Η βιταμίνη D ίσως μειώνει τον κίνδυνο μετάστασης του καρκίνου του μαστού
Ουάσιγκτον: Οι πάσχοντες από καρκίνο του μαστού με χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνη D στον οργανισμό είναι πιθανότερο να αποβιώσουν και να παρουσιάσουν εξάπλωση της νόσου, συγκριτικά με καρκινοπαθείς που έχουν φυσιολογικά επίπεδα της βιταμίνης, σύμφωνα με καναδική έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας.
Ουάσιγκτον: Οι πάσχοντες από καρκίνο του μαστού με χαμηλότερα επίπεδα βιταμίνη D στον οργανισμό είναι πιθανότερο να αποβιώσουν και να παρουσιάσουν εξάπλωση της νόσου, συγκριτικά με καρκινοπαθείς που έχουν φυσιολογικά επίπεδα της βιταμίνης, σύμφωνα με καναδική έρευνα που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας.
Οι γυναίκες με ανεπάρκεια της βιταμίνης όταν διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού έχουν 94% περισσότερες πιθανότητες να εξαπλωθεί ο καρκίνος τους και 73% να αποβιώσουν συγκριτικά με αυτές που έχουν επάρκεια βιταμίνης D.
Πάνω από τα τρία τέταρτα των γυναικών με καρκίνο του μαστού έχουν ανεπάρκεια της βιταμίνης D.
Η Δρ Πάμελα Γκούντγουιν από το Νοσοκομείο «Όρος Σινά» του Τορόντο μελέτησε 512 γυναίκες με μέσης ηλικία τα 50 έτη που μόλις είχαν διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού και υποβάλλονταν σε θεραπεία σε τρία πανεπιστημιακά νοσοκομεία του Τορόντο την περίοδο 1989-1995. Είχαν τεθεί υπό ιατρική παρακολούθηση μέχρι και το 2006, δηλαδή χρονικό διάστημα 12 ετών περίπου.
Μόλις το 24% του δείγματος είχε επάρκεια βιταμίνης D όταν διαγνώστηκε με καρκίνο.
Τα άριστα επίπεδα της βιταμίνης θεωρούνται ότι βρίσκονται κάπου μεταξύ 80 και 110 ή 120 nmol/L στο αίμα, αν και δεν υπάρχουν σταθερές κατευθυντήριες οδηγίες. Πάντως οτιδήποτε κάτω από τα 50 nmol/L κρίνεται ως ανεπάρκεια.
Μετά από δέκα χρόνια, ο καρκίνος δεν είχε εξαπλωθεί ή δεν είχε επανεμφανιστεί στο 83% των γυναικών που είχαν φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D και στο 85% αυτών που εξακολουθούσαν να είναι εν ζωή. Όμως μόλις το 69% των γυναικών με χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης ήταν ελεύθερες καρκίνου μετά από δέκα χρόνια και μόλις το 74% εν ζωή.
Οι γυναίκες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D ήταν επίσης πιθανότερο να εκδηλώσουν καρκίνο πριν φτάσουν στην εμμηνόπαυση, να έχουν μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος, να έχουν υψηλότερα επίπεδα ινσουλίνης και να έχουν πιο επιθετικούς καρκινικούς όγκους.
«Είναι κάτι που θα μας κάνει να σκεφτούμε πιο σοβαρά για το ποια είναι πραγματικά η σχέση μεταξύ βιταμίνης D και καρκίνου του μαστού. Η βιταμίνη D εξελίσσεται σε έναν πολύ πιο σοβαρό παράγοντας όσο αφορά στον καρκίνο.
Συσχετισμοί έχουν ήδη εντοπίστει μεταξύ της βιταμίνης D και του καρκίνου του προστάτη και του παχέος εντέρου. Επίσης τα χαμηλά επίπεδα της βιταμίνης έχουν σχετιστεί με την καρδιακή νόσο», σημειώνει η Δρ Γκούντγουιν.