Ένα δίκαιο μέλλον: Πώς η ισότητα θα καθορίσει το επόμενο κεφάλαιο για την Ευρώπη
Γνωρίζουμε την ιστορία μας: η ανισότητα, οι οικονομικές δυσκολίες και ο κοινωνικός αποκλεισμός μπορούν να οδηγήσουν γρήγορα σε αυταρχικά κινήματα και βίαιο εξτρεμισμό.
Η ανισότητα δεν αποτελεί απλώς ένα πρόβλημα διανομής πλούτου, αλλά έναν πολυδιάστατο καταλύτη κρίσεων που απειλούν τη δημοκρατία, το περιβάλλον και τη συνοχή των κοινωνιών.
Στην καρδιά των σύγχρονων προκλήσεων βρίσκεται η ανάγκη για μια νέα, δίκαιη προσέγγιση με κέντρο την κοινωνική ισότητα, γράφει σε άρθρο της στο Social Europe η Κέιτ Πίκετ, καθηγήτρια επιδημιολογίας.
Οι κοινωνικές συνέπειες της ανισότητας
Εδώ και δεκαπέντε χρόνια, η έρευνα έχει αναδείξει την καταστροφική επίδραση της κοινωνικοοικονομικής ανισότητας σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής.
Οι κοινωνίες με υψηλά επίπεδα ανισότητας εμφανίζουν περισσότερα προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας, αυξημένη εγκληματικότητα και βαθιά κοινωνική αποσύνδεση.
Η κοινωνική ιεραρχία και ο ανταγωνισμός που προκύπτει από αυτήν οδηγούν σε χρόνιο άγχος, κοινωνική αποξένωση και ανασφάλεια, αποδυναμώνοντας τους δεσμούς μεταξύ των πολιτών.
Αντιθέτως, οι πιο ισότιμες κοινωνίες βασίζονται στη συνεργασία και την αμοιβαιότητα, ενισχύοντας την κοινωνική εμπιστοσύνη και την ευημερία.
Τα στοιχεία είναι σαφή, υποστηρίζει η Πίκετ: η ισότητα λειτουργεί υπέρ όλων, ανεξαρτήτως εισοδηματικού επιπέδου.
Η πολιτική απάντηση που δεν ήρθε
Παρά τα συντριπτικά στοιχεία για τις επιπτώσεις της ανισότητας, η πολιτική απάντηση υπήρξε απογοητευτική.
Αντί για μεταρρυθμίσεις και πολιτικές αναδιανομής, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επέλεξαν τη λιτότητα, υπονομεύοντας περαιτέρω τον κοινωνικό ιστό.
Οι συνέπειες αυτής της αδράνειας ήταν ορατές: αύξηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας, άνοδος του λαϊκισμού και ενίσχυση της δυσπιστίας απέναντι στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Η ανισότητα, λοιπόν, δεν είναι απλώς σύμπτωμα αλλά και αιτία της πολιτικής αστάθειας.
Ενισχύει τις διαιρέσεις, υποθάλπει τον εξτρεμισμό και φθείρει την εμπιστοσύνη στην ίδια τη δημοκρατία.
Η ανισότητα ως περιβαλλοντική απειλή
Η ανισότητα δεν επηρεάζει μόνο τις κοινωνίες, αλλά και τον πλανήτη.
Οι περιβαλλοντικές καταστροφές επιδεινώνουν τις υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες, πλήττοντας κυρίως τους φτωχότερους και πιο ευάλωτους πληθυσμούς. Οι κοινωνικές ομάδες με περιορισμένους πόρους έχουν μικρότερη πρόσβαση σε καθαρό νερό, ποιοτικό αέρα και ασφαλές περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα έχουν τη μικρότερη ευθύνη για τη ρύπανση και την κλιματική κρίση.
Η αντιμετώπιση του προβήματος, επομένως, είναι κρίσιμη προϋπόθεση για μια δίκαιη και βιώσιμη μετάβαση προς την οικολογική ισορροπία.
Δεν μπορεί να υπάρξει περιβαλλοντική δικαιοσύνη χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη.
