Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση δεν επηρεάζει την γυναικεία γονιμότητα
Θεσσαλονίκη: Η δυσκολία επίτευξης κύησης είναι στη γυναικολογία μια από τις πιο συχνές ενδείξεις για διαγνωστική λαπαροσκόπηση. Ο όρος «ανεξήγητη στειρότητα», που συχνά αποδίδεται σε κάποια ζευγάρια είναι λάθος. Η λύση τις περισσότερες φορές κρύβεται στα έσω γεννητικά όργανα στο εσωτερικό της πυέλου.
Θεσσαλονίκη: Η δυσκολία επίτευξης κύησης είναι στη γυναικολογία μια από τις πιο συχνές ενδείξεις για διαγνωστική λαπαροσκόπηση. Ο όρος «ανεξήγητη στειρότητα», που συχνά αποδίδεται σε κάποια ζευγάρια είναι λάθος. Η λύση τις περισσότερες φορές κρύβεται στα έσω γεννητικά όργανα στο εσωτερικό της πυέλου.
Όπως ανακοινώθηκε στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γυναικολογικής Ενδοσκόπησης, που πραγματοποιείται στη Θεσσαλονίκη με την προεδρία του επίκουρου καθηγητή Μαιευτικής-Γυναικολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Γεωργίου Πάντου, σε πολλές περιπτώσεις οι σάλπιγγες, οι οποίες φαίνονται διαβατές με τη σαλπιγγογραφία, έχουν λειτουργικά προβλήματα, που φαίνονται μόνο λαπαροσκοπικά. Τέτοια προβλήματα προκαλούν παλαιότερες ή πρόσφατες πυελικές φλεγμονές ή παθήσεις, όπως η ενδομητρίωση.
Υπάρχουν επίσης περισαλπιγγικές συμφύσεις, που ακινητοποιούν τις σάλπιγγες, αλλά δεν φαίνονται ούτε με υπερηχογράφημα, ούτε με σαλπιγγογραφία. Τέτοιες συμφύσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν κατά τη διάρκεια της λαπαροσκόπησης με αποτέλεσμα την άμεση βελτίωση των πιθανοτήτων του ζευγαριού για εγκυμοσύνη.
Η διαγνωστική λαπαροσκόπηση είναι απλά εξεταστική μέθοδος, όπως η γαστροσκόπηση ή η κολονοσκόπηση. Βέβαια στη διάρκειά της μπορούν να γίνουν χειρουργικές παρεμβάσεις, εφ’ όσον η γυναίκα και ο χειρουργός είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι.
Όσον αφορά στη χειρουργική λαπαροσκόπηση αυτή έχει πλέον αντικαταστήσει στη γυναικολογία τα περισσότερα «ανοιχτά» χειρουργεία, επειδή προσφέρει καλύτερες οπτικές δυνατότητες από αυτά, καθώς και μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου, που συμβάλλει στην ακρίβεια των κινήσεων του χειρουργού και στην καλύτερη αντιμετώπιση του προβλήματος.
Επιπλέον λόγω της καλύτερης ανάλυσης επιτυγχάνεται μικρότερο τραύμα, λιγότερη αιμορραγία και πιο σπάνια προκαλούνται μετεγχειρητικές συμφύσεις. Σε πολλές διεθνείς μελέτες η πιθανότητα πρόκλησης μετεγχειρητικών συμφύσεων μετά από ανοιχτή αφαίρεση ινομυωμάτων φθάνει το 80-90%. Σε πρόσφατη ευρωπαϊκή μελέτη τα ποσοστά δημιουργίας συμφύσεων σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική ινομυωματεκτομή δεν ξεπερνούσαν το 37%.
Σημαντικό είναι ακόμη, ότι οι λαπαροσκοπικές επεμβάσεις σε γυναίκες, που δεν έχουν τεκνοποιήσει, διατηρούν τη γονιμότητα πιο ακέραια, σε σχέση με τα ανοιχτά χειρουργεία, ενώ η ασθενής υποφέρει λιγότερο μετά την επέμβαση και στις περισσότερες περιπτώσεις φεύγει από το νοσοκομείο την επόμενη μέρα, η δε επέμβαση έχει καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα.