Ο Τραμπ, οι σπάνιες γαίες και η Κεντρική Ασία ως γεωπολιτικό «νέο σύνορο» των ΗΠΑ
Υπό την κυβέρνηση Τραμπ 2.0, οι ΗΠΑ στοχεύουν τις σπάνιες γαίες της Κεντρικής Ασίας, αναδιαμορφώνοντας την περιφερειακή ισχύ έναντι της Κίνας, ενώ η Ευρώπη κινδυνεύει να μείνει με… άδεια χέρια
Ήτοι βαρέα μέταλλα, που υπάρχουν μεν σε αφθονία στον φλοιό της Γης, πλην όμως σε μικρές συγκεντρώσεις, που καθιστούν την εξόρυξή τους δύσκολη και δαπανηρή, καθώς και εξαιρετικά επιζήμια για το περιβάλλον.
Είναι ωστόσο απαραίτητα για την πράσινη μετάβαση και την αυτοκινητοβιομηχανία, έως τα ηλεκτρονικά και την αμυντική βιομηχανία.
Θεωρούνται πλέον θεμελιώδες συστατικό της παγκόσμιας βιομηχανίας.
«Ένα από τα βασικά θέματα στην ατζέντα μας είναι τα κρίσιμα ορυκτά», τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατά την τριμερή σύνοδο κορυφής με τους ηγέτες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, τον περασμένο Αύγουστο.
Υπογράμμισε την ανάγκη «επέκτασης των αλυσίδων εφοδιασμού μας» σε όλο τον κόσμο, ξεκινώντας από τις χώρες που «κάποτε φιλοξένησαν τον αρχαίο Δρόμο του Μεταξιού».
Τρεις μήνες μετά, στις 6 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ φιλοξένησε στον Λευκό Οίκο τους ομολόγους του από τις πέντε χώρες της Κεντρικής Ασίας.
Αν και αφορμή αποτέλεσε η 10η επέτειος του σχήματος C5+1 (αφορά τη συνεργασία της Ουάσινγκτον με το Καζακστάν, την Κιργιζία, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν στους τομείς της οικονομίας, της ενέργειας και της ασφάλειας), σηματοδότησε μια σημαντική διπλωματική μεταστροφή των ΗΠΑ.
Έπειτα από χρόνια περιορισμένης εστίασης της Ουάσιγκτον στην περιοχή, η πλούσια σε κρίσιμα ορυκτά Κεντρική Ασία επανέρχεται στο προσκήνιο στην εποχή Τραμπ 2.0.
Ζητούμενο για τον Λευκό Οίκο είναι τα πολύτιμα μέταλλά της, η αναδιαμόρφωση της αμερικανικής περιφερειακής ισχύος και ο περιορισμός του ρόλου της Κίνας στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού.
Στο κυνήγι για τις σπάνιες γαίες
Ως έχουν σήμερα τα πράγματα, η Κίνα ελέγχει το 92% της παγκόσμιας παραγωγής σπάνιων γαιών, στο στάδιο της επεξεργασίας.
Αυτό το επίπεδο εξάρτησης καθιστά τις ΗΠΑ ευάλωτες, όπως καταδεικνύει και ο τελευταίος εμπορικός πόλεμος με το Πεκίνο.
Σε αυτό το φόντο, η Κεντρική Ασία αποτελεί ένα πλούσιο «ορυχείο».
Στα εδάφη της υπάρχουν μεγάλα αποθέματα ουρανίου, χαλκού, χρυσού, βολφραμίου και σπάνιων γαιών, μεταξύ άλλων.
Μόλις πρόσφατα το Καζακστάν -πρώτος παραγωγός ουρανίου παγκοσμίως και δεύτερος μεγαλύτερος σε χρώμιο- ανακοίνωσε την ανακάλυψη ενός μεγάλου κοιτάσματος σπάνιων γαιών.
Το Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν εντείνουν την ανάπτυξη πολύτιμων μετάλλων, ενώ η Κιργιζία και το Τατζικιστάν εξερευνούν νέα κοιτάσματα.
Τα περισσότερα από τα κρίσιμα ορυκτά της περιοχής εξάγονται σε ακατέργαστη μορφή, κυρίως στην Κίνα ή τη Ρωσία, για επεξεργασία.
Σε μια προσπάθεια να σπάσει αυτή την αλυσίδα εφοδιασμού, η Ουάσινγκτον σύναψε το 2022 συμφωνία-πλαίσιο με το Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν, με επίκεντρο την οικονομική συνεργασία, τα κρίσιμα ορυκτά και τις επενδύσεις.
