«Πολεμάς μόνο με το μυαλό σου» – Ο Νίκι Λάουντα βγήκε ζωντανός από ένα καταστροφικό ατύχημα στην «Πράσινη Κόλαση»
Ο πρωταθλητής της F1, Νίκι Λάουντα, είχε ένα τρομακτικό ατύχημα στη Γερμανία τον Αύγουστο του 1976, πριν από 49 χρόνια. Δεν αναμενόταν να ζήσει, πόσο μάλλον να αγωνιστεί ξανά.
Όταν ο οδηγός αγώνων της Φόρμουλα 1, Νίκι Λάουντα, μίλησε στο BBC το 1977, το πρόσωπό του μαρτυρούσε το τραύμα που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια του γερμανικού Grand Prix. Παγιδευμένος μέσα στα φλεγόμενα συντρίμμια της διαλυμένης Ferrari του στην πίστα του Nürburgring, ο Λάουντα είχε υποστεί σοβαρά τραύματα και είχε χάσει μέρος του αυτιού του από τις φλόγες.
Όμως ο Αυστριακός οδηγός ομολόγησε ότι δε θυμάται τίποτα από τη σύγκρουση που παραλίγο να του κοστίσει τη ζωή, την 1η Αυγούστου 1976. «Όταν είχα το ατύχημα, πρέπει να χτύπησα σοβαρά στο κεφάλι μου και έχασα τη μνήμη μου για δε θυμάμαι τα τελευταία τρία λεπτά. Ούτε τα επόμενα 20 λεπτά μετά το ατύχημα» δήλωσε στο BBC μόλις ένα χρόνο αργότερα.
Η αντιπαλότητα με τον Τζέιμς Χαντ
Όταν ο Νίκι Λάουντα συμμετείχε στον αγώνα, ήταν ο εν ενεργεία παγκόσμιος πρωταθλητής της F1, έχοντας κερδίσει τον πρώτο του τίτλο την προηγούμενη χρονιά. Η σεζόν του 1976 εξελισσόταν σε δραματική, καθώς ο Λάουντα και ο αντίπαλός του, ο Βρετανός οδηγός Τζέιμς Χαντ, έδιναν μάχη για την πρώτη θέση.
(Η φιλία και η αντιπαλότητά τους έγινε το θέμα της ταινίας Rush του Ρον Χάουαρντ το 2013, με τον Ντάνιελ Μπρουλ στον ρόλο του Λάουντα και τον Κρις Χέμσγουορθ στον ρόλο του Χαντ).
Ο Λάουντα είχε ήδη εξασφαλίσει πέντε νίκες πηγαίνοντας στο γερμανικό Grand Prix και βρισκόταν σε τροχιά να κατακτήσει ξανά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή. Αλλά το άθλημα ήταν συγκλονιστικά επικίνδυνο. Μέχρι το 1976, εξήντα τρεις οδηγοί είχαν σκοτωθεί στους αγώνες Grand Prix και κατά μέσο όρο ένας έως δύο οδηγοί πέθαιναν κάθε σεζόν.
Η πίστα του Nürburgring ήταν ξακουστή. Η μεγάλη στενή πίστα, η οποία περνούσε μέσα από τα βουνά Eifel στη Γερμανία, πήρε το παρατσούκλι «Η Πράσινη Κόλαση» από ένα βρετανικό είδωλο των αγώνων, τον Σερ Τζάκι Στιούαρτ
Ο Νίκι Λάουντα το 1969 στη Βουδαπέστη / Wikimedia Commons
«Τα χρήματα πήγαιναν στα αυτοκίνητα»
«Οι πίστες δεν ήταν ασφαλείς, αυτό είναι πλέον αναμφισβήτητο», δήλωσε το 2016 στην εκπομπή Sporting Witness του BBC ο Αμερικανός οδηγός της F1, Μπρετ Λούνγκερ, ο οποίος συμμετείχε επίσης στο γερμανικό Grand Prix του 1976.
«Τη δεκαετία του ’70, τα χρήματα πήγαιναν στα αυτοκίνητα για να τα κάνουν πιο γρήγορα. Τα χρήματα δεν πήγαιναν στην ασφάλεια, ούτε στην κατασκευή του μονοθεσίου ούτε στην κατασκευή της πίστας. Και όμως, εκείνες τις ημέρες αυτή ήταν η πραγματικότητα, δεν το αμφισβητήσαμε καν».
