Παρασκευή 05 Δεκεμβρίου 2025
weather-icon 21o
Ιωάννης Κονδυλάκης: Ένας συγγραφέας με συνείδηση των ευθυνών του

Ιωάννης Κονδυλάκης: Ένας συγγραφέας με συνείδηση των ευθυνών του

Μια συγγραφική μορφή που κατέχει μικρή αλλά έντιμη και μόνιμη θέση μέσα στην ιστορία των νέων μας γραμμάτων

Τις ημέρες αυτές συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από τον θάνατο του Ιωάννη Κονδυλάκη. Μια γενιά, βέβαια, όχι περισσότερο, αλλά που ζυγίζει εξαιρετικά μέσα στην ιστορία μας, αφού κλείνει μέσα της την μικρασιατική καταστροφή και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο με τις συνέπειές του. Αντίστοιχα, στα γράμματα, έχουμε επίσης μέσα σ’ αυτά τα χρόνια μια πολύ αισθητή τομή: εκείνο που ονομάζουμε γενιά του ’30 αποτελεί οπωσδήποτε μια πραγματικότητα σημαντική στην εξέλιξη της λογοτεχνίας μας: από κείνην και πέρα καθιερώνεται η δημοτική στην πεζογραφία μας και εκτοπίζεται μεθοδικά το ηθογραφικό στοιχείο. Ας μην ξεχνούμε ότι στην πρώτη περίοδο των τελευταίων τριάντα χρόνων η εφημερίδα όλη, ακόμη και στις λογοτεχνικές στήλες της, χρονογράφημα, κριτική, γράφονται κανονικά στην καθαρεύουσα. Ας μην ξεχνούμε επίσης ότι, αν η πεζογραφία μας είχε γίνει πιο αστική, ήταν τότε, γύρω στα 1920, η εποχή της ακμής του Δ. Βουτυρά, ο οποίος μετέφερε την ηθογραφία από το χωριό στην πολιτεία. Τα πράγματα εξελίχθηκαν τόσο γοργά, για μερικούς τουλάχιστον από μας, ώστε δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε ότι η σημερινή μορφή των γραμμάτων μας αποτελεί επίτευξη ολίγων ετών, μόλις μιας εικοσαετίας. Ο Κονδυλάκης με την καθαρεύουσά του, με την υποτυπώδη σύνθεσή του, με το έντονο ηθογραφικό διήγημά του, μας φαίνεται πως ανήκει σε μια παλαιοτάτη, από καιρό ξεπερασμένη εποχή των γραμμάτων μας.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.7.1950, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Αναρωτιέμαι όμως μήπως και τον καιρό που πέθανε, σε ηλικία μόλις πενηνταεννέα ετών, ο Κονδυλάκης ήταν κιόλας ξεπερασμένος. Στάθηκε πρώτα αυστηρός διώκτης του δημοτικισμού· αυτός είναι που ονομάτισε πρώτος τους «μαλλιαρούς». Αργότερα, στα τελευταία του χρόνια, έκανε μια στροφή, πιο θεωρητική παρά πραγματική, προς τον δημοτικισμό. Αλλά το έργο του σχεδόν όλο είναι γραμμένο σε καθαρεύουσα· έτσι κι απ’ αυτήν την πλευρά παρουσιάζει κάτι παλαιικό και ξεπερασμένο. Οι καινούριες γενιές δυσκολεύονται να τον διαβάσουν, ή, κι αν δεν δυσκολεύονται, πάντως δεν μπορούν να βρουν αισθητική απόλαυση στον λόγο του. Ύστερα απάνω σ’ αυτόν τον ξηρό κορμό της καθαρεύουσας ενοφθαλμίζει (σ.σ. εισάγει, ενσωματώνει) —για να δώση χρώμα τοπικό— έναν διάλογο που δεν είναι στην δημοτική, αλλά που αποδίδει την κρητική λαλιά· σήμερα που έχει σχεδόν επικρατήσει μια ενιαία λογοτεχνική γλώσσα, η δημοτική του Κονδυλάκη, αντί να τον φέρνη πιο κοντά μας, τον απομακρύνει ίσως και πιο πολύ απ’ ό,τι κάνει η καθαρεύουσα, που εκείνη τουλάχιστον έχει μερικά συστατικά «κοινής» γλώσσας. Τέλος, όλο αυτό το αγροτικό κλίμα όπου κινούνται οι ήρωές του, από τον «Πατούχα» ως την «Πρώτη αγάπη», είναι πολύ λίγο καμωμένο για να συγκινήση τον σημερινό αναγνώστη, απασχολημένο από άλλα θέματα. Κι αυτό όμως ήταν από κάποιες πλευρές ξεπερασμένο γύρω στα 1920. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι κι αν είχε ζήσει περισσότερο ο Κονδυλάκης, ολοένα και περισσότερο θα ξεμάκραινε από την εποχή του — από την εποχή μας.


