Εντερικό μικρόβιο καθορίζει τον αριθμό των προσλαμβανόμενων θερμίδων
Λονδίνο: Αμερικανοί επιστήμονες εντόπισαν ένα μικρόβιο στο έντερο που μας βοηθά να συλλέξουμε περισσότερες θερμίδες από τις τροφές που καταναλώνουμε, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Μικροβιολογίας.
Λονδίνο: Αμερικανοί επιστήμονες εντόπισαν ένα μικρόβιο στο έντερο που μας βοηθά να συλλέξουμε περισσότερες θερμίδες από τις τροφές που καταναλώνουμε, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Μικροβιολογίας.
Η ανακάλυψη αυτή έρχεται να υποστηρίξει την άποψη ότι ο τύπος των μικροβίων στο έντερο βοηθά στον καθορισμό του προσλαμβανόμενου βάρους, και ότι η σίτιση του εντέρου με συγκεκριμένα μικρόβια μπορεί να συντελέσει στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.
Το έντερό μας αφθονεί σε βακτήρια και άλλους μικροοργανισμούς που μας βοηθούν στην πέψη των τροφών. Ωστόσο οι επιστήμονες βρίσκονται μόνο στην αρχή της διαδικασίας αποσαφήνισης του τί κάνει το κάθε μικρόβιο ξεχωριστά.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον με επικεφαλής τον Δρ Σάμουελ Μπακ επικεντρώθηκαν στο μικρόβιο Methanobrevibacter smithii, το οποίο δρα ως μικρόβιο αφαίρεσης των απορριμάτων. Δηλαδή, τρωει το υδρογόνο και άλλα απορρίμματα που εκκρίνουν άλλα μικρόβια και τα μετατρέπει σε μεθάνιο, το οποίο αποβάλλεται σε ημερήσια βάση από το ορθό.
Το M. smithii μπορεί να κάνει «βρώμικη δουλειά», αλλά ο ρόλος του είναι ζωτικής σημασίας. Ο Δρ Μπακ διαπίστωσε ότι κατατρώγοντας τα απορρίμματα βοηθά άλλα βακτήρια να επεξεργαστούν άλλα ινώδη συστατικά των τροφών, μετατρέποντάς τα σε χρήσιμο υλικό για τον οργανισμό μας. Χωρίς αυτά, τα απορρίμματα συσσωρεύονται και εμποδίζουν την δράση άλλων εντερικών βακτηρίων.
Αυτό σημαίνει ότι ο αριθμός των θερμίδων που αναγράφεται επί της ετικέτας των τροφών μπορεί να είναι παραπλανητικός, καθώς διαφορετικά άτομα μπορεί να συλλέγουν διαφορετικό αριθμό θερμίδων από την κατανάλωση της ίδιας μπανάνας ή του τοστ, ανάλογα με το ατομικό μείγμα μικροβίων στο έντερο.
Πάνω από το 85% των ατόμων «φιλοξενούν» το M. smithii ή τα «εξαδέλφια» του στο έντερό τους. Ο Δρ Μπακ σκοπεύει να μελετήσει αν τα υπέρβαρα άτομα έχουν περισσότερα τέτοια βακτήρια ή τα αδύνατα άτομα λιγότερα.
Αν η θεωρία αυτή ισχύει, ίσως καταστεί εφικτό να χάνουμε ή παίρνουμε βάρος με την εμφύτευση διαφορετικών μικροβίων στο έντερο. Ωστόσο, στο στάδιο που βρίσκεται τώρα η μελέτη, αυτό είναι κάτι τελείως υποθετικό.
Παρουσιάζοντας τη μελέτη ο Αμερικανός ερευνητής, αναφέρθηκε στα πειράματα που διενήργησε σε ποντίκια, τα οποία είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει σε αποστειρωμένο περιβάλλον, χωρίς μικρόβια στο έντερό τους.
Στα πειραματόζωα ένεσε ένα πολύ κοινό στέλεχος του ανθρώπινου εντερικού βακτηρίου Bacteroides thetaiotaomicron, ενώ μερικά τρωκτικά ενέθηκαν και μια δόση M. smithii.
Περίπου 100 φορές περισσότεροι μικροοργανισμοί αναπτύχθηκαν στο παχύ έντερο των ποντικιών που ενέθηκαν και με τα δύο βακτήρια, συγκριτικά με εκείνες που ενέθηκαν μόνο με B. thetaiotaomicron. Αυτό δείχνει ότι η παρουσία του M. smithii συντελούσε κατά κάποιο τρόπο ανάπτυξη περισσότερων βακτηρίων.
Όταν και τα δύο βακτήρια ήταν παρόντα, το B. thetaiotaomicron ενίσχυε την δραστηριότητα των γονιδίων που εμπλέκονται στην αποδόμηση και τον μεταβολισμό των φρουκτάνων, συστατικό που συναντάται στα κρεμμύδια, το σιτάρι και τα σπαράγγια, που το ανθρώπινο έντερο δεν μπορεί να επεξεργαστεί μόνο του. Το B. thetaiotaomicron, μετατρέπει τις φρουκτάνες σε λιπαρά οξέα, μερικά εκ των οποίων απορροφήθηκαν από έντερο του ποντικιού και χρησιμοποιήθηκαν είτε ως καύσιμα είτε αποθηκεύθηκαν με τη μορφή λίπους.
Στους ανθρώπους, περίπου το 10% των θερμίδων προέρχονται από τέτοια μικροβιο-παραγόμενα λιπαρά οξέα.
Μετά από μερικές εβδομάδες, τα ποντίκια και με τα δύο μικρόβια είχαν περίπου 40% περισσότερη ποσότητα ενός συγκεκριμένου λιπαρού οξέος, του οξικού άλατος στο αίμα τους και επίσης 15% περισσότερο λίπος.
Τα παραπάνω στοιχεία αναμένεται να δημοσιευθούν προσεχώς και στο επιστημονικό έντυπο Proceedings of the National Academy of Sciences.