Η δικλοφενάκη (ή δικλοφαινάκη), μια ευρέως χρησιμοποιούμενη αναλγητική ουσία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων, όπως έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο The BMJ.
Μάλιστα, οι ερευνητές σπεύδουν να σημειώσουν ότι η δικλοφενάκη που ανήκει στην κατηγορία των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών δεν θα πρέπει να είναι διαθέσιμη χωρίς ιατρική συνταγή και όταν χορηγείται θα πρέπει να συνοδεύεται από σαφείς προειδοποιείς για τους πιθανούς κινδύνους που ενέχει η χρήση της.
Η επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Αάρχους, με επικεφαλής τον Δρ Μορτεν Σμιντ, μελέτησε τους καρδιαγγειακούς κινδύνους της δικλοφενάκης συγκριτικά τη μη χρήση ΜΣΑΦ, τη χρήση άλλου ΜΣΑΦ και την παρακεταμόλη.
Εστίασε λοιπόν σε εθνικό αρχείο της Δανίας που περιείχε στοιχεία για πάνω από 6,3 εκατομμύρια άτομα, τα οποία είχαν τουλάχιστον 12μηνο αρχείο συνεχούς συνταγογράφησης, πριν από την έναρξη της μελέτης τον Ιανουάριο του 1996.
Το δείγμα χωρίστηκε σε χαμηλού, ενδιάμεσου και υψηλού αρχικού καρδιαγγειακού κινδύνου. Κατά μέσο όρο οι συμμετέχοντες ήταν 46-49 ετών όταν ξεκίνησαν τη χρήση ΜΣΑΦ και 56 ετών εκείνοι που είχαν πάρει παρακεταμόλη.
Μετά τη συνεκτίμηση άλλων συνεισφερόντων παραγόντων, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι η χρήση δικλοφενάκης την περίοδο 1996-2006 σχετιζόταν με αυξημένο ποσοστό μειζόνων καρδιαγγειακών επεισοδίων εντός 30 ημερών συγκριτικά με τη λήψη άλλου ΜΣΑΦ ή παρακεταμόλης.
Στα ανεπιθύμητα καρδιαγγειακά επεισόδια περιλαμβάνοταν από αρρυθμίες, ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιακή ανεπάρκεια έως και έμφραγμα.
Ο αυξημένος κίνδυνος αφορούσε και τα δύο φύλα κάθε ηλικίας καθώς και όσους είχαν πάρει χαμηλής δοσολογίας δικλοφενάκη.
Η έναρξη λήψης δικλοφενάκης σχετίστηκε επίσης με αυξημένο ποσοστό καρδιακού θανάτου, συγκριτικά με τη μη χρήση ΜΣΑΦ και αυξημένο κίνδυνο γαστρορραγίας, συγκριτικά με τη μη χρήση ΜΣΑΦ ή τη χρήση ιβουπροφαίνης ή παρακεταμόλης.
Όταν τα αποτελέσματα αναλύθηκαν βάσει του αρχικού καρδιαγγειακού κινδύνου, ο απόλυτος αριθμός επεισοδίων ανά 1.000 λήπτες δικλοφενάκης, αυξήθηκε ανά έτος. Για παράδειγμα, μεταξύ των ασθενών με αρχικό χαμηλό κίνδυνο όσοι ξεκίνησαν να παίρνουν δικλοφενάκη είχαν ένα ανεπιθύμητο επεισόδιο συγκριτικά με αυτούς που είχαν ξεκινήσει να παίρνουν ιβουπροφαίνη, ένα έναντι αυτών που είχαν πάρει ναπροξένη, τρία έναντι αυτών που είχαν πάρει παρακεταμόλη και τέσσερα έναντι αυτών που δεν είχαν πάρει ΜΣΑΦ.
Μεταξύ των ατόμων με ενδιάμεσο αρχικό καρδιαγγειακό κίνδυνο, τα αντίστοιχα νούμερα ήταν: επτά, επτά, οκτώ και 14 επιπλέον ανεπιθύμητα επεισόδια, αντίστοιχα, και για την ομάδα υψηλού κινδύνου ήταν 16, 10, ένα και 39 επιπλέον επεισόδια, αντίστοιχα.