Η μητρότητα θεωρείται μία από τις πιο πρωτόγνωρες και όμορφες εμπειρίες στη ζωή μίας γυναίκας. Και ναι, θα μπορούσε να είναι, αν η απόκτηση ενός παιδιού δεν συνεπαγόταν σοβαρές επαγγελματικές συνέπειες για μία νέα μητέρα. Συνοπτικά, αυτό το φαινόμενο ονομάζεται «motherhood penalty» και αναφέρεται στο σύνολο των ανισοτήτων που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην αγορά εργασίας, έπειτα από την απόφασή τους να γίνουν μητέρες.
Ο συγκεκριμένος όρος εμφανίστηκε πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και επινοήθηκε από ερευνητές κοινωνιολογίας και οικονομολόγους που μελετούσαν τις μισθολογικές και επαγγελματικές διαφορές μεταξύ γυναικών με και χωρίς παιδιά. Συγκεκριμένα, μία από τις πρώτες ακαδημαϊκές αναφορές έγινε το 2001 από την κοινωνιολόγο Michelle Budig, η οποία ανέλυσε τις μισθολογικές ανισότητες κυρίως στις ΗΠΑ, συμπεραίνοντας πως οι εργαζόμενες μητέρες υφίστανται σοβαρές οικονομικές απώλειες ακριβώς λόγω της μητρότητας.
Σε αντίθεση με τους άνδρες, οι οποίοι συχνά βιώνουν την εμπειρία της πατρότητας ως ένα προνόμιο, γνωστό με τον όρο «fatherhood bonus», οι γυναίκες έρχονται αντιμέτωπες με μειωμένες πιθανότητες πρόσληψης, σημαντικά χαμηλότερους μισθούς, περιορισμένες ευκαιρίες προαγωγής, καθώς και με μία γενικευμένη κοινωνική προκατάληψη. Οι εργοδότες τείνουν να θεωρούν τις μητέρες λιγότερο αφοσιωμένες στη δουλειά, ανεξάρτητα από τις πραγματικές τους επιδόσεις, ενώ η αντίληψη πως μία μητέρα θα χρειαστεί να λείπει συχνότερα από την απασχόλησή της ή δεν θα μπορεί να ανταπεξέλθει σε απαιτητικά καθήκοντα, δημιουργεί μία αόρατη αλλά ισχυρή τροχοπέδη στην επαγγελματική της πορεία.
Μάλιστα, όταν οι γυναίκες επιστρέφουν κανονικά στην εργασία τους μετά την άδεια μητρότητας, βρίσκονται συχνά σε μειονεκτική θέση, έχοντας χάσει επαγγελματικό έδαφος, ακόμα κι αν παραμένουν εξίσου ικανές και αποδοτικές στις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει. Αυτή η συνθήκη, σε συνδυασμό με την κοινωνική προσδοκία της «τέλειας μητέρας», που πιέζει τις γυναίκες να αφοσιωθούν πλήρως στην οικογένεια, αλλά ταυτόχρονα να διαπρέπουν στον εργασιακό χώρο, δημιουργεί μια εξαντλητική ανισορροπία, η οποία οδηγεί πολλές γυναίκες στην παραίτηση ή σε χρόνιο άγχος.
Όπως καταλαβαίνουμε, το φαινόμενο «motherhood penalty» προκύπτει από έναν συνδυασμό κοινωνικών, οικονομικών και εργασιακών παραγόντων, ενώ έχει βαθιά τις ρίζες του στην αναχρονιστική θεωρεία σύμφωνα με την οποία η μητέρα είναι εκ φύσεως η βασική φροντίστρια των παιδιών και του σπιτιού. Αυτό οδηγεί αναπόφευκτα στην υπόθεση πως οι γυναίκες είναι αυτές που οφείλουν να δώσουν προτεραιότητα στην οικογένεια εις βάρος της καριέρας, γεγονός που τις καθιστά λιγότερο «ελκυστικές» στην αγορά για τους υποψήφιους εργοδότες.
Ναι, οι γυναίκες, και ειδικά οι μητέρες, αμείβονται συχνά λιγότερο από τους άνδρες συναδέλφους τους για την ίδια εργασία, ενώ είναι πιο πιθανό να βρεθούν σε θέσεις με μικρότερη αμοιβή και λιγότερες προοπτικές εξέλιξης. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το μισθολογικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα φτάνει το 10%-15%, ενώ για τις μητέρες η διαφορά είναι ακόμη μεγαλύτερη. Επιπλέον, σε πολλές χώρες, οι γονικές άδειες παραμένουν ανεπαρκείς, οι παιδικοί σταθμοί είναι απλησίαστοι ή με περιορισμένες θέσεις, ενώ η κυρίαρχη εργασιακή κουλτούρα δεν ευνοεί την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
Στην Ελλάδα, επίσης, τα πράγματα δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκά. Ναι, παρότι είναι νομοθετικά κατοχυρωμένη η γονική άδεια, οι θέσεις σε παιδικούς σταθμούς είναι περιορισμένες, με αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη φροντίδα των παιδιών. Συγκεκριμένα, μόλις το 35% των παιδιών κάτω των 3 ετών έχουν πρόσβαση σε παιδικούς σταθμούς, με πολλές οικογένειες να μην μπορούν να εξασφαλίσουν μία θέση για το μικρό τους.
Αναμφίβολα, τις προηγούμενες δεκαετίες η ανισότητα στους χώρους εργασίας ήταν ακόμη πιο έντονη και έκδηλη, αφού οι γυναίκες σπάνια επέστρεφαν στην απασχόλησή τους έπειτα από τη γέννηση των παιδιών. Ευτυχώς, ακόμη και αν η πρόοδος γίνεται με αργούς ρυθμούς, σήμερα οι κοινωνίες ενισχύουν όλο και περισσότερο τη στήριξη των εργαζόμενων μητέρων, δείχνοντας μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση γύρω από το θέμα της γονεϊκότητας.
Κλείνοντας, η εξάλειψη ενός φαινομένου όπως το «motherhood penalty» απαιτεί πολυεπίπεδες λύσεις. Οι εταιρείες πρέπει να υιοθετήσουν πολιτικές που προωθούν την ισότητα, όπως διαφανή μισθολογικά συστήματα, μεγαλύτερη ευελιξία και δίκαιες πολιτικές προαγωγών και προσλήψεων. Ωστόσο, η αλλαγή πρέπει και θα ξεκινήσει μόνο από την ίδια την κοινωνία. Η ανατροπή των στερεοτύπων, η προώθηση μιας πιο ισότιμης κουλτούρας μέσα στην οικογένεια και τον εργασιακό χώρο είναι ζωτικής σημασίας για να πάψει η μητρότητα να θεωρείται εμπόδιο, αλλά μια φυσιολογική, πολύτιμη εμπειρία η οποία δεν υποβαθμίζει την επαγγελματική αξία μιας γυναίκας.