Η πίστα του Nürburgring ήταν ξακουστή. Η μεγάλη στενή πίστα, η οποία περνούσε μέσα από τα βουνά Eifel στη Γερμανία, πήρε το παρατσούκλι «Η Πράσινη Κόλαση» από ένα βρετανικό είδωλο των αγώνων, τον Σερ Τζάκι Στιούαρτ.
«Ο γύρος ήταν 23 χιλιόμετρα», δήλωσε ο Λούνγκερ. «Περίπου 177 στροφές ανά γύρο, και με μια διαδρομή τέτοιου μήκους δεν μπορείς να έχεις επαρκή αριθμό πυροσβεστών, και υπάρχουν πολλά τμήματα όπου δεν υπάρχουν προστατευτικά κιγκλιδώματα, οπότε ήταν μια μη ασφαλής κατάσταση».
Προβλέπονταν επίσης βροχοπτώσεις την ημέρα του αγώνα και, λόγω του μήκους της πίστας, τμήματα της θα ήταν βρεγμένα και στεγνά, γεγονός που ενίσχυε τον κίνδυνο.
Πράγματι, ο Λάουντα είχε ήδη αμφισβητήσει την έλλειψη προσωπικού υποστήριξης της ασφάλειας στην πίστα του Nürburgring και είχε συγκεντρώσει τους ανταγωνιστές του για να συζητήσουν το ενδεχόμενο να μποϊκοτάρουν τον αγώνα.
Νίκι Λάουντα και Τζέιμς Χαντ στο Μπουένος Άιρες το 1978
Η Ferrari του Λάουντα βγήκε ξαφνικά εκτός πίστας
«Το πρωί της Κυριακής, ο Νίκι Λάουντα κάλεσε τους οδηγούς να κάνουν ψηφοφορία για το αν ήθελαν να αγωνιστούν ή όχι «και ήμουν ένας από αυτούς που είπαν, ναι, ας προχωρήσουμε και ας αγωνιστούμε» δήλωσε ο Λούγκερ.
Το Grand Prix της Γερμανίας ξεκίνησε κανονικά, αλλά στον δεύτερο γύρο, πριν από μια στροφή που ονομάζεται Bergwerk, η Ferrari του Λάουντα βγήκε ξαφνικά εκτός πίστας και χτύπησε στο ανάχωμα με ταχύτητα 190 χιλιομέτρων την ώρα.
Η πρόσκρουση έσπασε το ρεζερβουάρ καυσίμων, με αποτέλεσμα να τυλιχθεί στις φλόγες, και το αυτοκίνητο πετάχτηκε πίσω στην πίστα των αυτοκινήτων που έτρεχαν.
Ο Βρετανός οδηγός Γκάι Έντουαρντς κατάφερε να αποφύγει την πρόσκρουση με τα φλεγόμενα συντρίμμια, αλλά ο Λούνγκερ, ο οποίος επέβαινε σε ένα Surtees-Ford, δεν ήταν τόσο τυχερός.
«Φλεγόταν στη μέση της πίστας»
«Καθώς βρισκόμουν στη στροφή, είδα λίγο χώμα να σηκώνεται στον αέρα και κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά… γύρισα, βγήκα από τη στροφή και αυτός ήταν στο πλάι και φλεγόταν στη μέση της πίστας» δήλωσε ο Λούνγκερ στο BBC.
«Έκοψα ταχύτητα, αλλά το αυτοκίνητό μου είχε ήδη προσκρούσει στο δικό του». Ο Χάραλντ Ερτλ, ένας Αυστριακός οδηγός που ακολουθούσε, χτύπησε στη συνέχεια το αυτοκίνητο του Λούνγκερ.
Παρά το τρακάρισμα, οι Ερτλ, Λούνγκερ και Έντουαρντς βγήκαν από τα οχήματά τους για να προσπαθήσουν να τραβήξουν τον Λάουντα από το δικό του. Αλλά δεν μπόρεσαν να τον απελευθερώσουν από τις ζώνες του κόκπιτ.
