝΗ ροή ειδήσεων του in.gr στο site σας