Από το 2000 και μετά, οι περισσότερες χώρες του κόσμου έχουν σημειώσει πρόοδο τόσο στην κάλυψη των υπηρεσιών υγείας όσο και στη μείωση της οικονομικής επιβάρυνσης για τους πολίτες, σύμφωνα με τη νέα κοινή έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Οι δύο αυτοί δείκτες αποτελούν τον πυρήνα της Καθολικής Κάλυψης Υγείας (UHC): την παγκόσμια δέσμευση για πρόσβαση όλων σε ποιοτική φροντίδα υγείας χωρίς οικονομικά εμπόδια έως το 2030.
Η Έκθεση Παγκόσμιας Παρακολούθησης UHC 2025 δείχνει ότι η κάλυψη υπηρεσιών υγείας (Service Coverage Index – SCI) αυξήθηκε από 54 μονάδες το 2000 σε 71 το 2023. Παράλληλα, το ποσοστό των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν οικονομική δυσχέρεια λόγω υψηλών ιδιωτικών δαπανών υγείας μειώθηκε από 34% σε 26% μεταξύ 2000 και 2022.
Ωστόσο, η έκθεση προειδοποιεί πως η πρόοδος δεν επαρκεί: 4,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως δεν έχουν πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες υγείας, ενώ 2,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι υφίστανται οικονομική επιβάρυνση, εκ των οποίων 1,6 δισεκατομμύρια ζουν σε φτώχεια ή οδηγούνται βαθύτερα σε αυτή λόγω ιατρικών εξόδων.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Tedros Adhanom Ghebreyesus, δήλωσε: «Η καθολική κάλυψη υγείας αποτελεί την ανώτερη έκφραση του δικαιώματος στην υγεία. Ωστόσο, για δισεκατομμύρια ανθρώπους, αυτό το δικαίωμα παραμένει άπιαστο. Σε μια περίοδο σημαντικών περικοπών στη διεθνή βοήθεια, είναι απαραίτητες οι επενδύσεις στα συστήματα υγείας για να προστατευθούν οι λαοί και οι οικονομίες».
Φάρμακα: ο μεγάλος ένοχος για την οικονομική επιβάρυνση
Ο ορισμός της οικονομικής δυσχέρειας αφορά νοικοκυριά που δαπανούν πάνω από 40% του διαθέσιμου προϋπολογισμού τους σε ιδιωτικές πληρωμές υγείας (out-of-pocket). Τα φάρμακα είναι ο βασικός παράγοντας πίσω από αυτή την επιβάρυνση: στο 75% των χωρών με διαθέσιμα δεδομένα, αποτελούν πάνω από το 55% των συνολικών ιδιωτικών δαπανών υγείας.
Για τους φτωχότερους πληθυσμούς το βάρος είναι ακόμη μεγαλύτερο: το 60% των εξόδων υγείας αφορά φάρμακα, συχνά εις βάρος άλλων βασικών αναγκών.
Αν και όλες οι περιφέρειες του ΠΟΥ έχουν βελτιώσει την κάλυψη υπηρεσιών, μόνο τρεις-Αφρική, Νοτιοανατολική Ασία και Δυτικός Ειρηνικός- έχουν μειώσει και την οικονομική επιβάρυνση. Οι χώρες χαμηλού εισοδήματος σημείωσαν ταχύτερη πρόοδο, αλλά εξακολουθούν να έχουν τα μεγαλύτερα κενά.
Ιδιαίτερη βελτίωση σημειώθηκε στην αντιμετώπιση μεταδοτικών ασθενειών και, σε μικρότερο βαθμό, στις μη μεταδοτικές ασθένειες (NCDs). Αντίθετα, οι πρόοδοι στην υγεία μητέρων, νεογνών και παιδιών ήταν περιορισμένες.
Οι ανισότητες βαθαίνουν
Παρά τη συνολική πρόοδο, οι ανισότητες όχι μόνο παραμένουν, αλλά σε πολλές περιπτώσεις διευρύνονται. Συγκεκριμένα, 3 στους 4 ανθρώπους στο φτωχότερο 20% αντιμετωπίζουν οικονομική επιβάρυνση λόγω υγείας. Στο πλουσιότερο 20%, ο αριθμός αυτός είναι κάτω από 1 στους 25.
Γυναίκες, κάτοικοι αγροτικών περιοχών, άτομα με λιγότερη εκπαίδευση και ευάλωτες ομάδες αναφέρουν συστηματικά μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας. Ακόμη και σε περιοχές με υψηλές επιδόσεις, όπως η Ευρώπη, οι πιο ευάλωτοι εξακολουθούν να έχουν υψηλά επίπεδα ακάλυπτων ιατρικών αναγκών.
Η έκθεση σημειώνει ότι αυτά τα στοιχεία πιθανότατα υποεκτιμούν το πραγματικό μέγεθος των ανισοτήτων, αφού πολλοί ευάλωτοι πληθυσμοί —όπως εκτοπισμένοι και κάτοικοι παραγκουπόλεων— συχνά δεν καταγράφονται στα επίσημα δεδομένα.
Τι πρέπει να γίνει έως το 2030
Με μόλις πέντε χρόνια να απομένουν μέχρι τη λήξη της ατζέντας των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs), η έκθεση καλεί σε άμεση δράση, προτείνοντας έξι κρίσιμες παρεμβάσεις: • πρόσβαση σε βασική περίθαλψη δωρεάν στο σημείο χρήσης για τους πιο φτωχούς, • αύξηση των δημόσιων επενδύσεων στα συστήματα υγείας, • μείωση των δαπανών για φάρμακα, • επιτάχυνση πρόσβασης σε υπηρεσίες για NCDs, • ενίσχυση της πρωτοβάθμιας υγείας, • εφαρμογή πολυτομεακών πολιτικών, αναγνωρίζοντας ότι οι καθοριστικοί παράγοντες της υγείας υπερβαίνουν τον ίδιο τον τομέα υγείας.
Η έκθεση παρουσιάστηκε στο UHC High-Level Forum στο Τόκιο, που συνδιοργανώνεται από την Ιαπωνία, την Παγκόσμια Τράπεζα και τον ΠΟΥ. Εκεί εγκαινιάστηκε και το νέο UHC Knowledge Hub, ένα κέντρο τεχνογνωσίας που στοχεύει στην ενίσχυση των κυβερνήσεων σε μεταρρυθμίσεις χρηματοδότησης της υγείας.
Τα συστατικά του χυμού παντζαριού υποστηρίζουν την καρδιά και την κυκλοφορία του αίματος, ενώ παράλληλα συμβάλλουν στη φυσική ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.