«Στεκόμουν στην κορυφή του αυτοκινήτου σε εκείνο το σημείο, και απλά άρπαξα τους ώμους του Νίκι και κάπως έπεσα στο πλάι και τον τράβηξα έξω από το πλάι του αυτοκινήτου»
Ο Νίκι Λάουντα πριν το ατύχημα / Public Domain
Ο Νίκι Λάουντα μετά το ατύχημα / Public Domain
Ο Λάουντα στο γρασίδι
Ο Ιταλός Αρτούρο Μερτζάριο, ο οποίος είχε οδηγήσει για τη Ferrari στο παρελθόν, σταμάτησε επίσης για να βοηθήσει και έφτασε στο φλεγόμενο σημείο. «Επειδή γνώριζε τις ζώνες ασφαλείας, μπόρεσε να φτάσει και να τις λύσει και αυτό πιθανώς έκανε όλη τη διαφορά στην ιστορία» δήλωσε ο Λούνγκερ.
«Στεκόμουν στην κορυφή του αυτοκινήτου σε εκείνο το σημείο, και απλά άρπαξα τους ώμους του Νίκι και κάπως έπεσα στο πλάι και τον τράβηξα έξω από το πλάι του αυτοκινήτου».
Ο Μερτζάριο χρησιμοποίησε έναν πυροσβεστήρα, ενώ οι άλλοι τρεις άνδρες βοήθησαν τον Λάουντα που κείτονταν στο γρασίδι, στο πλάι της πίστας. Το κράνος του Λάουντα είχε εκτοξευτεί όταν το αυτοκίνητο είχε χτυπήσει στο ανάχωμα, αφήνοντας το πρόσωπό του εκτεθειμένο στη φωτιά.
Οι καρποί του είχαν καεί και είχε αρκετά σπασμένα κόκαλα. Αλλά εν αγνοία των άλλων οδηγών, ο βαθύτερος κίνδυνος ήταν οι τοξικές αναθυμιάσεις από το καμένο υαλοβάμβακα και τα καύσιμα που είχε εισπνεύσει ο Λάουντα.
Μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με ελικόπτερο, αλλά σύντομα έπεσε σε κώμα. «Όταν πήγα στο νοσοκομείο ένιωθα πολύ κουρασμένος και θα ήθελα να κοιμηθώ. Αλλά ξέρεις ότι δεν είναι απλά να πας να κοιμηθείς, είναι κάτι άλλο» δήλωσε ο Λάουντα στο BBC το 1977.
Ο Λάουντα υπέστη τόσο σοβαρά εγκαύματα που τις ημέρες που ακολούθησαν τη σύγκρουση δεν αναμενόταν να επιβιώσει. Ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο, ένας ιερέας έψαλε μια τελευταία προσευχή για αυτόν.
«Οι πνεύμονές μου σχεδόν εγκατέλειψαν μετά το ατύχημα, ενώ τα εγκαύματα και τα άλλα προβλήματα μπορούσαμε να τα διορθώσουμε. Αλλά οι πνεύμονες ήταν ο κίνδυνος για τη ζωή μου» δήλωσε ο Λάουντα στο podcast I Was There του BBC, το 2015.
Οι ουλές στο κεφάλι του ήταν τόσο εκτεταμένες που χρειάστηκε να κάνει μεταμόσχευση δέρματος. Στα βλέφαρά του έγινε πλαστική χρησιμοποιώντας δέρμα από τα αυτιά του. Ωστόσο, παρά τον πόνο που ένιωθε και τη ζημιά στους πνεύμονές του, ο Λάουντα θέλησε να παραμείνει ζωντανός.
«Ακούς φωνές»
«Και μετά παλεύεις μόνο με το μυαλό σου» δήλωσε στο BBC το 1977. «Ακούς θορύβους, ακούς φωνές και απλά προσπαθείς να ακούσεις τι συμβαίνει και προσπαθείς να κρατήσεις τον εγκέφαλό σου σε λειτουργία και να κάνεις το σώμα να καταπολεμήσει την ασθένεια. Και νομίζω ότι ήταν πολύ καλό που το έκανα αυτό, γιατί με αυτόν τον τρόπο επέζησα».
Παρά τη φύση των τραυματισμών του και την επαφή του με το θάνατο, ο Λάουντα εξακολουθούσε να επιθυμεί απεγνωσμένα να κερδίσει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Είχε χάσει μόνο δύο αγώνες κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης από το ατύχημα και, παρόλο που φοβόταν να οδηγήσει ξανά, πίστευε ότι το να καθίσει πίσω από το τιμόνι θα ήταν το καλύτερο για την ψυχική του υγεία και την ανάρρωσή του.
