in.gr > The Good Life > Φόνος στο Μονακό – Ποιός δολοφόνησε τον δισεκατομμυριούχο τραπεζίτη Έντμοντ Σάφρα; Ο νοσοκόμος, η Ρωσική μαφία και η «μαύρη χήρα»
Φόνος στο Μονακό – Ποιός δολοφόνησε τον δισεκατομμυριούχο τραπεζίτη Έντμοντ Σάφρα; Ο νοσοκόμος, η Ρωσική μαφία και η «μαύρη χήρα»
Τον Δεκέμβριο του 1999, μια πυρκαγιά σε ένα υπερπολυτελές ρετιρέ στο Μόντε Κάρλο έκοψε το νήμα της ζωής του μεγιστάνα τραπεζίτη Έντμοντ Σάφρα. Σήμερα ένα νέο ντοκιμαντέρ στο Netflix φέρνει στο φως ένα μυστήριο που θα στοιχειώνει την αυτοκρατορία του χρήματος για πάντα
Ένα νέο ντοκιμαντέρ στο Netflix εξακολουθεί να απαιτεί απαντήσεις. Στις 3 Δεκεμβρίου 1999, ο Έντμοντ Σάφρα, ο Λιβανεζο-Βραζιλιάνος ιδρυτής της Republic National Bank, πέθανε από ασφυξία. Ο 67χρονος δισεκατομμυριούχος, ο οποίος έπασχε από τη νόσο του Πάρκινσον, άφησε την τελευταία του πνοή στο φρούριο του, το οχυρωμένο, αχανές ρετιρέ του στο Μονακό. Μαζί του έχασε τη ζωή της και η νοσοκόμα του, Βίβιαν Τορέντε.
Παρόλο που οι αρχές αρχικά υπέθεσαν ότι πρόκειται για μια αποτυχημένη ληστεία, οι συνθήκες ήταν πολύ πιο περίπλοκες. Ο Σάφρα και η Τορέντε είχαν κλειδωθεί στο μπάνιο, το οποίο λειτουργούσε ως δωμάτιο πανικού, περιμένοντας τη βοήθεια που δεν έφτασε ποτέ εγκαίρως, καθώς η φωτιά έλιωνε τα πάντα γύρω τους.
Ο δισεκατομμυριούχος τραπεζίτης Εντμοντ Σάφρα ήταν ακόμη ζωντανός όταν έφτασαν οι πυροσβέστες στο φλεγόμενο διαμέρισμά του έγραφε το Associated Press.
Ωστόσο, αγνόησε τις εκκλήσεις τους να βγει από το κλειδωμένο μπάνιο, όπου λίγο αργότερα πέθανε, ανέφερε ο Ντανιέλ Σερντέτ, πρώτος ανακριτής του Μονακό.
Ο Σερντέτ είπε στους δημοσιογράφους ότι η σύζυγος του Σάφρα και οι πυροσβέστες πάλεψαν με τον πυκνό καπνό προσπαθώντας να σώσουν τον 67χρονο μεγαλοτραπεζίτη και την Αμερικανίδα υπήκοο φιλιππινέζικης καταγωγής Τορέντε.
Η σύζυγός του Λίλι και η εγγονή της, οι οποίες είχαν κρυφτεί σε ένα άλλο δωμάτιο όταν άκουσαν το συναγερμό, ήταν καλά στην υγεία τους. Ένας από τους νοσοκόμους του, ο Αμερικανός Τοντ Μάχερ, που δέχτηκε δύο πλήγματα από μαχαίρι, είπε στην αστυνομία ότι τον τραυμάτισαν δύο μασκοφόροι που εισέβαλαν στο διαμέρισμα.
Στο ρετιρέ βρέθηκε επίσης ένα ματωμένο μαχαίρι μήκους 8 εκατ., αλλά ο ανακριτής δεν διευκρίνισε αν ανιχνεύθηκαν αποτυπώματα ενώ υποστήριξε πως δεν υπήρχαν αποδείξεις για να στηρίξουν τη θεωρία των δύο εισβολέων. Η φωτιά ξεκίνησε από κάδο απορριμμάτων μέσα στο διαμέρισμα.
Ο Μάχερ, πρώην καταδρομέας και μέλος της νοσηλευτικής ομάδας του Σάφρα, υπό την πίεση των αποδείξεων, ομολόγησε πως ο ίδιος σκηνοθέτησε την επίθεση και άναψε τη φωτιά σε ένα καλάθι αχρήστων. Το κίνητρό του; Ήθελε να φανεί ήρωας στα μάτια του εργοδότη του για να κερδίσει την εύνοιά του, φοβούμενος ότι θα έχανε την επικερδή δουλειά του.
«Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι μια τόσο τρομερή τραγωδία προήλθε από μια τόσο μικρή φωτιά», δήλωσε αργότερα, χαρακτηρίζοντας το συμβάν ως ένα «φρικτό ατύχημα».
Την ίδια χρονιά, το περιοδικό Forbes ταξινόμησε τον Σάφρα στους πιο πλούσιους ανθρώπους της γης. Η επίθεση έγινε καθώς ο δισεκατομμυριούχος βρισκόταν στα τελικά στάδια συμφωνίας εξαγοράς της Republic Bank από την HSBC με έδρα το Λονδίνο. Τίποτα δεν είχε τελειώσει.
Μαφία, καρτέλ, FBI, προδοσία
Παρά την καταδίκη του Μάχερ σε 10 χρόνια φυλάκιση το 2002, η υπόθεση τροφοδότησε έντονη παραφιλολογία. Πολλοί αμφισβήτησαν την επίσημη εκδοχή, θεωρώντας τον Μάχερ αποδιοπομπαίο τράγο ισχυρότερων συμφερόντων.
Η πιο διαδεδομένη θεωρία ενέπλεκε τη ρωσική μαφία. Πριν τον θάνατο του, σύμφωνα με τον Guardian, ο Σάφρα είχε κατηγορηθεί για ξέπλυμα ρωσικού χρήματος και ναρκοδολαρίων του κολομβιανού καρτέλ του Μεντεγίν και του δικτάτορα του Παναμά Μανουέλ Νοριέγκα. Λέγεται πως ο Σάφρα, λίγο πριν πεθάνει είχε αρχίσει να συνεργάζεται με το FBI για να αποκαλύψει τη βρώμικη πορεία του χρήματος.
Ο Σάφρα ήταν γνωστός για τα ακραία μέτρα ασφαλείας που λάμβανε σε όλα του τα σπίτια, γεγονός που έκανε πολλούς να πιστεύουν ότι μόνο μια επαγγελματική επιχείρηση από καρτέλ ή τρομοκράτες θα μπορούσε να διαπεράσει την άμυνά του. Παρά τις φήμες, ο Μάχερ παρέμεινε ο μόνος που κρίθηκε ένοχος για την τραγωδία ως ένας από τους 12 νοσοκόμους του Σάφρα.
Η ιστορία δεν έπαψε ποτέ να έχει κενά, το μυστήριο δεν έληξε ποτέ.
Η απόδραση
Λίγο μετά την καταδίκη του, επιχείρησε να αποδράσει από τις φυλακές του Μονακό και να διαφύγει στη Γαλλία, αλλά συνελήφθη λίγες ώρες αργότερα. Μετά την αποφυλάκισή του το 2007, επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλαξε το όνομά του σε Τζον Γκριν, προσπαθώντας να συνεχίσει να εργάζεται ως νοσηλευτής.
Ωστόσο, το παρελθόν του τον καταδίωξε όταν η άδειά του ανακλήθηκε το 2013, επειδή απέκρυψε την καταδίκη του από τους εργοδότες του. Ο Μέιχερ συνέχισε τη διολίσθηση στο έγκλημα, φτάνοντας να ληστέψει την πρώην σύζυγό του και να απαγάγει τα σκυλιά της το 2022.
Η πτώση του Μάχερ ολοκληρώθηκε με τον πιο σκοτεινό τρόπο. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή για πλαστογραφία και κλοπή, προσπάθησε να πληρώσει έναν συγκρατούμενό του για να δολοφονήσει την πρώην σύζυγό του, Κιμ Λαρκ, με σκοπό να κλέψει τα χρήματά της.
Τον Μάρτιο του 2025, κρίθηκε ένοχος για την απόπειρα πρόκλησης δολοφονίας και καταδικάστηκε σε επιπλέον 9 χρόνια κάθειρξης.
Σήμερα, ο άνθρωπος που κάποτε κρατούσε τη ζωή ενός δισεκατομμυριούχου στα χέρια του, βρίσκεται σε ιατρική πτέρυγα φυλακών στο Νέο Μεξικό, αντιμετωπίζοντας τον καρκίνο του λαιμού και το βάρος μιας ιστορίας που ξεκίνησε με μια μικρή φλόγα ενώ το μυστήριο του Σάφρα συνεχίζει να στοιχειώνει το Μονακό.
