in.gr > The Good Life > Culture Live > Η Ζωή Χατζηαντωνίου μάς μιλά για την επιστροφή της «Μέρας της φούστας» – Όταν το θέατρο λειτουργεί ως τόπος σύγκρουσης και αμφισβήτησης
Η Ζωή Χατζηαντωνίου μάς μιλά για την επιστροφή της «Μέρας της φούστας» – Όταν το θέατρο λειτουργεί ως τόπος σύγκρουσης και αμφισβήτησης
Η Ζωή Χατζηαντωνίου δεν σκηνοθετεί μια παράσταση που καθησυχάζει· παραδίδει μια παράσταση-εμπειρία που λειτουργεί σαν κάτοπτρο αντανακλώντας τον αναβρασμό μιας εποχής που κοχλάζει υπόγεια
Μετά τον ιδιαίτερα επιτυχημένο περσινό κύκλο, που συζητήθηκε έντονα από κοινό και κριτικούς, το έργο επανέρχεται ακόμη πιο επιτακτικό και αιχμηρό στη Μαύρη αίθουσα του θεάτρου ΔΙΠΥΛΟΝ.
Η Ζωή Χατζηαντωνίου δεν σκηνοθετεί μια παράσταση που καθησυχάζει· παραδίδει μια παράσταση-εμπειρία που λειτουργεί σαν κάτοπτρο αντανακλώντας τον αναβρασμό μιας εποχής που κοχλάζει υπόγεια. Ανατέμνει με ποιητική σκληρότητα το παρόν φέρνοντας στη σκηνή την καθημερινότητα μιας κοινωνίας σε οριακή κατάσταση. Θέτει ερωτήματα που καίνε γιατί παραμένουν αναπάντητα καλώντας το κοινό να αναμετρηθεί με το πραγματικό: την κοινωνική αδικία, την ανοχή, τη μισαλλοδοξία, την παρακμή των παραδεδομένων αξιών, την απώλεια της εμπιστοσύνης στην εκπαίδευση, στους θεσμούς και στις σύγχρονες δημοκρατίες.
Η Ζωή Χατζηαντωνίου μιλά στο in για την επιστροφή της «Μέρας της φούστας» στο θέατρο ΔΙΠΥΛΟΝ
Η «Μέρα της Φούστας» επιστρέφει μετά από μια επιτυχημένη σεζόν. Τι σας ώθησε να ξαναφέρετε το έργο στη σκηνή και με ποιον τρόπο διαφοροποιείται η νέα αυτή εκδοχή;
Η πρόταση του Παναγιώτη Γεροδήμου να συνεχίσουμε για δεύτερη χρονιά. Στην τελευταία παράσταση που δώσαμε τον Απρίλιο, αφού εξαντλήσαμε τα σκαλάκια, τις καρέκλες του φουαγιέ, τα σκαμπό του μπαρ, ο τελευταίος θεατής δέχτηκε να «κάτσει» στο πιάνο. Από την άλλη, θεωρούμε, οι ηθοποιοί κι εγώ, ότι δεν έχουμε εξαντλήσει το υλικό και το βάθος του έργου. Αυτή η δεύτερη χρονιά προβών, αποκαλύπτει πράγματα που δεν είχαν φανερωθεί. Είμαστε όλοι πιο ώριμοι, πιο έτοιμοι και πιο ψύχραιμοι να εργαστούμε.
Η παράσταση ανατέμνει ζητήματα βίας, εξουσίας και εκπαίδευσης. Ποια ήταν η βασική σας αφετηρία για τη δραματουργική επεξεργασία;
Η διαπίστωση ότι οποιαδήποτε πράξη εκ-πολιτισμού είναι ταυτόχρονα και μία πράξη βίας.
Η Σόνια, μια καθηγήτρια λογοτεχνίας, στοχοποιείται για μια “απλή” επιλογή: τη φούστα. Τι σημαίνει για εσάς το σύμβολο της φούστας μέσα στο έργο;
Λειτουργεί ως σύμβολο ανυπακοής και διαμαρτυρίας ενάντια στον σεξισμό και τη διάκριση των γυναικών στον εργασιακό τομέα, αρχικά. Για την περαιτέρω αναγωγή της Φούστας, θα πρότεινα να δείτε την παράσταση.
Το έργο συνομιλεί έντονα με την κοινωνική πραγματικότητα. Ποια ερωτήματα θέλετε να αφήσει στο κοινό μετά το τέλος της παράστασης;
Η προσέγγιση μας δεν είναι κοινωνική. Είναι πολιτική και φιλοσοφική. Μας απασχολεί η βία, η βαρβαρότητα του ανθρώπινου πολιτισμού, η συγκρότηση κοινοτήτων και δομών, ο εκφυλισμός των δημοκρατιών και του δυτικού πολιτισμού.
