Ευνοϊκές αλλά με δημοσιονομικό κόστος οι ρυθμίσεις για τις 100 δόσεις
Ελαφρύνσεις για όσους έχουν οφειλές προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία φέρνει το νομοσχέδιο για τη ρύθμιση των 100 δόσεων, ωστόσο ακόμη και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το δημοσιονομικό κόστος των ευνοϊκών διατάξεων που έχουν προκαλέσει την αντίδραση των θεσμών.
Ελαφρύνσεις για όσους έχουν οφειλές προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία φέρνει το νομοσχέδιο για τη ρύθμιση των 100 δόσεων, ωστόσο ακόμη και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το δημοσιονομικό κόστος των ευνοϊκών διατάξεων που έχουν προκαλέσει την αντίδραση των θεσμών.
Η έκθεση του ΓΛΚ που συνοδεύει το νομοσχέδιο «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας» καταγράφει τις περιπτώσεις που οι διατάξεις του νομοσχεδίου θα επιδράσουν βραχυπρόθεσμα στα δημόσια έσοδα και για τις οποίες έχουν ήδη εκφράσει αντίθετη άποψη τόσο ο επικεφαλής της Ομάδας Εργασίας της Ευρωζώνης (EuroWorking Group), Αυστριακός Τόμας Βίζερ, όσο και ο επικεφαλής του κλιμακίου της Koμισιόν στην τρόικα Ντέκλαν Κοστέλλο.
Ειδικότερα, η εφαρμογή των διατάξεων του νομοσχεδίου θα οδηγήσει:
Σε μείωση βεβαιωμένων εσόδων λόγω διαγραφής προσαυξήσεων σε ήδη βεβαιωμένες και καθυστερημένες οφειλές. Η ρύθμιση όμως αυτή, όπως σημειώνει το ΓΛΚ, αναμένεται να βελτιώσει σημαντικά την εισπραξιμότητα των δημοσίων εσόδων.
Σε ετήσια απώλεια εσόδων από τη δυνατότητα μείωσης του προβλεπομένου ΦΠΑ στην περίπτωση διοικητικού ή δικαστικού συμβιβασμού, καθώς και υπαγωγής σε οιαδήποτε διευκόλυνση ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπροθέσμων οφειλών στην περίπτωση πράξεων προσδιορισμού φόρων.
Σε ετήσια απώλεια εσόδων από την κατάργηση των προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής για τις οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της φορολογικής διοίκησης από τη δημοσίευση του υπό ψήφιση νόμου.
Σε ετήσια απώλεια εσόδων από τη φορολόγηση με την κλίμακα των μισθωτών του τεκμαρτού εισοδήματος των φορολογουμένων που δεν έχουν εισόδημα από καμία κατηγορία , καθώς και τη μη εφαρμογή της ελάχιστης ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης εφόσον ο φορολογούμενος ή τα εξαρτώμενα μέλη αποκτούν εισόδημα μόνον από τόκους και ακίνητα.
Σε απώλεια εσόδων του Δημοσίου από την επιστροφή των ποσών που εισπράχθηκαν μέσω δυσμενέστερης δικαστικής απόφασης σε σχέση με τα πρακτικά συμβιβασμού της φορολογικής διαφοράς που προηγήθηκαν.
Σε απώλεια εσόδων του Δημοσίου από την απαλλαγή από τόκους και πρόστιμα δηλώσεων ΦΠΑ αγροτών φυσικών προσώπων λογά μετάθεσης του χρόνου υποβολής τους
Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ξεκαθαρίζει πως «τα ανωτέρω αποτελέσματα δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκ των προτέρων».
Αλλά και στο σκέλος των ρυθμίσεων που αφορούν στις οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία το όφελος που προκύπτει είναι κυρίως μακροπρόθεσμο.
Η έκθεση του υπουργείου Οικονομικών αναφέρει πως από τις ρυθμίσεις για την εξόφληση των ληξιπροθέσμων ασφαλιστικών εισφορών -ήτοι 21,5 δισ. ευρώ εκ των οποίων 15,2 δισ. ευρώ κύριες οφειλές και 6,3 δισ. ευρώ προσαυξήσεις- εκτιμάται πως σε βάθος οκταετίας θα εισπραχθούν 2 δισ. ευρώ με παράλληλη διασφάλιση της είσπραξης των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών από την 1η Φεβρουαρίου 2015 μέχρι το πέρας της οκταετίας που ισχύει η ρύθμιση.
Τέλος, εκτιμάται πως η ρύθμιση για την εξόφληση των ληξιπροθέσμων ασφαλιστικών εισφορών θα οδηγήσει σε μείωση βεβαιωμένων εσόδων από την έκπτωση επί των προσαυξήσεων και πρόσθετων τελών, αλλά και σε σημαντική βελτίωση της εισπραξιμότητας των οφειλομένων εισφορών λόγω των ευνοϊκότερων όρων σε σχέση με προηγούμενες όμοιες ρυθμίσεις.