Ο πολιτικός, λέγεται συχνά, οφείλει να εφαρμόζει τους κανόνες της ηθικής. Πολιτική και ηθική πρέπει να είναι ένα, να ταυτίζονται. Ή μήπως δεν είναι έτσι; Η συζήτηση έχει ανάψει σε χώρες της Ευρώπης όπου κάποια σκάνδαλα έκαναν επίκαιρο το θέμα του «ήθους». Αλίμονο αν διαχωρίσουμε την πολιτική από την ηθική, γράφει στο Εσπρέσσο ένας σχολιαστής. Λάθος! του απαντά άλλος. Ο κίνδυνος υπάρχει, ίσα ίσα, όταν τις ταυτίζουμε. Από το «ηθικό κράτος» του Χέγκελ ξεκίνησε ο Τζεντίλε, για να φτάσουμε στον φασισμό. Οράματα μιας κοινωνίας υψηλών ηθικών αρχών υπήρξαν η αφετηρία και του κομμουνισμού. Για τον Λένιν, δεν υπήρχε ηθική ξέχωρη από την πολιτική. Ηθικό ήταν ό,τι εξυπηρετούσε τις πολιτικές του ιδέες. Την ηθική —κάποια ηθική— κραδαίνουν ως σημαία όλοι οι δικτάτορες. Λοιπόν όχι. Εκείνο που χρειάζεται ο πολίτης, πρωτίστως, δεν είναι ένα «κράτος ηθικής», λένε οι οπαδοί αυτής της θέσης.
Ο πολίτης χρειάζεται «κράτος δικαίου». Το δίκαιο, ο νόμος, η νομιμότητα, αυτή ας είναι η βάση της πολιτείας και των σχέσεων των πολιτών μεταξύ τους ή με τους άρχοντες. Η ηθική —γράφει ο Λούτσιο Κολέττι στο Εσπρέσσο— είναι ζήτημα υποκειμενικό. Σχήμα ρευστό, που ποικίλλει μάλιστα από άτομο σε άτομο, από τόπο σε τόπο, από εποχή σε εποχή. Η ηθική μετέχει βέβαια στη διαμόρφωση του δικαίου, αλλά η ίδια (και ποια απ’ όλες;) δεν μπορεί ν’ αποτελέσει τη βάση μιας ελεύθερης δημοκρατίας δυτικού τύπου. Η πολιτική απαιτεί στέρεους, συμφωνημένους κανόνες εξωτερικής συμπεριφοράς, δηλαδή δίκαιο. Το κράτος δικαίου δεν είναι δυνατόν να υπαχθεί στην (υποκειμενική) ηθική ενός ατόμου, ή ομίλου ατόμων, που εννοεί να προβάλει τους δικούς του κανόνες ως «καθολική βούληση» του λαού. Αδίκησε ο πολιτικός; Έκλεψε; γράφει ο Κολέττι. Ας οδηγηθεί στη δικαιοσύνη. Στη φυλακή ίσως. Όχι όμως και να μπερδεύει κανείς την ηθική με την άσκηση της δικαιοσύνης —κορυφαίας έκφρασης της δημοκρατίας— ή με την ίδια την πολιτική.
Τα ανωτέρω είναι ένα απόσπασμα από άρθρο του έγκριτου δημοσιογράφου Κώστα Γαλανόπουλου (1940-2015), που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» την Παρασκευή 17 Ιουλίου 1992.
Όντως, κράτος δικαίου χρειαζόμαστε (και) στη σημερινή Ελλάδα, και όχι ηθικολογία στείρα και υποκριτική.
Κράτος δικαίου (δηλαδή, κράτος όπου οι κανόνες είναι υπέρτεροι της οιασδήποτε και οσοδήποτε ισχυρής εκτελεστικής εξουσίας) και όχι βεβαίως κράτος-αφέντη, όπου κυβέρνηση και εξουσία είναι συνώνυμα.
Δυστυχώς, εδώ και πολλές δεκαετίες, σχεδόν όλοι οι πρωταγωνιστές της πολιτικής μας σκηνής έβαλαν το δικό τους λιθαράκι στον ενταφιασμό του ελληνικού κράτους δικαίου, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι η υπέρβαση των ορίων της εξουσίας μετατρέπει μια κυβέρνηση σε καθεστώς.