Η φράση του Βάλτερ Μπένγιαμιν «Κάθε μνημείο πολιτισμού είναι και ένα τεκμήριο βαρβαρότητας» λειτουργεί ως μότο. Πώς συνομιλεί η παράσταση με αυτή τη σκέψη;
Η Σόνια ανακαλύπτει με έκπληξη τη δύναμη της βίας για να επιβάλλει ό,τι θεωρεί μορφωτικό και παιδευτικό, για να διδάξει δηλαδή. Είναι μια λαμπρή, μεγαλειώδης στιγμή του έργου. Μεταδίδει τη γνώση, εκπολιτίζει υπο την απειλή ενός γεμάτου όπλου στραμμένου στα κρανία των μαθητών.
Πώς δουλέψατε με τη Θεοδώρα Τζήμου στον απαιτητικό ρόλο της καθηγήτριας; Τι νέο φέρνει φέτος η ερμηνεία της;
Ήταν και είναι πολυεπίπεδη η συνεργασία μας. Φέτος είναι ακόμη πιο έτοιμη, πιο ψύχραιμη και γι’ αυτό πιο ανοιχτή να πάει σε ακόμη πιο βαθιά νερά. Ανυπομονώ να δω κι εγώ πώς θα είναι η φετινή εκδοχή της Φούστας. Εκτός από καινούργιο θίασο, κατά το ήμισυ σχεδόν, είμαστε σε διαφορετική σκηνή. Πέρυσι είχαμε φτιάξει ένα είδος τερέν, ένα ανοιχτό σκηνικό πεδίο με τους θεατές περιμετρικά. Την κάτω αίθουσα του Δίπυλου την πήρε η Πειραματική του Εθνικού, οπότε εμείς μεταφερόμαστε στην πάνω σκηνή, που είναι μαύρη και μετωπική.
Οι νέοι ηθοποιοί που συμμετέχουν ενσαρκώνουν μια τάξη σε αναβρασμό. Πώς χτίστηκε αυτή η συλλογική ενέργεια στη σκηνή;
Η διανομή ήταν και είναι σημαντική. Έψαξα να βρω παιδιά, νέους ηθοποιούς, που θα μπορούσαν να συνδιαλλαγούν με το έργο και τη σκληρότητά του. Νομίζω ήταν καλή η διανομή πέρυσι και φέτος ακόμη πιο δυνατή. Εκτός από την πολύτιμη Θεοδώρα Τζήμου, στο θίασο παραμένουν οι ταλαντούχοι νεότατοι ηθοποιοί Μαρία Αρζόγλου, Νατάσα Βλυσίδου, Θάνος Κόνιαρης, Πάνος Χατσατριάν και φέτος είναι μαζί μας τρεις υπέροχοι επίσης νέοι και ταλαντούχοι ηθοποιοί, Νικόλας Γραμματικόπουλος, Πάνος Κλάδης και Οδυσσέας Πετράκης. Η λειτουργία των μαθητών φαίνεται να είναι χαοτική και ανεξέλεγκτη, παρόλ’αυτά είναι οργανωμένη και φτιαγμένη για να αποδίδει το χάος και την αναστάτωση χωρίς να κινδυνεύουν οι ηθοποιοί από αυτό. Όσο περισσότερη είναι η οργάνωση και ο τεχνικός έλεγχος τόσο περισσότερη είναι η υψηλή ενέργεια και η ακραία κινησιολογία.
Η παράσταση θίγει την απώλεια εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στην ίδια τη δημοκρατία. Σας απασχολεί το θέατρο ως χώρος πολιτικής πράξης;
Και μόνο ως τέτοιος με απασχολεί. Εννοώ την πολιτική πράξη κυριολεκτικά. Κάνουμε θέατρο ως πολίτες για να αναμετρηθούμε και να μοιραστούμε και να συνομιλήσουμε και να προκαλέσουμε και να εμπνεύσουμε άλλους πολίτες.
Η «Μέρα της Φούστας» είναι μια παράσταση υψηλής έντασης, με καταιγιστικούς ρυθμούς. Πώς ισορροπήσατε ανάμεσα στη βία, την ποιητικότητα και την ανάγκη για διάλογο;
Διάβασα το έργο -ελπίζω εις βάθος- το ερμήνευσα και το διασκεύασα ώστε να μπορεί να συνομιλεί με την εδώ συνθήκη του κοινού. Να αφορά τους ηθοποιούς και τους θεατές το ίδιο. Ένα σκηνικό έργο οφείλει να είναι αποκαλυπτικό, άρα συγκρουσιακό, να είναι παιχνίδι, άρα ζωντανό, να διεγείρει τη διάνοια και τις αισθήσεις, άρα ποιητικό.