«ΤΟ ΒΗΜΑ», 29.7.1950, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Δεν τον συγκίνησε λογοτεχνικά η εποχή του, δεν την έζησε στα προβλήματά της και στις αγωνίες της. Και ο χρόνος εκδικείται όσους τον περιφρονούν· τα έργα που διαρκούν δεν είναι όσα γίνονται έξω από τον καιρό τους, αλλά όσα βυθίζουν ακριβώς βαθειά τις ρίζες τους μέσα σε μια συγκεκριμένη εποχή κι αγγίζουν έτσι την ουσία των πραγμάτων. Κάτι ανάλογο θα έλεγα άλλωστε και για πιο ισχυρές προσωπικότητες από τον Κονδυλάκη, ας πούμε για τον Παπαδιαμάντη. Δεν την παρακολούθησε καν την εποχή του, ούτε στα γενικά της λογοτεχνικά προβλήματα ούτε στις ειδικές επιτεύξεις της σχετικά με τα γράμματα. Δεν ήξερε κι αυτός όπως δεν ήξεραν κι άλλοι προικισμένοι συγγραφείς του καιρού του, ας αναφερθεί ο Παπαδιαμάντης πάλι, ότι η αφηγηματική πεζογραφία είναι κατ’ εξοχήν μια τεχνική. Ότι ούτε το τάλαντο, ούτε καν η επιμέλεια μπορούν να αντικαταστήσουν την μελέτη, την παρακολούθηση της τεχνικής. Το τάλαντο αυτό που μας δίνει ο Θεός είναι ένα· η μελέτη είναι άλλο, και φυσικά η επιμέλεια χρειάζεται και στα δυο. Όταν λείψει το τάλαντο, λόγος δεν μπορεί να γίνη για συγγραφέα· όταν όμως λείψει η μελέτη, μπορεί να θρηνήσουμε απώλειες ισχυρών ταλάντων, αλλά έργο πραγματικό που να αντέχη στην δοκιμασία του χρόνου, δεν δημιουργείται. Ο Κονδυλάκης είχε και τάλαντο και επιμέλεια, αλλά δεν αντιμετώπισε την δημιουργική πεζογραφία σαν μια τεχνική που θέλει μελέτη και παρακολούθηση: η επιμέλειά του περιορίσθηκε σε ζητήματα ύφους, και εκεί, πραγματικά, είχε επιτυχία.


