Ότι ο Γρίβας είναι γεννημένος Αρχηγός, το αποδεικνύει η παλαιοτέρα και η πρόσφατος ιστορία του. Η αντίστασίς του κατά τα χρόνια του μεταπελευθερωτικού διχασμού εις τον λόφον του Θησείου απετέλεσε ένα πραγματικόν έπος. Αι πολιτικαί αντιθέσεις και αι πολιτικαί σκοπιμότητες είχαν καταστήσει την εποχήν εκείνην το κίνημα του συνταγματάρχου Γρίβα ασυμπαθές εις μέγα τμήμα του Ελληνικού Λαού. Όμως η πάροδος του χρόνου το τοποθετεί ήδη εις τα πραγματικά του βάθρα. Μία δραξ νεαρών αξιωματικών, ανθυπολοχαγών κατά το πλείστον, κατώρθωσε υπό την ηγεσίαν του Γρίβα να αντισταθή εις επανειλημμένας και λυσσαλέας επιθέσεις, ασυγκρίτως υπερτέρων δυνάμεων, κατώρθωσε να μη καμφθή από τους όλμους του αντιπάλου, ούτε και από την πολιτικήν του διαβολήν, και εκράτησε τας θέσεις της με σταθερότητα, την οποίαν δεν είχε έως τότε επιδείξει κανένα άλλο ένοπλον τμήμα της αλληλοσπαρασσομένης Ελλάδος. Ήτο τυχαίον αυτό το αποτέλεσμα; Όχι, βεβαίως. Ωφείλετο κατά κύριον λόγον εις την γενναιότητα, εις την πίστιν και εις τας οργανωτικάς ικανότητας του Αρχηγού της κινήσεως.
Κατά τον ίδιον τρόπον έδρασεν ο Διγενής και εις την Κύπρον. Επήγε εκεί ολομόναχος με μοναδικόν όπλον ένα πιστόλι — και φυσικά την Πίστιν του. Όταν απεβιβάσθη εις κάποιαν ερημικήν ακτήν της Πάφου, ύστερα από δεκαέξ ημερών περιπετειώδη πλουν με καΐκι, ευρέθη μόνος και ξένος μεταξύ ξένων. Ευρέθη εν μέσω ενός πληθυσμού Ελληνικού βέβαια, εις την ψυχήν του, εις τον οποίον, όμως, αι περιστάσεις δεν είχαν επιτρέψει να εξοικειωθή με την χρήσιν των όπλων. Έπρεπε να αρχίση από το άλφα. Και εις διάστημα ολίγων μηνών, δηλαδή από της 24ης Οκτωβρίου του 1954, οπότε απεβιβάσθη εις την νήσον, μέχρι της 1ης Απριλίου του 1955 (σ.σ. η συμπλήρωση εβδομήντα ετών από την ημέρα εκείνη αποτελεί την αφορμή για τη σύνταξη του παρόντος άρθρου), οπότε προέβη εις την πρώτην μεγάλης κλίμακος δολιοφθοράν, ανατινάξας το κεντρικόν εργοστάσιον ηλεκτροπαραγωγής, με αποτέλεσμα να βυθισθή ολόκληρος η νήσος εις το σκότος, ο συνταγματάρχης Γρίβας είχε κατορθώσει να δημιουργήση τον πρώτον σκληρόν πυρήνα της ΕΟΚΑ (σ.σ. Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών), να οργανώση την αντίστασιν του Κυπριακού Λαού επί ιδικού του καθαρώς σχεδίου, να την κατανείμη εις είκοσι τομείς καθ’ όλην την νήσον, να ορίση τους συνδέσμους του, να ανακαλύψη τους κρυψώνας των όπλων και των ανδρών του και προ παντός να εμπνεύση την πίστιν και τον ενθουσιασμόν εις την Κυπριακήν νεολαίαν και των δύο φύλων, η οποία και έγινεν εν συνεχεία ο πρώτος του σύμμαχος εις τον ηρωικόν του αγώνα. Το να δημιουργή κανείς οπαδούς, το να τους συγκρατή εν συνεχεία, το να τους ενθουσιάζη και να τους εμπνέη, το να τους κατευθύνη εις την μάχην και να τους οδηγή και προς τον Θάνατον ακόμη, χωρίς ούτοι να μεμψιμοιρούν ή να διαμαρτύρωνται, δεν είναι η πρώτη απόδειξις ότι αυτός είναι Αρχηγός;
*Απόσπασμα από κείμενο του αρτινού δημοσιογράφου Ελευθερίου Κοτσαρίδα (1904-1966), εκλεκτού στελέχους του ΔΟΛ επί τέσσερις και πλέον δεκαετίες.