Πέρυσι επεκτάθηκε και στα υπόλοιπα κράτη-μέλη των C5+1.
Στην προ ημερών σύνοδο στον Λευκό Οίκο, οι ΗΠΑ εξασφάλισαν το άνοιγμα σημαντικών κοιτασμάτων ορυκτών για εκμετάλλευση από αμερικανικές εταιρείες.
Υπεγράφη συμφωνία εξόρυξης βολφραμίου, ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με το Καζακστάν -με… bonus για τον Τραμπ την επίσημη δέσμευση της μουσουλμανικής πλειοψηφίας χώρας για προσχώρηση στις Συμφωνίες του Αβραάμ (που εστιάζουν στην εξομάλυνση των σχέσεων του Ισραήλ με τους άραβες γείτονές του).
Συμφωνήθηκαν επίσης επενδύσεις άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο Ουζμπεκιστάν.
Για τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, το αντάλλαγμα είναι επενδυτικές ευκαιρίες στις ΗΠΑ και πρόσβαση σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων της αυτοκινητοβιομηχανίας, της αεροναυπηγικής και της ψηφιακής τεχνολογίας, καθώς επιδιώκουν τη διαφοροποίησή των οικονομικών τους πέρα από τους -πλούσιους στην περιοχή- υδρογονάνθρακες, αλλά και την εξισορρόπηση των σχέσεών τους με την Κίνα και τη Ρωσία.
Στιγμιότυπο από την πρόσφατη σύνοδο κορυφής C5+1 στον Λευκό Οίκο (REUTERS/Nathan Howard)
Γεωοικονομικές «καραμπόλες»
Σταδιακά, η Κεντρική Ασία μετατρέπεται σε κάτι περισσότερο από ενεργειακό και εμπορικό διάδρομο, αποκτώντας νέο «μερίδιο» και ρόλο στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό για τον έλεγχο της Ευρασίας.
Στο φόντο είναι η άτακτη αποχώρηση των ΗΠΑ και των δυτικών συμμάχων τους από το Αφγανιστάν, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η εν εξελίξει αναμόρφωση του χάρτη της Μέσης Ανατολής, αλλά τα σχέδια για τον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης (IMEC), ως αντίπαλο δέος στην κινεζική «Πρωτοβουλία Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος».
Για τον Ντόναλντ Τραμπ, η αναπλήρωση του χαμένου «εδάφους» στην Κεντρική Ασία περνά μέσα από επενδυτικά ντιλς, στο πλαίσιο οικοδόμησης μιας «αρχιτεκτονικής» ήπιας ισχύος.
Οι κινήσεις των ΗΠΑ δείχνουν ωστόσο περισσότερο αντανακλαστικές απέναντι στον μεγάλο τους αντίπαλο, την Κίνα, παρά ως τμήμα μιας συνεκτικής στρατηγικής.
Τα κράτη της Κεντρικής Ασίας από την άλλη επιδιώκουν τη διπλωματική αυτονομία τους, διατηρώντας ανοιχτούς διαύλους και συνεργασίες τις μεγάλες δυνάμεις -ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία- και έτερους γεωπολιτικά επαμφοτερίζοντες περιφερειακούς παράγοντες, όπως η Τουρκία.
Όσο για την ΕΕ;
Δείχνει να κινείται ακροβατώντας, με αργά αντανακλαστικά, σε λεπτές ισορροπίες.
Εν μέσω συμμαχικής ασάφειας των ΗΠΑ επί της δεύτερης διακυβέρνησης Τραμπ, στηρίζει τον λεγόμενο «Μεσαίο Διάδρομο», που συνδέει την Κίνα με την Ευρώπη μέσω της Κεντρικής Ασίας και της Κασπίας, παρακάμπτοντας τη Ρωσία.
Ωστόσο η δυναμική αυτής της εναλλακτικής εμπορικής οδού παραμένει περιορισμένη, αν και οι Βρυξέλλες είχαν ανακοινώσει επενδύσεις ύψους 10 δισεκατομμυρίων ευρώ σχεδόν προ διετίας.
Παρά δε το δημοκρατικό έλλειμμα και το «μαύρο» ιστορικό κρατών της περιοχής στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οργανώθηκε τον περασμένο Απρίλιο η πρώτη σύνοδος κορυφής μεταξύ της ΕΕ και των πέντε χωρών της Κεντρικής Ασίας.
Ανακοινώθηκε τότε η διάθεση άλλων 12 δισ. ευρώ για συνεργασία σε κρίσιμες πρώτες ύλες και ενέργεια, με ώθηση στην εξαγωγή πράσινης τεχνολογίας και εστίαση στις σπάνιες γαίες.