Όταν ο Έντμοντ Σάφρα παντρεύτηκε τη Λίλι Γουότκινς η αριστοκρατία του χρήματος σχολίασε το υπέρλαμπρο γεγονός.
Ήταν 1976 όταν οι socialites και τα σκανδαλοθηρικά έντυπα θα ψιθύριζαν πολλά για την συμμαχία τους. Ο Σάφρα ήταν ο ανύπανδρος έως τότε ιδρυτής της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της Νέας Υόρκης και η πολυεκατομμυριούχος Γουότκινς είχε δύναμη που της κληροδότησε ο δεύτερος σύζυγός της. Αυτός που πριν τον Σάφρα, είχε αυτοκτονήσει.
Ο Σάφρα ήταν εκείνος που διαχειριζόταν το χαρτοφυλάκιο της χήρας Γουάτκινς που οι αδελφοί του τραπεζίτη και ιδιοκτήτες τραπεζών στη Βραζιλία δεν ενέκριναν ως νύφη. Βέβαια ο γάμος προχώρησε, το προσυμφωνητικό των 600 σελίδων υπογράφθηκε και το χρήμα πολλαπλασιάστηκε. Όπως και οι θάνατοι.
Σύμφωνα με τον Guardian, η δυναστεία Σάφρα, γεννήθηκε αρχικά το 1939 από τον προ-προπάππο του Έντομοντ. «Η οικογένεια των Λιβανέζων Εβραίων δισεκατομμυριούχων έγινε ο πιο έμπιστος τραπεζίτης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως για τη διευκόλυνση του εμπορίου μεταξύ της Αλεξάνδρειας, του Χαλεπίου και της Κωνσταντινούπολης».
Ακολουθώντας το μοντέλο των μεγάλων τραπεζικών οίκων όπως οι Ρότσιλντ, ο πατριάρχης Ιακώβ Σάφρα προώθησε τους γιους του, Έντμοντ, Τζόζεφ και Μοϊσέ, σε μια παγκόσμια εξάπλωση που ένωσε τη Βραζιλία με τη Νέα Υόρκη και την Ελβετία. Όμως, η στιγμή που η οικογένεια πέρασε οριστικά στη σφαίρα του μύθου ήταν το 1976, με τον γάμο του 44χρονου Έντμοντ και της 42χρονης Λίλι Γουότκινς.
Από τον Ωνάση στον Σινάτρα
«Ήταν ο ακαταμάχητος συνδυασμός μιας γυναίκας με παρελθόν και ενός άνδρα με μέλλον», δήλωσε χαρακτηριστικά ένας κοινός τους φίλος στο περιοδικό Vanity Fair. Η Λίλι ήταν μια πολυεκατομμυριούχος που είχε ήδη βιώσει τη διπλή τραγωδία της αυτοκτονίας του δεύτερου συζύγου της, ενώ ο Έντμοντ ήταν ο εργένης ιδρυτής της Republic National Bank.
Ο σκεπτικισμός των αδελφών Σάφρα για τη νύφη ήταν τέτοιος που χρειάστηκαν 600 σελίδες προγαμιαίας συμφωνίας για να επιτευχθεί ο συμβιβασμός.
Το ζεύγος Σάφρα δημιούργησε έναν κόσμο απαράμιλλης πολυτέλειας, με κατοικίες στην Πέμπτη Λεωφόρο, το Παρίσι και το Λονδίνο.
Από τον Αριστοτέλη Ωνάση έως τον Φρανκ Σινάτρα, η υψηλή κοινωνία τιμούσε τα καλέσματα των Σάφρα ανά τον κόσμο. Από την Νέας Υόρκη στο μοιραίο ρετιρέ πάνω από την τράπεζα στο Μόντε Κάρλο ή τη θρυλική βίλα La Leopolda στη Γαλλική Ριβιέρα που ήταν και το κέντρο των επιχειρήσεών τους.
Η θρυλική έπαυλη στη Γαλλική Ριβιέρα, ένα κτήμα που κάποτε ανήκε στον εγκληματία και μοχθηρό αποικιοκράτη βασιλιά Λεοπόλδο Β΄ του Βελγίου, αποτέλεσε το σκηνικό για ταινίες του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Εκεί, ο Έντμοντ και η Λίλι ζούσαν σε ένα καθεστώς απόλυτης προστασίας, έχοντας προσλάβει πρώην πράκτορες της Μοσάντ ως προσωπική φρουρά.