«Κάποτε πέντε Άγγλοι είχαν φθάσει σε απόσταση ενός μόλις μέτρου από το σημείο που ήμουνα κρυμμένος. Κοντά μου υπήρχαν βέβαια και άλλοι άνδρες της ΕΟΚΑ, αλλά κανείς δεν μπορούσε να κινηθή, γιατί οι Άγγλοι υπερείχαν πάρα πολύ αριθμητικά κι’ έτσι έπρεπε να παραμείνουμε κρυμμένοι μέχρις ότου περάση ο κίνδυνος. Έμεινα λοιπόν ακίνητος σε απόσταση ενός μόλις μέτρου από τους Άγγλους. Ένα ελαφρό βήξιμο θα μπορούσε να με προδώση. Ακόμη και μια κίνηση. Ευτυχώς όμως δεν προχώρησαν. Εγύρισαν κι’ έφυγαν. Εδώ με εφύλαξε η Θεία Πρόνοια. Σε τέτοιες στιγμές, όταν βρεθής σε αναπεπταμένο πεδίο, δίδεις μάχη, πολεμάς. Όταν όμως βρεθής μέσα σε κρησφύγετο, ετοιμάζεσαι να πεθάνης εντίμως».
«Ο Θεός με φύλαξε και ποτέ μου δεν υπέφερα από αρρώστεια. Μόνο ένας μικρός πονόδοντος μ’ ενώχλησε. Φώναξα έναν οδοντογιατρό στο κρησφύγετό μου. Αλλά οι Άγγλοι το έμαθαν. Περιεκύκλωσαν το κρησφύγετό μου, το οποίο ανεκάλυψαν παρακολουθώντας τον γιατρό. Ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Είχα ελάχιστες ελπίδες σωτηρίας. Αναγκασθήκαμε να δώσουμε κανονική μάχη. Ο Θεός όμως με βοήθησε, για μια ακόμη φορά. Γλίστρησα μέσ’ απ’ τα χέρια τους και άφησα τους Άγγλους να χτυπιούνται μεταξύ τους».
«Οι δυσχέρειες ήσαν πάρα πολύ μεγάλες όταν αρχίσαμε τον αγώνα. Οι άνδρες που έπρεπε να χρησιμοποιηθούν ήσαν στρατιωτικώς απαίδευτοι. Για τον αγώνα δεν διέθεταν παρά την γενναία καρδιά τους και την απόφαση να θυσιασθούν για την ελευθερία. Έπρεπε πρώτα να εκπαιδευθούν, να μάθουν τον χειρισμό των όπλων και μερικά πράγματα από την τακτική του πολέμου, όπως το τι είναι ενέδρα κ.λπ. Στις πρώτες ενέδρες πήγαινα κι’ εγώ μαζί τους και τους έδειχνα. Αργότερα όμως, και μάλιστα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, όλοι αυτοί οι απαίδευτοι γύρω από τη δύσκολη τεχνική του ανταρτοπολέμου νέοι έκαναν τα κατορθώματα αυτά που άφηναν άναυδους τους Βρεταννούς αξιωματικούς και στρατιώτες».
*Αφηγήσεις του ίδιου του αρχηγού της ΕΟΚΑ, Γεωργίου Γρίβα. Ο επονομασθείς Διγενής ήταν εκείνος που «Αχιλλεύς μαζί και Οδυσσεύς, εύρισκε πάντοτε τον τρόπο να υπερπηδά τα εμπόδια και στις πιο δύσκολες και στις πιο κρίσιμες στιγμές».
Πώς κατώρθωσαν η ΕΟΚΑ και ο αρχηγός της Γρίβας να αναπτύξουν την δράση τους στην Κύπρο, κάτω από την μύτη των Άγγλων; Ποια ήταν τα μυστικά της πατριωτικής αυτής οργανώσεως; Ελάχιστα πράγματα μπορούν, προς το παρόν, να έλθουν στην δημοσιότητα. Θα τ’ αναφέρουμε εδώ:
Ξέρουμε ότι από τη Ρόδο ξεκίνησε για το μεγάλο ταξίδι του προς την Κύπρο ο Διγενής. Ξεκίνησε στις 28 Οκτωβρίου 1954. Το είπε στην ομιλία του ο βουλευτής κ. Ζίγδης κατά την υποδοχή των Κυπρίων αγωνιστών στις 9 Μαρτίου 1959. Το επεβεβαίωσε και η κ. Κική Γρίβα σε μια πρόσφατη συνέντευξή της:
— Ο άντρας μου, είπε, έφυγε στις 26 Οκτωβρίου 1954. Μου είπε πως θα πάη στη Θεσσαλονίκη για κάτι δουλειές και να μην ανησυχώ.
