Ένα νέο γύρο στο παιχνίδι των «προκλήσεων» ανοίγουν οι δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, ο οποίος επέλεξε να αναφερθεί στους Έλληνες πολιτικούς λέγοντας πως «δυστυχώς, στην εσωτερική πολιτική της Ελλάδας τα θέματα σχετικά με την Τουρκία είναι τα πρώτα θέματα που καθορίζουν την ατζέντα. Είναι σαν πολιτική ασπιρίνη. Αν έχεις κάποιο πρόβλημα, τότε φέρε στην επικαιρότητα την Τουρκία, τη Μεσόγειο, το Αιγαίο. Έχει δημιουργηθεί η θεωρία της εξαρτημένης αντίδρασης. Έχει δημιουργηθεί η πολιτική εξαρτημένη αντίδραση».
Ο Φιντάν επέλεξε να στοχοποιήσει ευθέως και τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, Νίκο Δένδια, κάτι που δεν γίνεται για πρώτη φορά, αφού το συγκεκριμένο πρόσωπο είναι ένας από τα πολιτικά πρόσωπα που οι τούρκοι πολιτικοί «αγαπούν να μισούν».
Η πάγια θέση Δένδια πως η Άγκυρα δεν έχει αποστεί των «πάγιων επιδιώξεων της», καχυποψία που επιλέγει να εκφράζει διαρκώς ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, αλλά και η κριτική που ασκεί εμμέσως και στην ίδια την κυβέρνηση όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά τον έχουν κάνει τον υπουργό που η Τουρκία επιλέγει να προβάλει όταν θέλει να δείξει ότι εμμένει στις κόκκινες γραμμές της έναντι της Ελλάδας και να κάνει δηλώσεις για εσωτερική κατανάλωση ή και μη.
Οι δηλώσεις Φιντάν
Πέρα από το παιχνίδι των εντυπώσεων ωστόσο, υπάρχουν και ζητήματα τα οποία η Τουρκία έχει ανάγκη να αντιμετωπίσει με τέτοιου είδους δηλώσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν και υπόνοια απειλής όπως τα περί φθηνής πολιτικής που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κρίση με δυσάρεστα αποτελέσματα.
Με τον Φιντάν να συμπληρώνει πως «εμείς δεν διστάζουμε να μπούμε σε πολεμική μαζί τους, δεν διστάζουμε να τους απαντήσουμε. Σε κάθε ζήτημα. Όμως εμείς ξέρουμε τι έχουν κάνει, με ποιους παίχτες, τι πήγαν να κάνουν, πως επιχείρησαν στο παρελθόν να πολιορκήσουν την Τουρκία. Εμείς τα είδαμε αυτά, λάβαμε τα μέτρα μας και συνεχίζουμε».
Με τις δηλώσεις κατά Δένδια να μην είναι η πρώτη φορά που γίνονται, αφού έχει προηγηθεί ο Ερντογάν και όχι μόνο. Όσο για τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, μόνο να ανησυχεί δεν πρέπει αφού οι επιθέσεις τούρκων αξιωματούχων λειτουργούν αντίστροφα και εξαιρετικά θετικά στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Στον Φιντάν απάντησαν πρώτα ο Γεραπετρίτης, με σαφή προειδοποίηση πως «η Ελλάδα ούτε φοβικά σύνδρομα έχει, ούτε προσδιορίζεται σε αναφορά με την Τουρκία. Και δεν δεχόμαστε υποδείξεις από κανέναν. Αντιλαμβανόμαστε την ένταση που μπορεί να προκαλεί η ισχυρή και ενεργητική εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Ας εξοικειωθούν όλοι με αυτή την πραγματικότητα και ας μην μετατρέπουν την αμηχανία σε εχθροπάθεια». Όπως επεσήμανε δε «οι σχέσεις καλής γειτονίας, τις οποίες η Ελλάδα ανέκαθεν επιδιώκει, δεν προάγεται με αμετροεπείς και άκαιρες δηλώσεις».
Ακολούθησε ο Δένδιας σημειώνοντας για τις δηλώσεις Φιντάν πως «πέρα από το ότι είναι καθολικά απαράδεκτες και απρεπείς, παραβιάζουν μια αρχή γνωστή ακόμα και στους πρωτοετείς διπλωμάτες: Την αρχή της μη ανάμειξης στην εσωτερική πολιτική άλλων χωρών. Λυπάμαι λοιπόν ειλικρινά που επελέγη αυτή η οδός».
