Σε έναν κόσμο που από τη μία αγωνίζεται για ενεργειακή επάρκεια και από την άλλη παλεύει να δει τι θα κάνει με τα εκατομμύρια τόνους σκουπιδιών που καταστρέφουν το περιβάλλον, αναδεικνύεται μια λύση που ίσως φαίνεται παράδοξη: τα σκουπίδια μας δεν χρειάζεται να είναι πλέον ένα μεγάλο πρόβλημα, αλλά μία πιθανή βιώσιμη λύση.
Η τεχνολογία “Waste-to-Energy” (WtE), η μετατροπή δηλαδή αποβλήτων σε ενέργεια, προσφέρει ένα καινοτόμο διπλό όφελος: τα απορρίμματα γίνονται πόροι, αξιοποιώντας ό,τι θεωρούσαμε μέχρι σήμερα άχρηστο.
Γνωρίστε την τεχνολογία WtEπου αλλάζει τα δεδομένα
Οι εγκαταστάσεις WtE μετατρέπουν τα απορρίμματα σε ενέργεια μέσω θερμικών, χημικών ή βιολογικών διεργασιών. Οι πιο γνωστές μέθοδοι είναι:
Καύση (incineration): Η θερμική επεξεργασία μη ανακυκλώσιμων απορριμμάτων παράγει θερμότητα, η οποία χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Αεριοποίηση και πυρόλυση: Προηγμένες θερμοχημικές μέθοδοι που παράγουν «syngas» – ένα αέριο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο.
Αναερόβια χώνευση: Οργανικά απόβλητα, όπως υπολείμματα τροφών, μετατρέπονται σε βιοαέριο (μεθάνιο) χωρίς την παρουσία οξυγόνου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη στραφεί σε αυτή την πρακτική, με χώρες του βορρά, όπως η Σουηδία, να ανακυκλώνουν ή να μετατρέπουν σε ενέργεια πάνω από το 99% των οικιακών τους απορριμμάτων.
Παγκόσμιες πρακτικές με εντυπωσιακά αποτελέσματα
Αλλά και στην άλλη άκρη του πλανήτη και συγκεκριμένα στην Ιαπωνία, οι περισσότερες πόλεις επεξεργάζονται θερμικά τα απορρίμματα τους. Στη γείτονα Κωνσταντινούπολη, το εργοστάσιο WtE που εγκαινιάστηκε το 2021 επεξεργάζεται καθημερινά 3.000 τόνους σκουπιδιών και καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες 1,4 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Σύμφωνα με την εταιρεία Market Research Future, η παγκόσμια αγορά WtE αναμένεται να ξεπεράσει τα 90 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2034, με ετήσια αύξηση που αγγίζει το 7%.
Απόβλητα με αξία για την κοινωνία και το περιβάλλον
Η μετατροπή απορριμμάτων σε ενέργεια προσφέρει πολλαπλά πλεονεκτήματα όπως:
Μείωση του όγκου των απορριμμάτων: Η καύση μπορεί να μειώσει τον όγκο έως και 90%, στις ΧΥΤΑ.
Παραγωγή ενέργειας από τοπικές πηγές: Ενισχύεται η ενεργειακή αυτάρκεια με παράλληλη μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα.
Μείωση εκπομπών μεθανίου: Η επεξεργασία θα μειώσει σημαντικά το αποτύπωμα των ΧΥΤΑ που αποτελούν σημαντική πηγή μεθανίου (ενός εκ των πιο επιβλαβών αερίων του θερμοκηπίου).
Ανάκτηση πρώτων υλών: Από τις στάχτες της καύσης μπορούν να ανακτηθούν μέταλλα και άλλα χρήσιμα υλικά.
Υπάρχουν και οι προκλήσεις
Όπως όλα τα νέα πράγματα έτσι και αυτό έχει δημιουργήσει κάποιες ανησυχίες. Η καύση απορριμμάτων εγείρει ερωτήματα για την εκπομπή ρύπων όπως διοξίνες και βαρέα μέταλλα. Ωστόσο, η τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει πλέον αυστηρό φιλτράρισμα και συμμόρφωση με τα αυστηρότερα περιβαλλοντικά πρότυπα, όπως αυτά που ορίζει η Οδηγία 2010/75/ΕΕ της ΕΕ για τις βιομηχανικές εκπομπές (EUR-Lex).
Επιπροσθέτως, η οικονομική βιωσιμότητα είναι άλλη μία πρόκληση, καθώς απαιτείται αρχικά υψηλό επενδυτικό κόστος. Όμως, η απόσβεση μπορεί να επιτευχθεί σε βάθος χρόνου, ειδικά όταν η τιμή της παραγόμενης ενέργειας γίνει ανταγωνιστική.
Η περίπτωση της Ελλάδας και το στρατηγικό σχέδιο του ΥΠΕΝ
Σε μια φιλόδοξη προσπάθεια να μετατρέψει την πρόκληση της διαχείρισης απορριμμάτων σε ευκαιρία ενεργειακής αξιοποίησης, η Ελλάδα βρίσκεται σε κομβικό σημείο. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προωθεί ένα στρατηγικό σχέδιο που προβλέπει τη δημιουργία έξι μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης απορριμμάτων (WtE) σε διάφορες περιοχές της χώρας, σηματοδοτώντας μια ριζική αλλαγή από την υφιστάμενη πρακτική της ταφής του 80% των σκουπιδιών.
Από την επιβαρυντική ταφή στην ενεργειακή αξιοποίηση
Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα πολύ πίσω από τους ευρωπαϊκούς στόχους, καθώς μόνο το 20% των αστικών αποβλήτων ανακυκλώνεται, έναντι του στόχου του 10% για ταφή έως το 2030. Το νέο σχέδιο, που βρίσκεται σε κλειστή διαβούλευση με φορείς και επενδυτές, στοχεύει στην καύση των υπολειμμάτων από την επεξεργασία των απορριμμάτων, ή ακόμα και των σύμμεικτων σκουπιδιών για ένα μεταβατικό διάστημα, για την παραγωγή ενέργειας.
Οι έξι προτεινόμενες μονάδες θα έχουν συνολική δυναμικότητα 1.186.000 τόνων ετησίως και θα παράγουν 1.030 GWh ηλεκτρικής ενέργειας τον χρόνο, καλύπτοντας το 2% της ετήσιας κατανάλωσης της χώρας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 57,5% αυτής της ενέργειας θα θεωρείται ανανεώσιμη, λόγω της βιοαποδομήσιμης σύστασης των απορριμμάτων.
Οι στρατηγικές θέσεις και το επενδυτικό ενδιαφέρον
Η μελέτη, που εκπονήθηκε από την κοινοπραξία Energoplan – EPTA, προσδιορίζει τις εξής περιοχές για τη χωροθέτηση των μονάδων:
Ροδόπη (62.000 τόνοι/έτος), πιθανώς στην Ξάνθη, για Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.
Κοζάνη (288.000 τόνοι/έτος), στις εκτάσεις της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα, για Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία και Ιόνια νησιά (Κέρκυρα). Η ΔΕΗ έχει ήδη εκδηλώσει επίσημο ενδιαφέρον για αυτή τη μονάδα, με εκτιμώμενη επένδυση 300 εκατ. ευρώ.
Δυτική Ελλάδα και Πελοπόννησος (154.000 τόνοι/έτος), πιθανές τοποθεσίες σε Αρκαδία, Ηλεία ή Αχαΐα, εξυπηρετώντας και τα Ιόνια νησιά (Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Λευκάδα).
Βοιωτία (186.000 τόνοι/έτος), με ενδιαφέρον από τη Metlen για εγκατάσταση στις δικές της υποδομές, καλύπτοντας Κεντρική Ελλάδα και τμήμα της Αττικής.
Αττική (356.000 τόνοι/έτος), καλύπτοντας και νησιά του Βόρειου και Νότιου Αιγαίου.
Ηράκλειο Κρήτης (140.000 τόνοι/έτος), για όλη την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα.
Εκτός από τη ΔΕΗ και τη Metlen, μεγάλοι όμιλοι όπως οι ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, AKTOR, MotorOil και Μεσόγειος έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον. Ωστόσο, τονίζουν την ανάγκη για ένα σταθερό θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο που θα στηρίξει αυτές τις μεγάλες επενδύσεις.
Τεχνολογία & Προδιαγραφές
Η πλέον ώριμη και αποτελεσματική τεχνολογία που προκρίνεται είναι η αποτέφρωση με «movinggrateincineration«, σύμφωνη με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Το σχέδιο προβλέπει αυστηρές περιβαλλοντικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων αυξημένων μετρήσεων διοξινών και φουρανίων και τη δημιουργία ανοιχτής ηλεκτρονικής πλατφόρμας (με πρόσβαση από όλους τους πολίτες) για τη δημοσιοποίηση επτά τοξικών αέριων ρύπων, εξασφαλίζοντας διαφάνεια και περιβαλλοντική ευθύνη.
Με την υλοποίηση αυτού του σχεδίου, το ποσοστό των απορριμμάτων που οδηγούνται σε ταφή εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 8,77% την επόμενη πενταετία, φτάνοντας ακόμα και στο μηδέν από το 2040 και μετά.
Η στρατηγική αυτή αναδεικνύει μια στροφή προς την κυκλική οικονομία και την πράσινη μετάβαση, μετατρέποντας ένα χρόνιο πρόβλημα σε ευκαιρία για ενεργειακή αυτονομία και περιβαλλοντική βελτίωση και στη χώρα μας.