Κίνδυνος θανάτου από καρκίνο για παιδιά που ζουν κοντά σε κεντρικούς οδικούς άξονες
Λονδίνο: Τα παιδιά που ζουν κοντά σε μεγάλους συγκοινωνιακούς κόμβους κινδυνεύουν περισσότερο να αποβιώσουν εξαιτίας καρκίνου, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Epidemiology and Community Health.
Λονδίνο: Τα παιδιά που ζουν κοντά σε μεγάλους συγκοινωνιακούς κόμβους κινδυνεύουν περισσότερο να αποβιώσουν εξαιτίας καρκίνου, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Epidemiology and Community Health.
Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Μπέρμινγκχαμ διαπίστωσε ότι τα παιδιά που ζούσαν εντός 500 μέτρων από στάση λεωφορείου είχαν εξαπλάσιες πιθανότητες να αποβιώσουν από καρκίνο.
Επίσης οι σιδηρόδρομοι και τα νοσοκομεία αύξαναν τον κίνδυνο. Για όλα τα σημεία, οι ρύποι των οχημάτων αναγνωρίστηκε ως η κύρια αιτία.
Πιο αναλυτικά, οι επιστήμονες μελέτησαν λεπτομέρειες που αφορούσαν τους θανάτους 22.500 παιδιών την περίοδο 1955-1980 από καρκίνους όπως η λευχαιμία, το λέμφωμα και οι καρκίνοι του εγκεφάλου και της σπονδυλικής στήλης.
Διαπίστωσαν ότι το μονοξείδιο του άνθρακα και 1, 3-βουταδιένιο, τα οποία παράγονται από τους ρύπους των οχημάτων και ειδικά του κινητήρες πετρελαίου, ήταν η κύρια αιτία του αυξημένο κινδύνου. Αλλά και άλλα χημικά στοιχεία, περιλαμβανομένου του οξειδίου του αζώτου και των διοξινών επίσης αναφέρονται στην μελέτη.
Υπολόγισαν ότι υπάρχει 12πλάσια αύξηση του κινδύνου για τα παιδιά που ζουν κοντά σε στάσεις λεωφορείων και κύρια σημεία εκπομπής καυσαερίων.
Η διαβίωση σε κοντινή απόσταση από νοσοκομείο αύξανε σχεδόν στο τριπλάσιο τον κίνδυνο, κυρίως λόγω της αυξημένης κίνησης γύρω από το κτίριο και της χρήσης των κλιβάνων αποτέφρωσης. Οι σιδηρόδρομοι και βιομηχανίες παραγωγής ελαίων επίσης φωτογραφίζονται ως παράγοντες κινδύνου.
Ο Δρ Τζορτζ Κνοξ εξηγεί ότι η έκθεση του παιδιού κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ηλικίας και αμέσως μετά τη γέννηση σε ρυπογόνα στοιχεία είναι βασική για τον μετέπειτα κίνδυνο.