Ευρωπαίοι πρώην αξιωματούχοι ζητάνε να γίνει η ΕΕ παγκόσμια δύναμη – Πόσο εφικτό είναι;
Πρώην υψηλόβαθμοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι από τη μία υποστηρίζουν το κράτος πρόνοιας και από την άλλη οραματίζονται μια ΕΕ-γίγαντα, ο οποίος όμως δυσκολεύεται να πείσει.
Είναι αλήθεια, ότι μέσα σε λίγες εβδομάδες, η νέα χρονιά έφερε εκπληκτικές αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία και την γεωπολιτική από την μεταπολεμική περίοδο. Βασικός υπεύθυνος θεωρείται ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Πολλοί στην Ευρώπη, θεωρούν ότι είναι το κάλεσμα της ιστορίας για να αναλάβει η ΕΕ τα ηνία στον πλανήτη. Είναι όμως;
Δεδομένης της αποχώρησης των ΗΠΑ από την παγκόσμια αναπτυξιακή πολιτική και από τον πρόσφατο ηγετικό τους ρόλο στην αντιμετώπιση του κλίματος, πρώην Ευρωπαίοι υπουργοί, πρώην μέλη της Κομισιόν, καθηγητές και σύμβουλοι ηγετών, ζητάνε η ΕΕ να αναλάβει δράση για να καλύψει «το κενό παγκόσμιας ηγεσίας».
Με παρέμβασή τους στο Social Europe, επιβραβεύουν τον επανεξοπλισμό της ΕΕ και την εναντίωση στη Ρωσία, ωστόσο, υπογραμμίζουν ότι η ασφάλεια είναι κάτι περισσότερο από όπλα και ευημερία. Είναι κάτι περισσότερο από εμπορική πολιτική.
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η επιδείνωση της πολιτικής σταθερότητας στην Ευρώπη οφείλεται εν πολλοίς στην λιτότητα, στην υποχώρηση του κράτους πρόνοιας και στην επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων.
Πάνω από όλα για τους ίδιους έρχεται η κλιματική αλλαγή. «Η ενίσχυση του κράτους πρόνοιας και η ανοικοδόμηση της θέσης των εργαζομένων στην πολιτική οικονομία της Ευρώπης αποτελεί προϋπόθεση για την πολιτική συνοχή που πρέπει να διέπει τόσο κάθε αποτελεσματική ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας όσο και μια επιθετική ευρωπαϊκή απάντηση στην απειλή της κλιματικής αλλαγής».
Ανάγκη χρηματοδότησης
Εκτιμούν ότι η Ευρώπη πρέπει να δώσει μια δυνατή κρατική απάντηση σε κάθε επίπεδο διακυβέρνησης για τα δημόσια αγαθά, όπως η στέγαση και η υγεία. «Αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλου μέρους της δημόσιας δυσαρέσκειας γύρω από την ίδια τη δημοκρατία» λένε και υποστηρίζουν ότι γι’ αυτό χρειάζεται εξορθολογισμός και ενίσχυση των τρεχουσών αναπτυξιακών πολιτικών.
«Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλες αναπτυξιακές τράπεζες είναι σημαντικές, αλλά βασίζονται σε αξιολογήσεις τριπλού Α, οι οποίες τις εμποδίζουν να χρηματοδοτούν πιο επικίνδυνα έργα» λένε. Έτσι, για να αντιμετωπίσουν τις αλληλένδετες και αυξανόμενες κρίσεις της χρηματοδότησης της ανάπτυξης και της κλιματικής αλλαγής, «η ΕΕ και το Ην. Βασίλειο πρέπει να αναπτύξουν τις σχέσεις τους με τους αναπτυσσόμενους γίγαντες των αναδυόμενων αγορών, δηλαδή την Ινδία, την Ινδονησία, τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική» τονίζουν.
Προσθέτουν ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ από τις δεσμεύσεις για το κλίμα, η διάλυση της USAID και οι συνέπειές της σε όλο τον κόσμο, η στάση των ΗΠΑ έναντι του Καναδά, της Γροιλανδίας και του Παναμά και οι συνεχιζόμενες αλλαγές στην πολιτική σχετικά με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε γεωπολιτικές αλλαγές, υποστηρίζουν.
Η ώρα για ηγετικό ρόλο
Έτσι αυτά τα γεγονότα θέτουν πραγματικές προκλήσεις για τα κράτη πρόνοιας της Ευρώπης και εξίσου για τον ρόλο της στον κόσμο.
«Αυτή είναι η ώρα να ενισχύσουμε την άμυνα, αλλά και να διατηρήσουμε τη δυναμική των πράσινων και ψηφιακών επαναστάσεων, και να είμαστε πιο φιλόδοξοι όσον αφορά τον ρόλο της Ευρώπης στον κόσμο» λένε.
«Γράφουμε επίσης ως άτομα αφοσιωμένα στην υπεράσπιση της δημοκρατίας, στη λήψη επειγόντων μέτρων για την απαλλαγή από τον άνθρακα ενόψει της απειλής της κλιματικής αλλαγής και στην αντιμετώπιση των μακροχρόνιων ανισοτήτων στην παγκόσμια οικονομία που επιδεινώνουν αυτές τις προκλήσεις» σημειώνουν.