Παρά την ενασχόλησή τους με την τέχνη —με τη Λίλι να συλλέγει έπιπλα του 18ου αιώνα και τον Έντμοντ να αστειεύεται πως «θα είχαμε μεγαλύτερη περιουσία αν επενδύαμε σε πίνακες»— ο φόβος για την ασφάλειά τους ήταν διαρκής. Ο Σάφρα, που ήδη έπασχε από Πάρκινσον, ένιωθε συχνά την απειλή του ρωσικού υποκόσμου και των καρτέλ να πλησιάζει.
Δωμάτιο πανικού
Το τέλος ήρθε με τον πιο ειρωνικό τρόπο το 1999, μέσα στο ίδιο το «φρούριο» που είχε χτίσει ο τραπεζίτης. Ενώ βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις για την πώληση της τράπεζάς του στην HSBC αντί 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η μοιραία φωτιά έλιωσε τα πάντα στο ρετιρέ του στο Μόντε Κάρλο.
«Η Λίλι κοιμόταν απομονωμένη στην αντίθετη πτέρυγα πίσω από πόρτες ενισχυμένου χάλυβα», αναφέρουν οι μαρτυρίες, γεγονός που εμπόδισε την έγκαιρη παρέμβαση. Οι φήμες για ρωσικό δάκτυλο ή εκδίκηση από το καρτέλ του Μεντεγίν οργίασαν, όμως η αστυνομία κατέληξε στον αμφιλεγόμενο νοσοκόμο Μάχερ.
Ο Μάχερ που ομολόγησε πως άναψε τη φωτιά για να εμφανιστεί ως σωτήρας, μια ομολογία που αργότερα ανακάλεσε ισχυριζόμενος πως εκβιάστηκε.
«Αυτοκράτειρα Μπιάνκα»
Μετά τον θάνατο του συζύγου της, η Λίλι Σάφρα αφοσιώθηκε στο να προστατέψει την υστεροφημία της και αφιερώθηκε σε φιλανθρωπίες και δράσεις του Ιδρύματος Έντμοντ Τζ. Σάφρα του οποίου ήταν πρόεδρος.
Στον απόηχο του θανάτου του, η χήρα έγινε παράγοντας στην αγορά τέχνης και έκανε δωρεές εκατομμυρίων δολαρίων σε πρωτοβουλίες για τη θεσμική διαφθορά, την έρευνα για τη νόσο Αλτσχάιμερ, για τη θεραπεία των τραυμάτων του εγκεφάλου και της σπονδυλικής στήλης.
Το 2005 απείλησε με μήνυση τον εκδοτικό οίκο Arcadia και τη λαίδη Κόλιν Κάμπελ, συγγραφέα του μυθιστορήματος Empress Bianca, το οποίο υπαινισσόταν ότι ο Εντμοντ ήταν ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του δευτέρου συζύγου της, η οποία παρουσιάστηκε ως αυτοκτονία, και πως η ίδια βρισκόταν πίσω από τη μυστηριώδη πυρκαγιά που προξένησε τον θάνατο του Σάφρα, η οποία παρουσιάστηκε ως ατύχημα. Κέρδισε και το βιβλίο αποσύρθηκε.
Σύμφωνα με το Forbes, «ο Έντμοντ άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στο Edmond J. Safra Philanthropic Foundation, αλλά άφησε επίσης στη Λίλι αρκετά περιουσιακά στοιχεία για να την κάνει δισεκατομμυριούχο».
Το Forbes συμπεριέλαβε τη χήρα μεταξύ των δισεκατομμυριούχων του κόσμου στη λίστα του 2020 με καθαρή περιουσία να εκτιμάται σε 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η δισεκατομμυριούχος Λίλι πέθανε τo 2022 σε ηλικία 87 ετών.
To ντοκιμαντέρ Murder in Monaco προβάλλεται στο Netflix.
Για πρώτη φορά, η ζωή του Νίκου Ξυλούρη ανεβαίνει στο θεατρικό σανίδι από τη Stages Network και τα Αθηναϊκά Θέατρα, με το έργο Ο Αρχάγγελος της Κρήτης. Έως τις 31 Ιανουαρίου στο θέατρο ΗΒΗ.
Μια από τις πιο ωραίες φωνές της γενιάς της, η Βιολέτα Ίκαρη επιστρέφει στη δισκογραφία με το EP Σύννεφα Μπαλόνια, αλλά και στον Σταυρό του Νότου στις 26 Δεκεμβρίου.
Φροίξος Φυντανίδης
WIDGET ΡΟΗΣ ΕΙΔΗΣΕΩΝΗ ροή ειδήσεων του in.gr στο site σας