Μόλις έξι εβδομάδες μετά το τρομακτικό ατύχημά του, εξέπληξε τους πάντες με το να εμφανιστεί με επίδεσμο στη συνέντευξη Τύπου στη Μόντσα για το ιταλικό Grand Prix.
Οι τραυματισμοί που υπέστη το 1976 θα συνέχιζαν να συμβάλλουν σε προβλήματα υγείας, οδηγώντας σε διπλή μεταμόσχευση πνεύμονα τον Ιούλιο του 2018. Όμως ο Λάουντα κέρδισε 25 Grand Prix κατά τη διάρκεια της καριέρας του
Photo: Public Domain
Πίσω στο τιμόνι
«Είπα τότε ότι είχα νικήσει το φόβο μου γρήγορα» έγραψε ο Λάουντα στην αυτοβιογραφία του To Hell and Back. «Αυτό ήταν ένα ψέμα. Αλλά θα ήταν ανόητο να πέσω στα χέρια των αντιπάλων μου επιβεβαιώνοντας την αδυναμία μου. Στη Μόντσα , ήμουν άκαμπτος από φόβο».
Στον πρώτο αγώνα της επιστροφής του, στις 12 Σεπτεμβρίου 1976, ο Λάουντα χρειάστηκε να φορέσει ένα ειδικά προσαρμοσμένο κράνος για να μην πονάει πολύ καθώς οδηγούσε. Η όρασή του επηρεαζόταν από τα μάτια του που έτρεχαν υπερβολικά λόγω των κατεστραμμένων από τη φωτιά δακρυϊκών πόρων του.
Το αίμα από τα τραύματα στο κεφάλι του διέρρεε μέσα από τους επιδέσμους τους, κολλώντας τους στην πυρίμαχη μπαλακλάβα του. Αλλά παρ’ όλα αυτά, τερμάτισε τέταρτος στο ιταλικό Grand Prix.
Καθώς βγήκε από το κόκπιτ του αυτοκινήτου στο τέλος του αγώνα και προσπάθησε να βγάλει τη μπαλακλάβα του, τα δερματικά μοσχεύματα του σκίστηκαν, ανοίγοντας ξανά τις πληγές του.
Ο τρεις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής Σερ Τζάκι Στιούαρτ, ο οποίος έκανε τον αγωνιστικό σχολιασμό του ιταλικού Grand Prix, δήλωσε στο BBC το 2019: «Δε θα ξεχάσω ποτέ ότι φόρεσε το κράνος του παρόλο που υπέφερε τόσο πολύ. Όταν βγήκε από την καμπίνα του οδηγού στο τέλος, ήμουν εκεί και το αίμα έτρεχε μέσα από το κράνος του».
Ο Λάουντα θα έχανε τελικά τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή το 1976 από τον Χαντ για μόλις έναν βαθμό. Στον τελευταίο αγώνα στην Ιαπωνία, αν και προηγούνταν στους βαθμούς, εγκατέλειψε μετά από δύο γύρους επειδή δεν μπορούσε να δει καλά στην καταρρακτώδη βροχή. Θα κέρδιζε ξανά τον παγκόσμιο τίτλο την επόμενη χρονιά.
Οι τραυματισμοί που υπέστη το 1976 θα συνέχιζαν να συμβάλλουν σε προβλήματα υγείας, οδηγώντας σε διπλή μεταμόσχευση πνεύμονα τον Ιούλιο του 2018. Όμως ο Λάουντα κέρδισε 25 Grand Prix κατά τη διάρκεια της καριέρας του και είναι γνωστός ως ένας από τους πιο αξιόλογους οδηγούς που έχει δει ποτέ η F1.
Όταν πέθανε σε ηλικία 70 ετών τον Μάιο του 2019, ο πρώην συναθλητής του στη McLaren, Τζον Γουάτσον, ο οποίος είχε επίσης λάβει μέρος σε εκείνο το μοιραίο Grand Prix της Γερμανίας, δήλωσε στο BBC: «Το να αγωνίζεται σαράντα ημέρες μετά από εκείνο το ατύχημα ήταν η πιο θαρραλέα πράξη οποιουδήποτε αθλητή που έχω δει ποτέ στη ζωή μου».