Έτσι, εκτιμούν ότι κατά ειρωνικό τρόπο ο Τραμπ μπορεί τελικά να συμβάλει περισσότερο στην ενδυνάμωση και την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης και σε έναν πιο ισορροπημένο γεωπολιτικό κόσμο από ό,τι πολλοί από τους ηγέτες της Ευρώπης.
«Ο Τραμπ θα φύγει, αλλά η διατλαντική συμμαχία θα παραμείνει. Δεν υπάρχει επιστροφή στον συνδυασμό χρηματιστικοποίησης και λιτότητας που προκάλεσε τόση ζημιά στη δημοκρατία».
Στο κείμενό τους υποστηρίζουν ότι πρέπει να υιοθετηθούν ξανά πολιτικές που οδήγησαν στο Μπρέτον Γουντς, δημιουργώντας ένα πλαίσιο για κοινή ευημερία που μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικά τη σταθερή και αποτελεσματική δημοκρατική διακυβέρνηση.
Είναι εφικτό;
Είναι θετικό που οι συνυπογράφοντες κάνουν λόγο για κρατική απάντηση σε προκλήσεις που θέτουν σε κίνδυνο το κράτος πρόνοιας.
Ωστόσο, είναι κάπως ειρωνικό ότι προτείνουν πολιτικές win-win στελέχη που υπηρέτησαν σε μια Ευρώπη που στην πραγματικότητα εκμεταλλευόταν άλλες χώρες, ακολουθούσε κατά πόδας τον Λευκό Οίκο σε επεμβάσεις, έκλεινε τα μάτια στο Παλαιστινιακό και έκλεινε συμφωνίες για τσουβαλιάζονται οι μετανάστες στις ακτές της Αφρικής.
H EE, όπως αναφέρουν επιστήμονες στο London School of Economics, αντί να παρέχει υποστήριξη για να βοηθήσει τις αφρικανικές χώρες να μεταβούν σε καθαρότερη ενέργεια, οι πολιτικές της ΕΕ κινδυνεύουν να ενισχύσουν την άνιση δυναμική του εμπορίου, όπου τα αφρικανικά έθνη και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες αντιμετωπίζουν εμπόδια στην ανάπτυξη των δικών τους πράσινων οικονομιών.
Σε επίπεδο κλιματικής αλλαγής, οι αδέξιες πράσινες πολιτικές της ΕΕ συνάντησαν αντίσταση από τον κόσμο. Ένας εκ των υπογραφόντων του κειμένου στο Social Europe είναι ο Ούγκο Ζολτ ντε Σόουζα, στέλεχος του Ιδρύματος Τόνι Μπλερ. Οι ειδικοί για το κλίμα και οι πολιτικοί έχουν επικρίνει τον Τόνι Μπλερ επειδή ισχυρίστηκε ότι οποιαδήποτε στρατηγική που βασιζόταν στην ταχεία σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων ήταν «καταδικασμένη σε αποτυχία».
Τα σχόλια του πρώην πρωθυπουργού, που δημοσιεύθηκαν σε έκθεση του Ινστιτούτου Τόνι Μπλερ για την Παγκόσμια Αλλαγή (TBI), προκάλεσαν εσωτερική διαμάχη εντός των Εργατικών, με ορισμένους να τον κατηγορούν ότι παίζει με το αφήγημα που χρησιμοποιούν τα δεξιά κόμματα για να καθυστερήσουν τη δράση για το κλίμα.
Παγκόσμια δύναμη που κλείνει τα μάτια
Σε επίπεδο γεωπολιτικής, δεν ήταν ο Τραμπ που εγκαινίασε και υποστήριξε μια επεκτατική πολιτική της ΕΕ/ΝΑΤΟ στην ανατολή προκαλώντας τη Ρωσία. Οι Ευρωπαίοι ακολούθησαν κατα πόδας πρώην Αμερικανούς προέδρους σε επέκταση του ΝΑΤΟ και σε πολέμους στη Μέση Ανατολή. Έτσι, οι συνυπογράφοντες επιβραβεύουν μια αμυντική πολιτική, που στην πραγματικότητα είναι μια ανάγκη που τη δημιούργησαν οι ίδιες οι επικίνδυνες πολιτικές της ΕΕ.
Στο παλαιστινιακό, η ΕΕ δεν έκανε απολύτως τίποτα για να υποστηρίξει τον διωκόμενο παλαιστινιακό λαό. Η οικονομική συνεργασία με το Ισραήλ –του οποίου οι ηγέτες διώκονται από το Διεθνές Δικαστήριο- συνεχίζεται κανονικά. Ποιο είναι το αποτύπωμα της «δημοκρατικής» Ευρώπης όταν δεν μπορεί να ορθώσει ανάστημα σε πράξεις εθνοκάθαρσης και γενοκτονίας;
Τέλος, πόσο ισχυρή μπορεί να είναι μια Ευρώπη που αποτελείται από 27 διαφορετικές εξωτερικές πολιτικές; Η Ελλάδα είναι αυτή που απειλείται με casus belli όχι η Ιταλία που έρχεται όλο και πιο κοντά με την Τουρκία. Η Κύπρος είναι αυτή που έχει υποστεί εισβολή και κατοχή, όχι το Λουξεμβούργο.
Άραγε, μια «παγκόσμια δύναμη» που δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα των συστατικών μελών της, πόσο πειστική θα είναι να συμβάλει να λυθούν σωστά και δημοκρατικά, ζητήματα των υπολοίπων;