Το απόγευμα της 18 Σεπτεμβρίου 1939 εδημοσιεύθη εις τον Τύπον το κοινόν γερμανοσοβιετικόν ανακοινωθέν, το οποίον ανήγγελλε την κατάλυσιν και τον διαμελισμόν του πολωνικού κράτους, αλλ’ η συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ρωσσίας διά τας λεπτομερείας του διακανονισμού του πολωνικού ζητήματος δεν ήτο πλήρης και ο Στάλιν, ανησυχών πάντοτε και δυσπιστών προς την Γερμανίαν, δεν ήθελε να υφίστανται εκκρεμότητες, δυνάμεναι να δημιουργήσουν προστριβάς. Εζήτησεν ούτω λεπτομερή διακανονισμόν και ο εν Μόσχα Γερμανός πρεσβευτής κόμης φον Σούλενμπουργκ απηύθυνε σχετικώς προς τον Ρίμπεντροπ (σ.σ. ο υπουργός Εξωτερικών της ναζιστικής Γερμανίας από το 1938 έως το 1945) το κατωτέρω τηλεγράφημα:
Μόσχα, 25 Σεπτεμβρίου 1939
Οι Στάλιν και Μολότωφ (σ.σ. ο κομισάριος Εξωτερικών Υποθέσεων/υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης από το 1939 έως το 1949) με εκάλεσαν εις το Κρεμλίνον την 8η μ.μ. σήμερον. Ο Στάλιν μού εδήλωσε τα εξής: κατά τον τελικόν διακανονισμόν του πολωνικού ζητήματος πρέπει ν’ αποφευχθή οτιδήποτε θα ήτο δυνατόν εις το μέλλον να προκαλέση προστριβήν μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ενώσεως. Από της απόψεως αυτής εθεώρει σφάλμα ν’ αφεθή ένα ανεξάρτητον πολωνικόν ηκρωτηριασμένον κράτος. Προέτεινε τα ακόλουθα: από το έδαφος ανατολικώς της γραμμής διαχωρισμού, ολόκληρη η επαρχία του Λούμπλιν και το τμήμα της επαρχίας Βαρσοβίας, το εκτεινόμενον προς τον (σ.σ. ποταμό) Μπουγκ, να προστεθούν εις το μερίδιόν μας. Εις αντάλλαγμα, ν’ αποσύρωμεν τας αξιώσεις μας επί της Λιθουανίας.
Ο Στάλιν υπέδειξε την πρότασιν αυτήν ως ένα θέμα των επικειμένων διαπραγματεύσεων με τον υπουργόν των Εξωτερικών του Ράιχ και προσέθεσεν ότι, εάν συγκατετιθέμεθα, θ’ ανελάμβανεν αμέσως να επιλύση το πρόβλημα των Βαλτικών κρατών συμφώνως προς το πρωτόκολλον της 23 Αυγούστου (σ.σ. το διαβόητο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ) και ανέμενεν εις το ζήτημα τούτο την πλήρη υποστήριξιν της γερμανικής κυβερνήσεως. Ο Στάλιν ανέφερε συγκεκριμένως την Εσθονίαν, την Λεττονίαν και την Λιθουανίαν, όχι όμως την Φινλανδίαν. Απήντησα εις τον Στάλιν ότι θ’ αναφερθώ εις την κυβέρνησίν μου.
ΣΟΥΛΕΝΜΠΟΥΡΓΚ
Την 28 Σεπτεμβρίου υπεγράφη, πράγματι, εν Μόσχα από τον μεταβάντα εκ νέου εκεί Ρίμπεντροπ και τον κ. Μολότωφ η γερμανοσοβιετική συνθήκη, η οποία καθώριζε τα νέα, επί του «τέως» πολωνικού εδάφους, σύνορα των δύο κρατών και είχε δημοσιευθή τότε εις τον γερμανικόν και τον σοβιετικόν Τύπον ως «γερμανοσοβιετική συνθήκη συνόρων και φιλίας». Η συνθήκη όμως αυτή συνωδεύετο από τρία μυστικά πρωτόκολλα, τα οποία τώρα μόνον έρχονται εις φως. Τα τρία αυτά πρωτόκολλα είναι τα εξής:
[…]
ΜΥΣΤΙΚΟΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΝ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι δηλούν ότι η κυβέρνησις του Ράιχ και η κυβέρνησις της Σοβιετικής Ενώσεως συνεφώνησαν επί των εξής:
Το μυστικόν συμπληρωματικόν πρωτόκολλον που υπεγράφη την 23 Αυγούστου 1939 θα τροποποιηθή εις το άρθρον 1 ούτως ώστε το έδαφος του Λιθουανικού Κράτους να εμπίπτη εις την σφαίραν επιρροής της Σοβιετικής Ενώσεως, ενώ αφ’ ετέρου η επαρχία του Λούμπλιν και τμήματα της επαρχίας της Βαρσοβίας να εμπίπτουν εις την σφαίραν επιρροής της Γερμανίας […]. Ευθύς ως η σοβιετική κυβέρνησις λάβη ειδικά μέτρα επί λιθουανικού εδάφους διά να προστατεύση τα συμφέροντά της, η σημερινή γερμανολιθουανική μεθόριος, προς τον σκοπόν φυσικής και απλής διαχαράξεως των συνόρων, θα μεταρρυθμισθή κατά τοιούτον τρόπον, ώστε το λιθουανικόν έδαφος, το κείμενον νοτιοδυτικώς της γραμμής, της σημειουμένης επί του προσηρτημένου χάρτου, να περιέλθη εις την Γερμανίαν.