Τώρα ξέρουμε κι’ άλλα. Ο Γρίβας πήγε σαν τουρίστας στην Κύπρο το 1952 και μελέτησε την κατάσταση. Διεπίστωσε τότε πως μπορεί να πραγματοποιηθή με επιτυχία απελευθερωτικός αγώνας. Λένε πως ο στρατάρχης Παπάγος υπέδειξε τον Γ. Γρίβα για την αρχηγία του απελευθερωτικού αγώνα της Κύπρου. Πάντως, το 1953 ο Γ. Γρίβας αναλαμβάνει την επίσημη αρχηγία. Δίνει μάλιστα και τον σχετικό όρκο ένα απόγευμα στο σπίτι του καθηγητού κ. Κονιδάρη. Στην ορκωμοσία παρίσταντο, πλην του ιδιοκτήτου, οι Σάββας Λοϊζίδης, Σωκ. Λοϊζίδης, Γ. Στράτος, συνταγματάρχης Αλεξόπουλος, Δ. Βεζανής, Α. Αυγίκος. Οι ίδιοι μάλιστα τον υπεδέχθησαν την περασμένη Τρίτη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κατά την άφιξή του (σ.σ. το Μάρτιο του 1959, λίγον καιρό μετά τη σύναψη των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου, ο Γρίβας ήλθε στην Αθήνα, όπου του έγινε υποδοχή ήρωα).
Είναι επίσης γνωστό πως ο Διγενής δεν ενεπιστεύθη σε κανέναν τα μυστικά της οργανώσεως. Η συνωμοτικότης ήταν ο κανόνας του πάντοτε. Αυτός ωργάνωσε τους συνδέσμους και καθώρισε την αποστολή καθενός. Άλλοι στην Αθήνα και άλλοι στην Ρόδο. Η επαφή άρχιζε από την Κύπρο και γινόταν με όλα τα μέσα: με συνθηματικά γράμματα, τηλεγραφήματα, ραδιοφωνικές εκπομπές. Πίσω από τις πιο αθώες εκφράσεις κρυβόντουσαν μεγάλα μυστικά. Μετριούνται στα δάχτυλα αυτοί που γνώριζαν τον κώδικα.
Είπαμε πως είναι πληροφορίες από διάφορες πηγές, που κανείς δεν μπορεί να τις ελέγξη. Οι ίδιες πηγές αποκαλύπτουν τώρα πως η Ρόδος είχε, με τον καιρό, αποτελέσει την κονίστρα που συνεπλέκοντο σε ένα μυστικό και σκληρό αγώνα αντικατασκοπείες και κατασκοπείες πολλών χωρών. Οι σύνδεσμοι προσπαθούσαν να κάμουν τη δουλειά τους χωρίς να τους πάρουν οι άλλοι χαμπάρι, ενώ, συνάμα, προσπαθούσαν να μάθουν τους μυστικούς πράκτορες του αντιπάλου.
Στον ίδιο καμβά δούλευαν η αγγλική και η τουρκική κατασκοπεία. Δεν έλειπε και η κάποια κατασκοπευτική δράση των πρακτόρων του ΑΚΕΛ, που, έχοντας κι’ αυτό βάση ανεφοδιασμού την Ρόδο, δεν παρέλειπε να παρακολουθή την δράση της ΕΟΚΑ, οι σύνδεσμοι της οποίας έτσι απεδύοντο σε τριμέτωπο αγώνα. Και προς τιμήν τους, τάβγαζαν πέρα όλες σχεδόν τις φορές.
Σε τέτοιο σημείο είχε φθάσει η κατασκοπευτική δράση της ΕΟΚΑ, ώστε είχε εγκαίρως πληροφορηθή πως οι Άγγλοι είχαν μάθει για την αποστολή όπλων που θα γινόταν με το «Άγιος Γεώργιος». Λένε σχετικά πως η Κύπρος είχε στείλει στη Ρόδο μήνυμα να ανασταλή η μεταφορά των όπλων, αλλά η υπόδειξη του συνδέσμου της Ρόδου δεν έγινε δεκτή με την δέουσα προσοχή, γιατί η αποστολή είχε οργανωθή από πράκτορες των Αθηνών. Έτσι το καράβι πιάστηκε την ώρα που ξεφόρτωνε το φορτίο του.
*Κείμενο του αξιόλογου χανιώτη δημοσιογράφου και ιστορικού ερευνητή Ιωάννη Μανωλικάκη (1913-1988).
Όλα όσα διαβάσατε ανωτέρω, όπως και οι φωτογραφίες που τα συνοδεύουν, προέρχονται από πολυσέλιδο αφιέρωμα που είχε κάνει «Ο Ταχυδρόμος» στην ΕΟΚΑ και στον επικεφαλής της, τον αείμνηστο Γεώργιο Γρίβα, στο τεύχος του που είχε κυκλοφορήσει στις 21 Μαρτίου 1959.
Στον κόσμο του έργου «Η Λέλα και η Λέλα» το μικρό τους δωμάτιο είναι η σκηνή τους, η σκηνή της διασκέδασης, της φθοράς, της αντίθεσης και της πλήρους ταύτισης.