Αποδομώντας το γυναικείο όνειρο: Ο κύριος Ντάρσι του Περηφάνια και Προκατάληψη δεν ήταν ο τέλειος άνδρας
Ο κύριος Ντάρσι της Τζέιν Όστεν δεν είναι γοητευτικός ιππότης, αλλά ένας μελαγχολικός και συχνά σκληρός άνδρας, προϊόν συμβιβασμών και κοινωνικών πιέσεων
O συγγραφέας Σεμπάστιαν Φολκς προτείνει μια ριζικά διαφορετική ανάγνωση του πιο διάσημου ήρωά της Τζέιν Όστεν 250 χρόνια μετά τη γέννηση της εμβληματικής μυθιστοριογράφου. Ο κ. Ντάρσι του Περηφάνια και Προκατάληψη δεν είναι απλώς ο «γοητευτικός αλλά παρεξηγημένος» ρομαντικός που καλλιέργησαν οι μεταγενέστερες ταινίες και σειρές – είναι, συχνά, ένας άνθρωπος δυστυχής, μελαγχολικός και ενίοτε «αδικαιολόγητα σκληρός».
Το είναι και το φαίνεσθαι
Το μυθιστόρημα του 1813 θεωρείται μέχρι σήμερα η πιο αγαπημένη δημιουργία της Όστεν, με τον συνδυασμό χιούμορ, κοινωνικής σάτιρας και αξέχαστων χαρακτήρων. Ωστόσο, όπως τονίζει ο Φολκς, από την πρώτη κιόλας φράση, η Όστεν παίζει με τον αναγνώστη: η «παγκόσμια αλήθεια» για τον πλούσιο εργένη που αναζητά σύζυγο διαψεύδεται αμέσως, καθώς η πραγματική κινητήρια δύναμη είναι οι μητέρες που κυνηγούν γαμπρούς με… προίκα. Έτσι, ολόκληρο το έργο οικοδομείται πάνω σε αντιφάσεις και σε ένα παιχνίδι ανάμεσα σε ό,τι φαίνεται και σε ό,τι είναι.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Ντάρσι προβάλλει ως ο πιο αινιγματικός και αμφιλεγόμενος ήρωας της Όστεν. Συμβατικά, η ιστορία του παρουσιάζεται ως πορεία «μύησης»: ένας κακομαθημένος κληρονόμος που καλείται να αποτινάξει την αλαζονεία του και να μάθει να αγαπά ισότιμα.
Η καθιερωμένη ανάγνωση τον βλέπει να «διορθώνεται» χάρη στην ευφυΐα και το πνεύμα της Ελίζαμπεθ. Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Φολκς, αυτή η εκδοχή θολώνει τις πιο σκληρές όψεις του χαρακτήρα του: την ωμή περιφρόνηση που εκφράζει στην πρόταση γάμου, την εσκεμμένη παραπλάνηση απέναντι στον Μπίνγκλεϊ, την άρνησή του να αναλάβει ευθύνες. Στις σελίδες της Περηφάνειας και Προκατάληψης, ο Ντάρσι συχνά φέρεται με τρόπο που τον καθιστά πιο αντιπαθή και από τον γελοιοποιημένο κ. Κόλινς – κι αυτό είναι κάτι που η Όστεν δεν μας επιτρέπει να το αγνοήσουμε.
Η αγάπη όλα… δεν τα μπορεί
Ο Φολκς προχωρά ακόμη παραπέρα, προτείνοντας ότι πολλά από τα «καπρίτσια» του Ντάρσι εξηγούνται αν τον δούμε ως άνθρωπο που υποφέρει από κλινική κατάθλιψη. Η αδράνεια, η έλλειψη κοινωνικής ενέργειας, η μελαγχολία που διακρίνει ακόμη και ο αφελής φίλος του, παραπέμπουν σε μια ψυχική κατάσταση που δεν θεραπεύεται απλώς με την αγάπη μιας ευφυούς γυναίκας. Η Ελίζαμπεθ, με την ενέργεια και την ανεξαρτησία της, ίσως λειτουργεί σαν «αντικαταθλιπτικό», όμως αυτό γεννά ερωτήματα: πρόκειται για έρωτα ή για μια σχέση αλληλοσυμπλήρωσης με ισχυρά στοιχεία κοινωνικής σκοπιμότητας;
Η αφήγηση της Όστεν, γεμάτη εναλλαγές οπτικής, αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Αυτό το παιχνίδι δημιουργεί ανασφάλεια: αν ο Ντάρσι είναι πραγματικά «έξυπνος», γιατί οι πράξεις του αποδεικνύουν το αντίθετο; Αν η Ελίζαμπεθ τον αγαπά, γιατί η ίδια δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «αγάπη» παρά μόνο μετά τον αρραβώνα; Και γιατί η μεταστροφή της έρχεται μόλις αντικρίζει την πολυτέλεια του Πέμπερλι και συνειδητοποιεί την κοινωνική της πλάνη με τον Γουίκχαμ;
Η «μαγική» πένα της Τζέιν Όστεν
Στις τελευταίες σελίδες, ο Φολκς αναγνωρίζει μια μελετημένη ασάφεια. Ο κ. Μπένετ, με το γνωστό του σαρκασμό, εκφράζει την αμφιβολία όλων. «Σου δίνω τώρα (τη συγκατάθεσή μου), αν έχεις αποφασίσει να τον πάρεις. Αλλά άφησέ με να σε συμβουλεύσω να το ξανασκεφτείς. Ξέρω τον χαρακτήρα σου, Λίζι». Είναι μια συγκατάθεση, αλλά δεν είναι σίγουρα μια ευλογία. Η Ελίζαμπεθ είναι ίσως αρκετά ερωτευμένη για να δεχθεί τον γάμο, όχι όμως τόσο ώστε να σβήσει κάθε σκιά δισταγμού. Ο Ντάρσι, με τη σειρά του, υποχωρεί κι εκείνος: αντί να αρκεστεί σε μια «ζωντανή ερωμένη» που θα του χαρίσει ενέργεια, αναλαμβάνει δια βίου ολόκληρη την οικογένεια Μπένετ. Αυτό φαίνεται να είναι μια δίκαιη αντανάκλαση του τρόπου με τον οποίο είχαν τα πράγματα στον κόσμο της Τζέιν Όστεν. Έτσι ήταν ο γάμος το 1813 – ένας θεσμός πνιγμένος σε συμβιβασμούς, κοινωνικούς υπολογισμούς και συναισθήματα που δύσκολα εκφράζονταν ανοιχτά.
Η διαχρονική γοητεία του Περηφάνια και Προκατάληψη βρίσκεται ακριβώς σε αυτή την πολυπλοκότητα. Η Όστεν αφήνει χώρο στον αναγνώστη να αμφισβητήσει, να παρερμηνεύσει, να ερμηνεύσει ξανά. Ο Ντάρσι παραμένει ένας από τους πιο ζωντανούς και αμφιλεγόμενους ήρωες της αγγλικής λογοτεχνίας – όχι επειδή είναι ο τέλειος άνδρας, αλλά επειδή είναι αληθινά ατελής.