Χώρες καταταγμένες βάσει ανισότητας
Ο φαύλος κύκλος ανισότητας και πολιτικής εξουσίας
Η αύξηση της εισοδηματικής και περιουσιακής ανισότητας οδηγεί αναπόφευκτα στη συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στα χέρια των λίγων.
Οι οικονομικά ισχυροί έχουν τη δυνατότητα να επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις προς όφελός τους, εμποδίζοντας μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να περιορίσουν τα προνόμιά τους.
Επιπλέον, η ανισότητα διασταυρώνεται με διακρίσεις που βασίζονται στη φυλή, το φύλο και την κοινωνική τάξη, ενισχύοντας τον αποκλεισμό και τη διάκριση.
Αυτές οι συνθήκες οδηγούν σε μια κοινωνία όπου η δυσπιστία και η απογοήτευση κυριαρχούν.
Τα παιδιά και οι νέοι στο στόχαστρο της ανισότητας
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί ο τρόπος με τον οποίο η ανισότητα διαμορφώνει τις ζωές των παιδιών και των νέων.
Από τα πρώτα στάδια της ζωής, οι ευκαιρίες διαχωρίζονται ανάλογα με την κοινωνική προέλευση.
Η φτώχεια περιορίζει την ανάπτυξη, την εκπαίδευση και την ψυχική υγεία, εγκλωβίζοντας τα παιδιά σε έναν κύκλο μειονεκτημάτων που διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά.
Οι νέοι, αν και επιζητούν πιο δίκαιες κοινωνίες, συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με εμπόδια που δεν μπορούν να ξεπεράσουν.
Και όταν η απογοήτευση μεγαλώνει, οι λαϊκιστικές αφηγήσεις βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, καλλιεργώντας τη διχόνοια και ενισχύοντας τη ρητορική του φόβου.
Η ιστορική εμπειρία ως προειδοποίηση
Η Ιστορία έχει δείξει επανειλημμένα πως οι οικονομικές κρίσεις και ο κοινωνικός αποκλεισμός ανοίγουν τον δρόμο σε αυταρχικά καθεστώτα και ακραίες ιδεολογίες.
Η ανισότητα λειτουργεί ως εύφλεκτο υλικό σε περιόδους αβεβαιότητας, καθιστώντας τους ανθρώπους ευάλωτους σε πολιτικά αφηγήματα που βασίζονται στον φόβο και τη στοχοποίηση του «άλλου», του ξένου, του διαφορετικού.
Αν αγνοηθεί η ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη, οι συνέπειες μπορεί να αποδειχθούν καταστροφικές — όχι μόνο για τα ευάλωτα στρώματα αλλά για ολόκληρο το δημοκρατικό οικοδόμημα.
What fuels inequality in Europe? ESSPIN maps economic, social & spatial inequalities across scales — from global drivers to local realities. Data matters. Policy matters more.#ESSPINpic.twitter.com/igAACKX6Hq
Στο πλαίσιο της αναζήτησης λύσεων, δύο προτάσεις ξεχωρίζουν για τη δυναμική τους: οι φόροι περιουσίας και το καθολικό βασικό εισόδημα (UBI).
Οι φόροι περιουσίας μπορούν να περιορίσουν τις ακραίες ανισότητες πλούτου, ενώ το UBI διασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής ασφάλειας για όλους, ενισχύοντας την αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση.
Παράλληλα, η ενίσχυση της δημοκρατίας μέσω συμμετοχικών θεσμών — όπως οι συνελεύσεις πολιτών και ο συμμετοχικός προϋπολογισμός — μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία πολιτικών που αντανακλούν πραγματικά τις ανάγκες και τις προσδοκίες των κοινωνιών.
Η ανισότητα στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας
Ανεξαρτήτως της μορφής που θα λάβει η λύση, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: η ανισότητα πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας.
Η αντιμετώπισή της δεν αφορά μόνο την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και την ανθεκτικότητα των δημοκρατιών, την προστασία του πλανήτη και το μέλλον των επόμενων γενεών.
Αν η Ευρώπη επιλέξει να αδιαφορήσει, κινδυνεύει να βυθιστεί σε μεγαλύτερο διχασμό, να ενισχύσει περαιτέρω την ακροδεξιά και να υπονομεύσει τις προϋποθέσεις για ένα βιώσιμο και δίκαιο μέλλον.