Οι λάθος προτεραιότητες των Βρυξελλών – Γίνεται ισχυρή ΕΕ χωρίς κοινωνική και οικονομική ασφάλεια;
Οι ηγέτες της ΕΕ είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν στις αμυντικές βιομηχανίες, αλλά «τσιγκουνεύονται» να αντιμετωπίσουν την ανεργία, την περίθαλψη και την κοινωνική ασφάλεια των λαών τους.
Ενώ οι Ευρωπαίοι ηγέτες βρίσκονται σε μια άνευ προηγουμένου κινητικότητα για να ενισχύσουν τις αμυντικές δαπάνες της ΕΕ, κάποιες φωνές προειδοποιούν πως η πραγματική ασφάλεια είναι κάτι παραπάνω από στρατιωτικές δαπάνες.
«Η πραγματική ασφάλεια απαιτεί μια ευρύτερη κατανόηση, που περιλαμβάνει ισχυρά οικονομικά θεμέλια, ανθεκτική υποδομή, αξιόπιστα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και αποτελεσματικές δημόσιες υπηρεσίες» λέει η Τζούντιθ Κέρτον-Ντάρλινγκ, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου γενική γραμματέας του IndustriALL European Union.
Σε ανάλυσή της στο Social Europe, η Κέρντον Ντάρλιγκ υποστηρίζει ότι η ικανότητα της Ευρώπης να προβάλλει γεωπολιτική ισχύ στο εξωτερικό εξαρτάται αποκλειστικά από την εσωτερική ενότητα, την οικονομική ασφάλεια και την κοινωνική σταθερότητα.
«Για να επιτευχθεί αυτό απαιτούνται φιλόδοξες επενδύσεις πέρα από τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς, με επίκεντρο τους κρίσιμους κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και ψηφιακούς στόχους της Ευρώπης» λέει.
Οι ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να επανεξετάσουν επειγόντως τις προτεραιότητές τους
Αντίθετα, προς μεγάλη της ανησυχία η πρώην ευρωβουλευτίνα, βλέπει ότι πρόσφατες προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αντιμετώπιση των συνεχόμενων κρίσεων δεν ανταποκρίνονται σε αυτήν την επείγουσα ανάγκη.
«Ακόμη χειρότερα, η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών με παράλληλη περικοπή των δημόσιων υπηρεσιών και η αποδυνάμωση της προστασίας των εργαζομένων κινδυνεύει να τροφοδοτήσει εσωτερικές κοινωνικές συγκρούσεις ακριβώς όταν χρειάζεται περισσότερο η συνοχή». Λέει.
Οι Ευρωπαίοι αντί να επανεξετάσουν τις προτεραιότητές τους, προωθούν την πρωτοβουλία «Επανεξοπλισμός Ευρώπης» προϋπολογισμού 800 δισ. ευρώ και ενεργοποιούν την εθνική ρήτρα διαφυγή της ΕΕ για την εξαίρεση των στρατιωτικών δαπανών από τους αναθεωρημένους δημοσιονομικούς κανόνες.
Γιατί ρήτρα διαφυγής για τα όπλα;
Ωστόσο, για την ίδια είναι προκλητικό να χαλαρώνονται οι δημοσιονομικοί περιορισμοί αποκλειστικά για αμυντικές δαπάνες, ενώ παραμελούνται άλλες ζωτικής σημασίας βιομηχανίες.
«Οι ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να επανεξετάσουν επειγόντως τις προτεραιότητές τους» λέει τη στιγμή που «σε όλη την Ευρώπη, οι εργαζόμενοι στους βιομηχανικούς τομείς παλεύουν καθημερινά με σκληρές πραγματικότητες: αναδιάρθρωση, κλείσιμο εργοστασίων, καθυστερημένες επενδύσεις και μειωμένη ζήτηση λόγω των μέτρων λιτότητας και της κρίσης κόστους ζωής»
Μπορεί η Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία (Clean Industrial Deal) της Επιτροπής τα ζητήματα όπως μείωση της ζήτησης, καθυστερημένες επενδύσεις, μειωμένη βιομηχανική ικανότητα και αυξανόμενο ενεργειακό κόστος και των απώλεια θέσεων εργασίας, αλλά τα προτεινόμενα μέτρα στερούνται της απαραίτητης χρηματοδότησης. Για παράδειγμα το πρόσφατο Σχέδιο Βιομηχανικής Δράσης, προσφέρει ελάχιστη ανακούφιση στους εργαζομένους στην αυτοκινητοβιομηχανία και στις αλυσίδες εφοδιασμού, οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρή αναδιάρθρωση, με 90.000 περικοπές θέσεων εργασίας που ανακοινώθηκαν από τον Ιούνιο του 2024.
Την ίδια στιγμή, η ρήτρα διαφυγής της ΕΕ προορίζεται για χρήση υπό εξαιρετικές περιστάσεις, αλλά ο ορισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το «εξαιρετικό» φαίνεται αυθαίρετος. Με οποιοδήποτε πρότυπο, η βιομηχανική βάση της Ευρώπης αντιμετωπίζει εξαιρετικές πιέσεις.
Μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 6 Μαρτίου να χαλαρώσει τους δημοσιονομικούς περιορισμούς για τις αμυντικές δαπάνες, είναι σαφές ότι το υπάρχον πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης είναι ανεπαρκές. Δικαίως, η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων ζήτησε πλήρη αναστολή και ενδελεχή επανεκτίμηση αυτών των δημοσιονομικών κανόνων.
Συλλογική ενότητα, η πραγματική δύναμη
Έτσι, η Κέρντον Ντάρλιγκ καταλήγει ότι η συλλογική δύναμη της Ευρώπης εξαρτάται ουσιαστικά από την ενότητα, την οικονομική ανθεκτικότητα και την κοινωνική σταθερότητα. «Αυτό απαιτεί μια ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική σχεδιασμένη να τονώνει τη ζήτηση, να αναβαθμίζει τις υποδομές, να παρέχει οικονομικά προσιτή και καθαρή ενέργεια και να επιβάλλει αυστηρούς κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και φορολογικούς όρους στη δημόσια χρηματοδότηση».
Το Clean Industrial Deal δικαίως τονίζει τις κοινωνικές προϋποθέσεις για τη διασφάλιση ποιοτικής απασχόλησης και μετρήσιμων αποδόσεων στις δημόσιες επενδύσεις και συμβάσεις. Τέτοιοι όροι πρέπει επειγόντως να γίνουν συνήθης πρακτική για όλες τις πρωτοβουλίες που χρηματοδοτούνται από το δημόσιο, ιδίως για τις δημόσιες συμβάσεις.
Η Ευρώπη, λέει, χρειάζεται ένα φιλόδοξο πρόγραμμα, παρόμοιο με αυτά που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένου ενός μορατόριουμ στις αναγκαστικές απολύσεις και τις απώλειες βιομηχανικής ικανότητας, με λύσεις κατόπιν διαπραγμάτευσης προσαρμοσμένες σε κάθε εργαζόμενο και σε κάθε τοποθεσία. Ο τερματισμός της λιτότητας είναι απαραίτητος για την προώθηση των επενδύσεων σε καθαρές βιομηχανίες.