Αναρίθμητοι Κινέζοι στρατηγοί το τελευταίο διάστημα έχουν μπει στο «μάτι» του προέδρου της χώρας, Σι Τζινπίνγκ, αποτελώντας τα θύματα ενός άνευ κινεζικού προηγουμένου εκκαθαρίσεων στον Στρατό. Θα περίμενε κανείς, δεδομένης της ελλειμματικής δημοκρατίας στην Κίνα να αντιδράσουν, ακόμα και πραξικοπηματικά. Ωστόσο, δεν κουνιέται φύλο. Γιατί;
Αν μερικοί αποδίδουν αυτή την «ηρεμία» μόνο στον δικαιολογημένο φόβο των στρατηγών να αντιδράσουν ή στην ικανότητα του Σι να επιβάλλεται ανεμπόδιστα, τότε δίνουν μόνο μερική εξήγηση του αινίγματος.
Η υποταγή τους δεν είναι τόσο προϊόν προσωπικού χαρίσματος του συγκεκριμένου προσώπου, αλλά σύμφωνα με Κινέζο αναλυτή -που ασκεί κριτική στο Πεκίνο- Ντεν Γουέν, είναι φυσική συνέπεια του ανυπέρβλητου συστήματος ελέγχου πάνω στη Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή (ΚΣΕ).
«Η αδράνεια του Στρατού είναι αποτέλεσμα θεσμικής δομής, όχι ατομικής ψυχολογίας» υποστηρίζει ο Γουέν σε ανάλυσή του στο Foreign Policy. «Το δόγμα του Κομμουνιστικού Κόμματος ότι «το κόμμα διοικεί το όπλο» καθιστά αδύνατο για τον ΛΑΣ να εξελιχθεί σε ανεξάρτητο πολιτικό υποκείμενο, και ο Σι έχει οδηγήσει αυτήν την εξάρτηση στο απόλυτο άκρο».
Ο ειδικός επισημαίνει πως ήδη από τις απαρχές του στρατού τη δεκαετία του 1930 ο Μάο Τσετούνγκ ενσωμάτωσε την κυριαρχία του κόμματος στο «DNA» του και αυτή η αρχή παρέμεινε άθικτη μέχρι σήμερα.
«Αυστηρά μιλώντας, ο Στρατός δεν είναι εθνικός, αν και λειτουργεί ως τέτοιος. Είναι κομματικός στρατός, η ιδιωτική ένοπλη δύναμη του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος» σημειώνει υπογραμμίζοντας ότι το μότο «το κόμμα διοικεί το όπλο» δεν είναι απλό σύνθημα, αλλά ένα πλήρως θεσμοθετημένο και ερμητικά κλειστό σύστημα.
«Διασφαλίζει ότι η υπέρτατη πίστη του στρατιώτη δεν είναι προς το σύνταγμα ή το κράτος, αλλά προς την Κεντρική Επιτροπή και, τελικά, τον ανώτατο ηγέτη της. Κάθε απόφαση για επιχειρήσεις, προαγωγές, εκπαίδευση και πολιτική διαπαιδαγώγηση οφείλει να υπηρετεί τις ανάγκες του κόμματος».
Η αρχιτεκτονική του κινεζικού στρατού
Η παραπάνω λογική, συνεχίζει ο ειδικός, είναι απόλυτα ενσωματωμένη στην ίδια την αρχιτεκτονική της διοίκησης: «από την ΚΣΕ έως τις διακλαδικές διοικήσεις (theater commands), τις στρατιές και τις ταξιαρχίες, σε κάθε επίπεδο υπάρχουν πολιτικοί επίτροποι και πολιτικοί αξιωματικοί αρμόδιοι για ιδεολογία, οργάνωση και προσωπικό. Σε ένα σύστημα απευθείας αντιγραφή του σοβιετικού, οι επίτροποι αυτοί αναφέρονται κατευθείαν σε ανώτερα κομματικά όργανα και όχι στους στρατιωτικούς διοικητές».
Έτσι αυτή η διπλή αυτή ηγετική δομή εγγυάται ότι η στρατιωτική δράση υπάγεται πάντα στην πολιτική βούληση, λέει ο ειδικός γι αυτό και ο κινεζικός στρατός δεν είναι ουδέτερος εθνικός θεσμός, αλλά το ένοπλο σκέλος του κόμματος.
«Το πραγματικό κέντρο βάρους του βρίσκεται στο σύστημα πολιτικής δουλειάς. Ακόμη και στο πεδίο της μάχης, ο πολιτικός επίτροπος έχει την εξουσία να ασκήσει βέτο σε διαταγή του διοικητή. Μια τέτοια ρύθμιση εξαφανίζει την πιθανότητα αυτόνομης στρατιωτικής εξουσίας—τη συγκεκριμένη πραγμάτωση του «το κόμμα διοικεί το όπλο»».
Με αυτόν τον τρόπο οι στρατηγοί κρατήθηκαν υπό κομματικό έλεγχο δίχως ανάμιξή τους στην πολιτική και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα πήρε την εξουσία χάρη στον στρατό. Ακόμα και στις ενδοκομματικές διαμάχες ήταν ξεκομμένοι πλην σπάνιων στιγμών όπως τμήματα της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Είναι φακελωμένοι
Με μοναδική εξαίρεση τον Ντενγκ Σιαοπίνγκ, πρόεδρο του ΚΣΕ, ο στρατός πάντα είχε ανώτατο ηγέτη τον γ.γ του κόμματος.
