Παχυσαρκία και οιστρογονικός μεταβολισμός αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού
Νέα Υόρκη: Μεταξύ των γυναικών που δεν υποβάλλονται σε ορμονοθεραπεία, η παχυσαρκία και τα υποπροϊόντα της αποδόμησης των οιστρογόνων φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο International Journal of Cancer.
Νέα Υόρκη: Μεταξύ των γυναικών που δεν υποβάλλονται σε ορμονοθεραπεία, η παχυσαρκία και τα υποπροϊόντα της αποδόμησης των οιστρογόνων φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, σύμφωνα με αμερικανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο International Journal of Cancer.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ με επικεφαλής την Δρ Φρανσισμέρι Μοντουγκνο ανέλυσε στοιχεία από άτομα που είχαν εγγραφεί στη μελέτη Women’s Health Initiative για να εξετάσουν τη σχέση μεταξύ παχυσαρκίας, ορμονοθεραπείας, οιστρογονικού μεταβολισμού και καρκίνου του μαστού.
Συνέκρινε τα επίπεδα δυο οιστρογονικών μεταβολιτών, 2-ΟΗΕ1 και 16-α-ΟΗΕ1, σε 200 γυναίκες που εκδήλωσαν καρκίνο του μαστού και σε 200 που δεν νόσησαν.
Σ’ αυτές που υποβάλλονταν σε ορμονοθεραπεία, παρατηρήθηκε μέτρια αλλά σημαντική αύξηση στην 16-α-ΟΗΕ1 και σημαντικά υψηλότερα επίπεδα 2-ΟΗΕ1 και στις δυο ομάδες. Για τα άτομα αυτά, δεν διαπιστώθηκε συσχετισμός μεταξύ Δείκτη Μάζας Σώματος, οιστρογονικού μεταβολισμού και κινδύνου καρκίνου του μαστού.
Για τις γυναίκες που δεν υποβάλλονταν σε ορμονοθεραπεία, ωστόσο, ο μεγάλος Δείκτης Μάζας Σώματος και η αυξημένη 16-α-ΟΗΕ1 ήταν ξεχωριστά και μαζί συσχετιζόμενα με τον αυξημένο κίνδυνο καρκίνου.
Εν συγκρίσει με τις γυναίκες με χαμηλό Δείκτη Μάζας Σώματος και χαμηλά επίπεδα οιστρογονικών μεταβολιτών, εκείνες με υψηλό ΔΜΣ και 16-α-ΟΗΕ1 είχαν σχεδόν τετραπλάσιες πιθανότητες εκδήλωσης καρκίνου του μαστού.
Ο μεταβολισμός των οιστρογόνων επηρεάζεται τόσο από τον ΔΜΣ όσο και την ορμονοθεραπεία, καταλήγουν οι ερευνητές, δίνοντας μια πιθανή εξήγηση για την αλληλεπίδραση μεταξύ ΔΜΣ και ορμονοθεραπείας σε σχέση με τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού.