Φυλομετάβαση και εφηβεία: Πόσο σταθερή είναι η ταυτότητα φύλου στα παιδιά;
Nέα στοιχεία από το TransYouth Project, τη μεγαλύτερη έρευνα παγκοσμίως για παιδιά που έχουν προχωρήσει σε φυλομετάβαση σε μικρή ηλικία, δείχνουν υψηλά ποσοστά σταθερότητας
Όταν η ψυχολόγος Κριστίνα Όλσον ξεκίνησε να μελετά παιδιά που είχαν προχωρήσει σε φυλομετάβαση στις αρχές της δεκαετίας του 2010, τα παραδείγματα ήταν ελάχιστα και το θέμα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, όλο και περισσότεροι γονείς στήριξαν τα παιδιά τους να ζουν με το φύλο που ένιωθαν δικό τους, ακόμη και από την ηλικία των τριών ετών.
Για να καταγράψει τις συνέπειες, η Όλσον και η ομάδα της συγκρότησαν το TransYouth Project, με εκατοντάδες παιδιά που είχαν κοινωνικά μεταβεί σε μικρή ηλικία, τις οικογένειές τους, αλλά και δύο ομάδες ελέγχου: αδέλφια που δήλωναν cisgender και άσχετα παιδιά κυρίως από την πολιτεία της Ουάσιγκτον. Η έρευνα, που θεωρείται η μεγαλύτερη και πιο συστηματική του είδους της, χάρισε στην Όλσον το βραβείο MacArthur το 2018.
Τα πιο πρόσφατα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν τον Ιούλιο στο περιοδικό Monographs of the Society for Research in Child Development σε μελέτη με τίτλο «Σταθερότητα και αλλαγή στην ταυτότητα φύλου και στον σεξουαλικό προσανατολισμό κατά την παιδική ηλικία και την εφηβεία», δείχνουν ότι 82% των παιδιών παρέμειναν σταθερά στην ταυτότητα φύλου τους κατά μέσο όρο επτά χρόνια μετά την κοινωνική μετάβαση, η οποία είχε συμβεί γύρω στα 6,5 έτη. Ωστόσο, 18% είχαν τουλάχιστον μία αλλαγή ταυτότητας, είτε επιστρέφοντας στο βιολογικό φύλο είτε δηλώνοντας ως «gender diverse» δηλαδή ούτε cisgender ούτε αυστηρά τρανς αγόρι ή κορίτσι (συχνότερα περιγράφεται ως «μη δυαδικό»). Το βασικό εύρημα είναι ότι πολλά παιδιά που έκαναν νωρίς φυλομετάβαση διατήρησαν σταθερές ταυτότητες φύλου με την πάροδο του χρόνου.
Αλλαγές πορείας
Το γεγονός ότι σχεδόν ένα πέμπτο δεν διατήρησε σταθερή ταυτότητα φύλου εγείρει ερωτήματα για τους υποστηρικτές μη αναστρέψιμων ιατρικών παρεμβάσεων. Περιπλέκει επίσης ένα προηγούμενο εύρημα της δρ. Όλσον: σε μελέτη του 2022 (Pediatrics) μόλις 7% είχαν αλλάξει ταυτότητα σε διάστημα πενταετίας. Συνολικά, οι δύο μελέτες δείχνουν ότι με την πάροδο του χρόνου ένας σημαντικός αριθμός παιδιών ενδέχεται να αναπτύξει διαφορετικά συναισθήματα για την ταυτότητα φύλου του. Το δείγμα πάντως είχε μέσο όρο ηλικίας τα 15 έτη, ηλικία που βρίσκεται μακριά από την ενηλικίωση.
Η διαφοροποίηση αυτή ανησυχεί ορισμένους ειδικούς. Ο Στίβεν Λεβάιν από το Case Western Reserve υπογραμμίζει ότι «όσο μεγαλύτερη η περίοδος παρακολούθησης, τόσο περισσότερες οι αλλαγές», ενώ η Λόρα Έντουαρντς-Λίπερ σημειώνει ότι τα στοιχεία ίσως αποτελούν επιχείρημα για μεγαλύτερη προσοχή στην πρώιμη φυλομετάβαση.
Ο ρόλος των γονέων και η κοινωνική ταυτότητα
Παράλληλα, η μελέτη εξετάζει τον ρόλο των γονέων. Οι συγγραφείς θεωρούν απίθανο οι ίδιοι να «καλλιεργούν» συστηματικά τη μη συμμόρφωση με τα έμφυλα στερεότυπα, καθώς τα περισσότερα αδέλφια παρέμειναν cisgender. Όμως η Ζένια Αμπρουτσέζε, συνιδρύτρια της Society for Evidence-Based Gender Medicine, βλέπει αλλιώς τα στοιχεία: 23% των αδελφών θηλυκού φύλου ταυτίστηκαν ως διεμφυλικά κατά τη διάρκεια της μελέτης – ποσοστό πολύ υψηλότερο από τις ομάδες ελέγχου (9%-10%). Το φαινόμενο αυτό συνέπεσε με την παγκόσμια αύξηση των νέων που δηλώνουν διεμφυλικοί, με τη μεγάλη πλειονότητα να είναι γυναίκες κατά τη γέννηση.
Όλα τα ποσοστά παραμένουν σημαντικά υψηλότερα από τις επίσημες εκτιμήσεις οργανισμών όπως τα CDC, που τοποθετούν τον διεμφυλικό πληθυσμό περίπου στο 1%. Αυτό δείχνει, σύμφωνα με τους ειδικούς, ότι τα παιδιά κατανοούν διαφορετικά την έννοια του φύλου από τους ενήλικες, χωρίς να είναι σαφές αν πρόκειται για βαθιά ριζωμένες ταυτότητες ή για εφήμερα βιώματα που με τον χρόνο θα εξελιχθούν σε πιο «συμβατικές» εκφράσεις φύλου και σεξουαλικότητας.
*Με στοιχεία από:The Economist, Κεντρική Φωτογραφία: unsplash.com @raphi_rawr