Για τους αξιωματικούς, η επαγγελματική ανέλιξη εξαρτάται ολοκληρωτικά από τον κομματικό μηχανισμό εντός των ενόπλων δυνάμεων. Τα πολιτικά τμήματα τηρούν εξαντλητικά αρχεία για την ιδεολογική στάση, τις οικογενειακές διασυνδέσεις και τη συμπεριφορά κάθε αξιωματικού· οποιαδήποτε απόκλιση μπορεί να καταστρέψει μια καριέρα. Με τον καιρό, αυτό γεννά βαθιά ψυχολογική εξάρτηση. Μέσα από την κατακόρυφη (κάθετη) ελέγχου των τοποθετήσεων, το κόμμα έχει δέσει τον στρατό στον πολιτικό του ιστό, μετατρέποντάς τον σε προέκταση της κομματικής ισχύος.
Αυτός ο μηχανισμός έχει εξαφανίσει την εσωτερική αυτονομία και την οριζόντια συνοχή του στρατού, αφήνοντας ανύπαρκτο το υπόβαθρο για συλλογική διαφωνία, υπογραμμίζει ο Γουέν, σημειώνοντας όμως και κάτι άλλο πολύ σημαντικό. Οι σημερινοί στρατηγοί δεν διαθέτουν σε καμία περίπτωση τα δίκτυα ή τις προσωπικές αξιόπιστες σχέσεις μεταξύ τους ώστε να μπορούν να αντιδράσουν συνομωτικά. Κάτι τέτοιο είχε γίνει στην περίπτωση του Λιν Μπιάο τη δεκαετία του 1970.
«Οι καριέρες τους είναι ολοκληρωτικά στο έλεος του κόμματος» λεέι ο Γούεν. «Αφού ο Σι ανέλαβε την εξουσία, το σύστημα ωθήθηκε στο πολιτικό άκρο του. Οι σαρωτικές στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν το 2015 -οι πιο εκτεταμένες από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας- παρουσιάστηκαν ως προσπάθεια ενίσχυσης της διακλαδικής μαχητικής ικανότητας του Στρατού, αλλά συνεπάγονταν και μείζονα ανακατανομή ισχύος».
Έτσι, ο Σι συγκέντρωσε όλη την εξουσία υπό την ΚΣΕ. «Οι παλιές επτά στρατιωτικές περιφέρειες αντικαταστάθηκαν από πέντε διακλαδικές διοικήσεις (theater commands), οι διοικητές των οποίων αναφέρονται απευθείας στην ΚΣΕ. Τα τέσσερα ισχυρά «γενικά τμήματα»—Γενικό Επιτελείο, Πολιτικό Τμήμα, Υλικοτεχνική Υποστήριξη και Εξοπλισμών—καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από 15 τμήματα της ΚΣΕ».
Δεν πρόκειεται για επιφανειακές αλλαγές εκτιμά ο Γουέν, αλλά για βαθύτατα πολιτικές μεταρρυθμίσεις. «Διέλυσαν τα περιφερειακά πελατειακά δίκτυα που είχαν διαμορφωθεί επί δεκαετίες και εμπόδισαν κάθε στρατηγό να χτίσει ανεξάρτητη βάση ισχύος. Η παλιά εσωτερική ισορροπία αντικαταστάθηκε από μια μονοκεντρική δομή: όλη η εξουσία ρέει προς τα πάνω, στον ίδιο τον πρόεδρο της ΚΣΕ».
Ο Σι έσφιξε ακόμα περισσότερο τα λουριά
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, υπογραμμίζει ο ειδικός από το Πανεπιστήμιο του Νότινγχαμ, ο Κινέζος ηγέτης μετέτρεψε την υπεροχή του ως προέδρου της ΚΣΕ στον ύστατο «πολιτικό κανόνα» και σε «επιχειρησιακή πραγματικότητα» του Στρατού.
«Παλαιότερα, παρότι ο πρόεδρος της ΚΣΕ κατείχε ονομαστικά την υπέρτατη εξουσία, οι αντιπρόεδροι και τα γενικά τμήματα απολάμβαναν σημαντική αυτονομία και οι μεγάλες αποφάσεις λαμβάνονταν συλλογικά. Ο Σι το άλλαξε. Όλα τα ζητήματα -στρατιωτικά, πολιτικά, προσωπικού ή πειθαρχικά- πρέπει πλέον να υποβάλλονται για προσωπική έγκριση του προέδρου· τα άλλα μέλη μπορούν να συμβουλεύουν αλλά όχι να ασκούν βέτο» σημειώνει.
Έτσι, η αλυσίδα διοίκησης έγινε απόλυτα κάθεση δίχως οριζόντια «εμπόδια». Μετά τις μεταρρυθμίσεις, οι προαγωγές, οι τοποθετήσεις και ακόμη και τα οικογενειακά προνόμια των αξιωματικών εξαρτώνται άμεσα από την πίστη τους στον Σι.
Βέβαια τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα οι πολιτικές επιδόσεις να επισκιάζουν τα ταλέντα στη διαδικασία ανέλιξης, κατά τον ειδικό. «Το σύνθημα «απόλυτη αφοσίωση, απόλυτη καθαρότητα, απόλυτη αξιοπιστία» καλλιεργείται σε κάθε αξιωματικό και σχεδόν έχει αντικαταστήσει τον παραδοσιακό κώδικα στρατιωτικής τιμής. Ουσιαστικά, ο Σι όχι μόνο αναδόμησε τον στρατό αλλά και αναδιαμόρφωσε τον πολιτικό χαρακτήρα του προσωπικού του».