[…]
Μόσχα, 28 Σεπτεμβρίου 1939
ΡΙΜΠΕΝΤΡΟΠ ΜΟΛΟΤΩΦ
ΜΥΣΤΙΚΟΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΝ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΝ
Οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι, επί τη συνάψει της γερμανοσοβιετικής συνθήκης συνόρων και φιλίας, συνεφώνησαν επί των εξής:
Αμφότερα τα μέρη δεν θα ανεχθούν εις τα εδάφη των πολωνικήν δράσιν, η οποία θίγει τα εδάφη του ετέρου μέρους. Θα καταστείλουν εις τα εδάφη των κάθε έναρξιν τοιαύτης δράσεως και θα πληροφορούν αλλήλας ως προς τα κατάλληλα μέτρα προς τον σκοπόν αυτόν.
Μόσχα, 28 Σεπτεμβρίου 1939
ΡΙΜΠΕΝΤΡΟΠ ΜΟΛΟΤΩΦ
Την ιδίαν ημέραν υπεγράφη και εδημοσιεύθη η περίφημος κοινή γερμανοσοβιετική δήλωσις, η οποία διεκήρυσσε την σταθερότητα και μονιμότητα της συνεργασίας μεταξύ Γερμανίας και Ρωσσίας και περιείχεν απειλάς κατά της Αγγλίας και της Γαλλίας, εάν δεν έσπευδον να συνάψουν ειρήνην με την Γερμανίαν. Η δήλωσις αυτή, η οποία είχε προκαλέσει τότε κατάπληξιν εις την Δύσιν, υπήρξε το κορύφωμα της γερμανοσοβιετικής συνεργασίας, η οποία, μολονότι εσυνεχίσθη επί πολλούς μήνας κατόπιν, ουδέποτε έφθασεν έκτοτε εις παρομοίαν εκδήλωσιν. Από του Δεκεμβρίου του 1939 μάλιστα ήρχισαν να σημειώνωνται προστριβαί μεταξύ Γερμανίας και Ρωσσίας, όχι σοβαραί βεβαίως, αλλ’ ενδεικτικαί ωστόσον της βαθείας αντιθέσεως η οποία εχώριζεν τα δύο κράτη, παρ’ όλας τας μεταξύ των συμφωνίας.
Τα ανωτέρω περιλαμβάνονταν σε άρθρο που είχε δημοσιευτεί στο «Βήμα» το Σάββατο 31 Ιανουαρίου 1948. Το σχετικό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα ανήκε σε σειρά άρθρων της εφημερίδας που αφορούσε τα διπλωματικά παρασκήνια τού προ ολίγων ετών λήξαντος Μεγάλου Πολέμου και βασιζόταν στα περίφημα απόρρητα έγγραφα του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών.
Το εν λόγω κείμενο συνοδευόταν από ένα χάρτη, στον οποίον απεικονιζόταν η διαίρεση της Ανατολικής Ευρώπης σε σφαίρες επιρροής σύμφωνα με την πρόταση που είχαν διατυπώσει οι Ρώσοι κατά τη διάρκεια της εφήμερης γερμανοσοβιετικής «φιλίας». Τα Βαλκάνια περιλαμβάνονταν εξ ολοκλήρου στη ρωσική σφαίρα.
Ρωσία και Γερμανία, η σταλινική Ρωσία και η ναζιστική Γερμανία, σε αγαστή σύμπνοια και συνεργασία.
Βλέπετε, προείχε ο «διακανονισμός» του πολωνικού ζητήματος —δηλαδή, η εξάλειψη της Πολωνίας— και η «επίλυση» του προβλήματος των κρατών της Βαλτικής.
Αναγκαία, λοιπόν, η «γερμανοσοβιετική συνθήκη συνόρων και φιλίας», σε συνδυασμό με τον ακριβή καθορισμό ζωνών επιρροής, τον κυνικό ακρωτηριασμό κρατών, την απροκάλυπτη καταστολή κάθε αντίδρασης.
Και μαζί, πάντα από κοινού, απειλές κατά άλλων χωρών που δε θα έστεργαν να συμμορφωθούν, να υποκύψουν σε αξιώσεις, πιέσεις και εκβιασμούς.
Τούτων δοθέντων, μήπως θα έπρεπε η αξιότιμη εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, να είναι πιο προσεκτική όταν κάνει λόγο για συμφωνίες της Ελλάδας με «το ναζιστικό καθεστώς του Κιέβου», αλλά και όταν εκτοξεύει απειλές κατά της χώρας μας, ενός κυρίαρχου κράτους, μαθημένη προφανώς στην τακτική των προπατόρων της;
Είναι προφανές ότι η κυρία Ζαχάροβα χτίζει τείχη μεγάλα κι υψηλά τριγύρω της, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ.
Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, η υπογραφή του Συμφώνου Ρίμπεντροπ – Μολότωφ στη Μόσχα το 1939.