Τι πέτυχαν τα «ήρεμα νερά»
Όπως έχει σημειώσει ο Γιώργος Γεραπετρίτης η Ελλάδα κατά την περίοδο των «ήρεμων νερών», που ξεκίνησαν με αφορμή τους σεισμούς στην Τουρκία το 2023 και συνέχισαν με την «Διακήρυξη των Αθηνών» στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας την ίδια χρονιά, έχει πετύχει να μηδενίσει τις παραβιάσεις και τις υπερπτήσεις, να ελαχιστοποιήσει τις μεταναστευτικές ροές στο Αιγαίο και να ενισχύσει σημαντικά την τουριστική κίνηση και να δώσει ζωή σημαντκή ώθηση στην οικονομία, σε 12 νησιά του Αιγαίου (Κάλυμνος, Καστελόριζο, Κως, Λέσβος, Λέρος, Λήμνος, Ρόδος, Σάμος, Σύμη, Χίος, Πάτμος και Σαμοθράκη), με τις βίζες εξπρές.
Την ίδια στιγμή ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, τα Θαλάσσια Πάρκα, αλλά και το καλώδιο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου, μπορεί να προκάλεσαν την αντίδραση της Τουρκίας, ωστόσο αυτό, όπως επισημαίνει η Αθήνα, έγινε ως αποτέλεσμα της κινητικότητας της ελληνικής πλευράς. Και μία αντίδραση η οποία σε καμία περίπτωση δεν έφτασε να οδηγήσει σε κρίση.
Για την Αθήνα είναι σαφές ότι η Άγκυρα δεν έχει αλλάξει τις πάγιες θέσεις της εδώ και πάνω από 30 χρόνια. Ωστόσο ο στόχος είναι οι θέσεις αυτές να μην καταστεί δυνατό να παράγουν κρίσεις. Διαμηνύοντας παράλληλα πως η Ελλάδα δεν προτίθεται να κάνει εκπτώσεις σε ζητήματα κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η διαμόρφωση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής
Με αναλυτές να επισημαίνουν πως την εξωτερική πολιτική της χώρας τη διαμορφώνει ο πρωθυπουργός και το ΚΥΣΕΑ, στο οποίο συμμετέχουν – μεταξύ άλλων – τόσο ο Γεραπετρίτης όσο και ο Δένδιας, ως συναρμόδιοι υπουργοί φέροντας και την αντίστοιχη ευθύνη.
Οι δηλώσεις Φιντάν μπορεί να θεωρούνται απαραίτητες για το εσωτερικό της Τουρκίας και κυρίως για να προλάβει αντιδράσεις της αντιπολίτευσης. Ιδιαίτερα ενόψει της 30ης Αυγούστου, που είναι και η Ημέρα της Νίκης, την ημέρα που η «Τουρκική Δημοκρατία» γιορτάζει την ήττα του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία το 1922, με ηγέτη τον Κεμάλ Ατατούρκ.
Το ερώτημα είναι αν οι συγκεκριμένες δηλώσεις προμηνύουν μία αλλαγή πολιτικής από την Άγκυρα στο πεδίο, σε μία περίοδο που ο τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται ενισχυμένος στη διπλωματική σκακιέρα και αν θα θέλει να ανοίξει επί της ουσίας μέτωπο με την Ελλάδα.
Ο θόρυβος
Με το θόρυβο που προκαλούν δηλώσεις τύπου Φιντάν ωστόσο να αποτελούν σημαντικό παράγοντα δημιουργίας αίσθησης έντασης, που μπορεί να φέρει δυσάρεστα αποτελέσματα.
Υπενθυμίζεται ότι Κυριάκος Μητσοτάκης και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προγραμματίζουν συνάντηση στη Νέα Υόρκη το Σεπτέμβριο στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ενώ άγνωστο παραμένει το πότε και αν θα προγραμματιστεί τελικά το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, που αυτή τη φορά θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στην Άγκυρα.
Με Αθήνα και Άγκυρα να έχουν σε κάθε περίπτωση εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις τόσο όσον αφορά την προσέγγιση των ελληνοτουρκικών και του διαλόγου, όσο και του διεθνούς δικαίου, με τις θέσεις των δύο πλευρών να μην δείχνουν ότι μπορούν να γεφυρωθούν χωρίς τη διάθεση αμοιβαίου συμβιβασμού.
Ενώ το γεγονός ότι τα ελληνοτουρκικά έχουν αξιοποιηθεί και από τις δύο πλευρές κατά καιρούς δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα στη γεφύρωση του χάους.