Η Ραραού, μια μεσόκοπη θεατρίνα τρίτης κατηγορίας, αποφάσισε να διηγηθεί τη ζωή της. Αίφνης, με τρομαχτική ταχύτητα και μεγάλη ένταση, επικοινώνησε με το πλατύ εκείνο κοινό, κάτι που η θητεία της στα πάσης φύσεως μπουλούκια δεν της είχε ποτέ προσφέρει. Είχε, βλέπετε, η Ραραού την τύχη να μιλήσει, μέσα από τις σελίδες του νέου μυθιστορήματος του Παύλου Μάτεσι. «Στύλος», βέβαια, του έργου είναι η μητέρα της Ασημίνα, αυτή που δίνει και τον τίτλο: «Η μητέρα του σκύλου». Αλλά όλα αυτά μάλλον τα ξέρετε. Πώς αλλιώς να εξηγηθούν οι τέσσερις κιόλας εκδόσεις του βιβλίου;
«Παύλο, φανέρωσες πόσο ευάλωτος είσαι», ήταν η κριτική που δέχτηκε από αυστηρή συγγένισσά του. Κι όταν άκουσε για πρώτη φορά το έργο του από τα χείλη τρίτου, αισθάνθηκε «σοκ», «κλονισμό».
«Αν ήμουν χριστιανός, θα το έλεγα εξομολόγηση. Είμαι, όμως, άθεος και το λέω ανάκριση που επέβαλα στον εαυτό μου». Όχι ότι η Ραραού είναι αυτός. «Όλα στην τέχνη είναι πεποιημένα, φτιαχτά», και ο Παύλος Μάτεσις δεν κάνει ρεπορτάζ επί υπαρκτών προσώπων και ιστοριών. Ίσως γι’ αυτό και δεν δίστασε να μιλήσει σε πρώτο γυναικείο πρόσωπο. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που δημιουργεί γυναικείες προσωπικότητες. Θυμηθείτε την «Αφροδίτη» της ομώνυμης νουβέλας του ή την υπέροχη Μάρθα της θεατρικής του «Εξορίας».
«Γυναικείες θεότητες» αποκαλεί τα συγγραφικά του δημιουργήματα. Κι ας οδηγούνται σε φόνους —ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό—, κι ας έχουν απαρνηθεί την εξουσία και απόλαυση του έρωτα. «Ο έρωτας γεμίζει τη ζωή, αλλά σπάνια έχει γίνει θέμα αριστουργημάτων της λογοτεχνίας», πιστεύει. Η Ραραού του είναι μια Αντιγόνη με Οιδίποδα τη μητέρα της. Αυτό τα λέει όλα.
«Δεν έχει, όμως, την αίσθηση του τραγικού», συμπληρώνει ο συγγραφέας. Και παρακαλεί να μην αποκαλύψουμε τα «μυστικά» της. Να σταθούμε μόνο στην ευθύνη που μπορεί να δημιούργησε στον Παύλο Μάτεσι η ύπαρξη ενός «Τρίτου Στεφανιού». «Έχουμε πλούσια λογοτεχνική παράδοση γυναικείων αφηγήσεων. Μην ξεχνάτε τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη…» Για την ώρα ο Παύλος Μάτεσις «κάθεται». Προσπαθεί να αφήσει πίσω του το μυθιστόρημα που, όσο επώδυνη ήταν η γέννησή του, τόση επιτυχία τού χάρισε. Υπέγραψε ήδη συμβόλαιο με τον περίφημο γαλλικό εκδοτικό οίκο «Γκαλιμάρ» και μέσα σε 18 το πολύ μήνες θα το διαβάζουν οι γαλλόφωνοι Ευρωπαίοι.
Είναι περίεργο να δηλώνει ο Παύλος Μάτεσις ότι «κάθεται». Μέσα στους τελευταίους δεκατρείς μήνες μετέφρασε δύο κωμωδίες του Αριστοφάνη («Νεφέλες», «Βάτραχοι»), τρία σύγχρονα θεατρικά έργα και έγραψε τη «Μητέρα του σκύλου». «Οτιδήποτε και να αναλάβω το παίρνω ζεστά. Σαν καλή ιερόδουλος δεν ξεγελάω κανέναν πελάτη μου», λέει και ξεσπάει σε γέλια. Έχει από τώρα καθορίσει με ακρίβεια το μελλοντικό του πρόγραμμα. Ένα θεατρικό έργο για το χειμώνα που φτάνει, ένα νέο μυθιστόρημα για το χειμώνα του 1992. «Το θέατρο με στηρίζει όταν γράφω πεζό. Η αίσθηση χρέους που έχει ο θεατρικός συγγραφέας απέναντι σε ένα κοινό, που πρέπει να καταλάβει, είναι μεγάλο κέρδος. Διότι το θέατρο και η λογοτεχνία είναι συνεταιρισμός. Εγώ καταθέτω τα γεγονότα και ο θεατής ή αναγνώστης καταθέτει τη συγκίνηση που του εκμαιεύουν».
— Έχετε τη «ματαιοδοξία» του καλλιτέχνη, κύριε Μάτεσι;
«Όχι ματαιοδοξία. Φιλοδοξία. Να είμαι καλός οικοδεσπότης σε σχέση με τον αναγνώστη μου, δηλαδή να τον κάνω να περάσει καλά. Να γράφω καλύτερα από τους μεγάλους συγγραφείς που αγαπώ, κι αυτό ακριβώς δηλώνει πόσο μεγάλη είναι η αγάπη γι’ αυτούς».
*Δημοσίευμα του «Ταχυδρόμου» της 13ης Σεπτεμβρίου 1990 αφιερωμένο στον Παύλο Μάτεσι, υπό τον τίτλο «Οικοδεσπότης στη συγκίνησή μας». Ο συγγραφέας είχε συνομιλήσει με τη δημοσιογράφο Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή την εκδοτική επιτυχία του μυθιστορήματός του «Η μητέρα του σκύλου», που είχε πάρει ήδη το δρόμο για το εξωτερικό.
Ο συγγραφέας Παύλος Μάτεσις γεννήθηκε στο χωριό Λάμπεια (Δίβρη) Ηλείας τον Ιανουάριο του 1933 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 20 Ιανουαρίου 2013.