Αν έπρεπε να συνοψίσετε σε μια φράση τι σημαίνει για εσάς αυτή η επιστροφή της «Μέρας της Φούστας», ποια θα ήταν αυτή;
Ο άνθρωπος είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος μόνο όταν παίζει.
Η Μέρα της Φούστας
Η Σόνια, καθηγήτρια λογοτεχνίας, στοχοποιείται γιατί προσέρχεται στο σχολείο φορώντας φούστα. Ένα πρωί ένα τυχαίο συμβάν μετατρέπει τη σχολική τάξη σε πεδίο μάχης. Καθηγήτρια και μαθητές εκρήγνυνται, συγκρούονται, καταρρέουν και ανασυντίθενται· ανακαλύπτουν τη δύναμη της βίας, κραυγάζουν για ελευθερία. Μπορεί χωρίς βία να εξευγενισθεί η βαναυσότητα του ανθρώπου; Μπορεί χωρίς βία να επιτευχθεί ό,τι θεωρείται «μορφωτικό»; Πού οδηγείται μια κοινότητα όταν αναζητά τον θύτη εντός της, τη στιγμή που όλοι είμαστε θύματα ενός έξωθεν βίαιου μηχανισμού που μας διαμορφώνει και μας εξαναγκάζει σε έναν καθημερινό πόλεμο μέχρι τελικής αλληλλοεξόντωσης;
Η συγκλονιστική Θεοδώρα Τζήμου στον ρόλο της καθηγήτριας καθοδηγεί και καθοδηγείται από μια ομάδα νέων και ταλαντούχων ηθοποιών. Καταθέτει μια σπάνιας έντασης ερμηνεία που διαπερνά τον θεατή με την ωμότητα που μόνο μια βεβιασμένη, καταπατημένη ευαισθησία μπορεί να φτάσει.
Με μότο τη σκέψη του Βάλτερ Μπένγιαμιν Κάθε μνημείο πολιτισμού είναι και ένα τεκμήριο βαρβαρότητας, η Ζωή Χατζηαντωνίου προτείνει ένα βίαιο και παράφορο έργο καταιγιστικών ρυθμών, συγκρούσεων και ανατροπών που εκκινεί από την απόγνωση μιας γυναίκας λίγο πριν χάσει ολοκληρωτικά την πίστη της στον Άνθρωπο και στην Ελευθερία, στη δύναμη του Λόγου και της Τέχνης, τους κληροδοτημένους από την ελληνική αρχαιότητα ακρογωνιαίους λίθους της Ευρώπης της Δημοκρατίας και της Χαράς.
Η κρίση του καπιταλισμού έχει μετατραπεί σε κρίση του ανθρώπινου πολιτισμού. Η ζωή των ανθρώπων είναι γεμάτη αντιφάσεις που γεννούν βία στο όνομα μιας διαστρεβλωμένης ευημερίας. Ο κόσμος είναι ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί ανά πάσα στιγμή.
Η επιστροφή της Μέρας της φούστας στο θέατρο ΔΙΠΥΛΟΝ δεν είναι απλώς ένας νέος κύκλος παραστάσεων· είναι μια υπενθύμιση ότι η θεατρική αίθουσα μπορεί ακόμη να λειτουργεί ως τόπος σύγκρουσης, ερωτήσεων και αμφισβήτησης.
Στον ρόλο της καθηγήτριας η Θεοδώρα Τζήμου Στους ρόλους των μαθητών οι Μαρία Αρζόγλου (Μαριάμ), Νατάσα Βλυσίδου (Νατάσα), Νικόλας Γραμματικόπουλος (Λουκάς), Πάνος Κλάδης (Μιχάλης), Θάνος Κόνιαρης (Χακίμ), Οδυσσέας Πετράκης (Φώτης), Πάνος Χατσατριάν (Γκορ)
Το κείμενο της παράστασης βασίζεται ελεύθερα στο έργο του Ζ. Π Λίλιενφελντ και τη διασκευή των Γ. Χίλιε και Ν. Ερπουλάτ. Τα αποσπάσματα των έργων που χρησιμοποιούνται στην παράσταση βασίζονται στις μεταφράσεις του Γιώργου Δεπάστα.
INFO ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΠΥΛΟΝ – Μαύρη αίθουσα Σαμουήλ Καλογήρου 2, Αθήνα 105 53