Αριστοτέλης: Η εξέλιξη της ιστορίας του πνεύματος (Μέρος Ι’)
Υπό την επίδραση που δέχεται από τον Εύδοξο τον Κνίδιο και τον Κάλλιππο τον Κυζικηνό, ο Αριστοτέλης επιχειρεί να αποδείξει ότι ο κόσμος είναι πεπερασμένος, σφαιρικός και αιώνιος
Στον κύκλο των Φυσικών ανήκουν δύο άλλα αριστοτελικά έργα, τα συγγράμματα Περί ουρανού και Περί γενέσεως και φθοράς. Τη στενή αυτή σχέση υποδηλώνει το γεγονός ότι στα Μετά τα Φυσικά τα δύο αυτά συγγράμματα αναφέρονται με τον όρο Φυσικά, ως τμήμα μιας ομάδας μεμονωμένων μελετών.
Κατά πρώτον, στα τέσσερα βιβλία Περί ουρανού παρουσιάζεται η κοσμολογία του Αριστοτέλη, στην οποία καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει η θεωρία του αιθέρα. Σύμφωνα με αυτήν, ο αιθέρας (αιθήρ), του οποίου η φυσική κίνηση είναι κυκλική, προστίθεται ως πέμπτη στις τέσσερις απλές ουσίες με την ανοδική ή καθοδική κίνηση: τη φωτιά, τον αέρα, τη γη και το νερό. Υπό την επίδραση που δέχεται από τον Εύδοξο τον Κνίδιο και τον Κάλλιππο τον Κυζικηνό, μαθητή του πρώτου και μεταρρυθμιστή του αττικού ημερολογίου, ο Αριστοτέλης επιχειρεί να αποδείξει ότι ο κόσμος είναι πεπερασμένος, σφαιρικός και αιώνιος. Με αφετηρία τη θέση του Εύδοξου ότι οι τροχιές των πλανητών είναι δυνατόν να ερμηνευτούν ως κίνηση σφαιρών που περιστρέφονται σε ομόκεντρη διάταξη γύρω από τη Γη, η αριστοτελική θεωρία του αιθέρα τείνει προς μια ορθολογική εξήγηση των πλανητικών τροχιών, χωρίς όμως να απαρνείται την ιδέα ότι οι πλανήτες είναι θεϊκά λογικά όντα.
Κατά την κοσμολογική αντίληψη του Αριστοτέλη στο υπό εξέταση σύγγραμμα, η σφαιρικού σχήματος και μετρίου μεγέθους Γη είναι ακίνητη στο κέντρο του κόσμου. Οι πλανητικές σφαίρες που συγκαταλέγονται στο γεωκεντρικό αυτό σύστημα ανέρχονται σε πενήντα πέντε.
Το έτερο αριστοτελικό σύγγραμμα που συνδέεται στενά με τα Φυσικά, το Περί γενέσεως και φθοράς, εξετάζει τη δομή της ύλης μέσα από μια θεωρητική προσέγγιση των δύο φαινομένων που περιλαμβάνονται στον τίτλο, με παράλληλη κατηγορηματική απόρριψη των απόψεων των Ελεατών.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, έκδοση του αριστοτελικού συγγράμματος «Περί γενέσεως και φθοράς» (μετάφραση – εισαγωγή – επιμέλεια Βασίλης Κάλφας, εκδόσεις «Νήσος», 2011).