Το ύφος του είναι ζωηρό, αποφεύγει τις εξάρσεις και έχει ομαλότητα και διαύγεια. Ο μεγάλος του δάσκαλος είναι ο Λουκιανός. Το τελευταίο τούτο χαρακτηριστικό είναι αισθητό ιδίως στα χρονογραφήματά του, όπου παρουσίαζε την φροντίδα του λόγου συνδυασμένη με την οξύτητα των παρατηρήσεων και με μια διάθεση θυμόσοφη που ποτέ δεν εξέπεφτε σε απλή ευθυμογραφία. Από την άποψη μάλιστα αυτήν, μπορεί να λεχθή ότι ξεπερνούσε εντελώς το μέσο πνεύμα της γενιάς του, το εύκολο, που νομίζει ότι κυριαρχεί στα ζητήματα όταν αρκείται να τα παρακάμψη μ’ ένα λογοπαίγνιο ή με ένα οποιοδήποτε αστείο. Ο Κονδυλάκης, συντηρητικός καθώς ήταν, έκρινε με αυστηρότητα και με μια θέληση ηθοπλαστική τα ελαττώματα του κοινωνικού συνόλου, και αποφεύγοντας εξ ίσου τον ρητορισμό και την ελαφρότητα, προσπαθούσε να εξυψώση χωρίς σχολαστικότητα το ηθικό επίπεδο του αναγνωστικού του κοινού. Έτσι το χρονογράφημά του σχεδόν ποτέ δεν είναι κούφιο παραγέμισμα μιας στήλης ή απλές ακροβασίες επάνω σε θέματα σεβαστά. Όσο κι αν, καθώς το απαιτεί το είδος, είναι ξεκινημένα από την επικαιρότητα, τα μικρά του αυτά δοκίμια έχουν σχεδόν πάντα μιαν ουσιαστική κατάληξη που προάγει το θέμα και πλουτίζει τον αναγνώστη. Σε μια εποχή όπου το πνεύμα είχε θεωρηθεί τρόπος απαλλαγής ευθυνών, ο Κονδυλάκης εχρησιμοποίησε το άφθονο πνεύμα του υπεύθυνα και για την αύξηση του κοινού αγαθού. Για τούτο τα χρονογραφήματά του, μέσα από την καθαρεύουσα, φανερώνουν έναν παλμό ζωής και μένουν, καθώς πιστεύω, η πιο σημαντική και η διαρκέστερη προσφορά του στα γράμματά μας.


Αλλά και στην αφηγηματική του πεζογραφία μπόρεσε, νομίζω, να πάρη καλή θέση ανάμεσα στους εκπροσώπους της γενιάς του, από μια τουλάχιστον άποψη. Στο σύνολο, αν εξαιρέση κανείς κάποιες πρώτες του απόπειρες και κάποια τελευταία απραγματοποίητα όνειρά του, έχει την αφετηρία μέσα στα λαογραφικά ενδιαφέροντα του καιρού του· γνωρίζουμε, άλλωστε, ότι κι αυτός, όπως κι άλλοι αμέσως προγενέστεροι ή σύγχρονοί του, άφησε και συλλεκτική λαογραφική εργασία. Η βασική αυτή διαπίστωση τον τοποθετεί κι αυτόν, όπως τόσους άλλους, μέσα στον μεγάλο αύλακα της διδασκαλίας του Νικολάου Πολίτη. Αλλά εδώ άλλοι έμεναν στενά προσκολλημένοι στην ηθογραφία, στην λογοτεχνική δηλαδή έκφραση της λαογραφίας· ο Κονδυλάκης ξεπέρασε και σε τούτο τον μέσο όρο της γενιάς του. Πραγματικά, σε μερικά από τα κύρια έργα του βλέπει κανείς, παράλληλα με τα ηθογραφικά ενδιαφέροντα, και μια έντονη θέληση ψυχογραφίας συχνά επιτυχημένη. Νιώθουμε βέβαια πως εδώ έλειψε η εντατική καλλιέργεια, αλλά την έχει αντικαταστήσει σε ικανοποιητικό βαθμό η προσωπική παρατήρηση καμωμένη με οξύτητα και με αρκετή ανθρώπινη πείρα. Στον καιρό του ο Κονδυλάκης τιμήθηκε πολύ ιδίως για τα χρονογραφήματά του. Ύστερα έγινε προσπάθεια για να εξαρθή το αφηγηματικό του έργο. Σήμερα, με όσες επιφυλάξεις διατύπωσα, θα είχα την τάση να θεωρήσω το έργο του Κονδυλάκη από δύο απόψεις: αποτελεί, πιστεύω, μαρτυρία της εποχής του σε κάποιο ποσοστό, λιγότερο όμως από άλλους συγχρόνους του που είχαν ασφαλέστερες κεραίες. Η προσωπική του όμως προσπάθεια δείχνει συγγραφέα με συνείδηση των ευθυνών του, που έφθασε με την θέληση του καλού σε μερικές αξιόλογες επιτεύξεις. Αν λογαριάσουμε δίπλα σ’ αυτά και την καθαρή ηθική του προσωπικότητα, έχουμε μια συγγραφική μορφή που κατέχει μικρή αλλά έντιμη και μόνιμη θέση μέσα στην ιστορία των νέων μας γραμμάτων.

