Ξεκινούν οι εργασίες του 21ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ρευματολογίας
Αθήνα: Νέοι ελπιδοφόροι ορίζοντες ανοίγονται για τους ρευματοπαθείς, που θα οδηγούνται λιγότερο συχνά στην αναπηρία, αφού μπορεί πλέον, με τις σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους, να προληφθεί ή να μετριασθεί η καταστροφή των αρθρώσεών τους.
Αθήνα: Νέοι ελπιδοφόροι ορίζοντες ανοίγονται για τους ρευματοπαθείς, που θα οδηγούνται λιγότερο συχνά στην αναπηρία, αφού μπορεί πλέον, με τις σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους, να προληφθεί ή να μετριασθεί η καταστροφή των αρθρώσεών τους.
Αυτό τόνισε σε συνέντευξη τύπου ο πρόεδρος της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας Κωνσταντίνος Τέμπος με την ευκαιρία του 21ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ρευματολογίας, οι εργασίες του οποίου αρχίζουν σήμερα Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου και θα συνεχιστούν μέχρι και το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009 στη Θεσσαλονίκη.
Ο κ. Τέμπος ανέφερε ότι τα ρευματικά νοσήματα πάντα συνόδευαν τον άνθρωπο και αποτελούν την κύρια αιτία αναπηρίας στα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών. Αφορούν όλες τις ηλικίες και μπορούν να παρουσιαστούν από την βρεφική ηλικία μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Σε σύγκριση με όλες τις άλλες ομάδες παθήσεων στο επίπεδο του γενικού πληθυσμού των ενηλίκων, οι ρευματικές παθήσεις ευθύνονται για:
το 47% της μακροχρόνιας λειτουργικής ανικανότητας
το 26% του βραχυχρόνιου περιορισμού των δραστηριοτήτων, όπως απουσίες από την εργασία, κ.λπ.
το 20% όλων των ιατρικών επισκέψεων
το 24% της λήψης φαρμάκων με ιατρική συνταγή.
Τα ρευματικά νοσήματα και τα νοσήματα του μυοσκελετικού συστήματος περιλαμβάνουν πάνω από 200 οξέα και χρόνια νοσήματα, από τα οποία άλλα προσβάλλουν μερικές μόνο περιοχές του μυοσκελετικού συστήματος, ενώ άλλα είναι πολυσυστηματικά με προσβολή πολλών εσωτερικών οργάνων. Μπορούν να ταξινομηθούν σε έξι μεγάλες κατηγορίες, όπως φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις, οστεοαρθρίτιδα, οσφυαλγία, αυχεναλγία, παθήσεις εξωαρθρικού ρευματισμού και οστεοπόρωση. Τα περισσότερα από αυτά συνοδεύονται από οξεία (διαρκείας μέχρι 3 μηνών) ή χρόνια φλεγμονή.
Τα νοσήματα αυτά μπορεί να οφείλονται αποκλειστικά σε κληρονομικούς παράγοντες, αποκλειστικά σε εξωτερικά αίτια ή συχνότερα να είναι μείγμα και των δύο. Η συχνότητα και η βαρύτητα των ρευματικών νοσημάτων ποικίλλει ανάλογα με το φύλο, την ηλικία, τη φυλετική καταγωγή και τη χώρα. Υπάρχουν διαφορές στην έκβαση, ανάπτυξη ή τη βαρύτητα ακόμα και του ίδιου ρευματικού νοσήματος στην ίδια ή σε διαφορετικές χώρες ανάλογα με την επίδραση δημογραφικών, γενετικών, ορμονικών, ψυχολογικών, οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντολογικών αιτίων.
Μια κατηγορία είναι τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα, δηλ. νοσήματα τα οποία προκαλούν φλεγμονή των αρθρώσεων και άλλων εσωτερικών οργάνων, όπως π.χ. οι νεφροί, οι πνεύμονες, κ.ά.
Σήμερα, οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει πολλούς από τους μηχανισμούς με τους οποίους η αυτοάνοση φλεγμονή των αρθρώσεων οδηγεί σε καταστροφή τους, υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας.
Με βάση την ανακάλυψη αυτή έχουν κατασκευαστεί νεότερα φάρμακα, οι βιολογικοί παράγοντες, οι οποίοι ήδη από 10ετίας χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της ψωριασικής αρθρίτιδας, της αγκυλοποιητικής σπονδυλαρθροπάθειας και άλλων ρευματικών νοσημάτων. Τα νέα αυτά φάρμακα έχει αποδειχθεί ότι είναι περισσότερο αποτελεσματικά από τα παραδοσιακά φάρμακα που χρησιμοποιούνταν από πολλών ετών (π.χ. άλατα χρυσού, πενικιλλαμίνη, μεθοτρεξάτη, κ.α.), αφού δρουν ταχύτερα και προλαβαίνουν ή περιορίζουν περισσότερο τις αρθρικές διαβρώσεις. Έτσι, ευελπιστούμε ότι στο μέλλον δεν θα βλέπουμε πια ρευματοπαθείς με κατεστραμμένες αρθρώσεις και βαριές, επώδυνες και μόνιμες αναπηρίες.
Με τα καινούρια αυτά φάρμακα η Ρευματολογία μπαίνει σε μια νέα κι ελπιδοφόρα εποχή για τους ρευματοπαθείς. Οι Έλληνες ρευματολόγοι σήμερα είναι οπλισμένοι με πιο αποτελεσματικά όπλα, κατέληξε ο κ. Τέμπος.