*Κείμενο του σπουδαίου Κ. Θ. Δημαρά, που έφερε τον τίτλο «Ύστερα από τριάντα χρόνια» και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» το Σάββατο 29 Ιουλίου 1950, με αφορμή τη συμπλήρωση τριών δεκαετιών από το θάνατο του Ιωάννη Κονδυλάκη.

Ο Ιωάννης Δ. Κονδυλάκης, ένας από τους πλέον αξιόλογους νεοέλληνες πεζογράφους του β’ μισού του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, γεννήθηκε το 1861 (κατ’ άλλες πηγές, το 1862) στη Βιάννο, κεφαλοχώρι της Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου, χτισμένο αμφιθεατρικά στους πρόποδες της Δίκτης.

Γόνος οικογένειας αγωνιστών της Μεγαλονήσου, ο Κονδυλάκης έμαθε τα πρώτα του γράμματα στη γενέτειρά του, ενώ οι γυμνασιακές σπουδές του πραγματοποιήθηκαν στο Ηράκλειο και στην Αθήνα.


Ο Κονδυλάκης υπηρέτησε ως δάσκαλος στην Κρήτη και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία (υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρώτος πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Συντακτών).

Τα χρονογραφήματά του, που τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο Διαβάτης, διακρίνονται για το κομψό προσωπικό ύφος τους, το χιούμορ και την οξύτητα της παρατήρησης.

Τα ίδια χαρίσματα παρατηρούνται και στην κυρίως λογοτεχνική παραγωγή του.

Ως λογοτέχνης ο Κονδυλάκης παρουσιάζεται αρχικά με ηθογραφικά διηγήματα, για να φθάσει στον «Πατούχα», που, αν και διατηρεί τον ηθογραφικό χαρακτήρα του, προχωρεί σε βάθος ψυχολογικό και δυνατή διαγραφή χαρακτήρων.

Στα πιο γνωστά έργα του Κονδυλάκη συγκαταλέγονται τα εξής: «Ο Πατούχας» (1892), «Οι άθλιοι των Αθηνών» (1895), «Όταν ήμουν δάσκαλος» (1916), «Ενώ διέβαινα» (χρονογραφήματα, 1916), «Πρώτη αγάπη» (1919).


Εκτός από τη συγγραφή χρονογραφημάτων, άρθρων και λογοτεχνικών κειμένων, ο Κονδυλάκης έχει να επιδείξει και αξιόλογο λαογραφικό, ιστορικό, λεξικογραφικό και μεταφραστικό έργο.

Αξιοπρόσεκτη είναι η γλώσσα του Κονδυλάκη, ιδιόμορφο μείγμα λόγιας έκφρασης και κρητικής διαλέκτου.

Ο Ιωάννης Κονδυλάκης απεβίωσε στο Ηράκλειο στις 25 Ιουλίου 1920, ημέρα Σάββατο.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΚΕΦΟΔΕ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Παρασκευή 05 Δεκεμβρίου 2025
Απόρρητο