Το πράσινο τσάι προλαμβάνει την καρδιακή νόσο, σύμφωνα με ελληνική μελέτη
Λονδίνο: Μερικά φλιτζάνια πράσινου τσαγιού καθημερινά μπορεί να βοηθούν στην πρόληψη της καρδιακής νόσου, σύμφωνα με ελληνική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο European Journal of Cardiovascular Prevention and Rehabilitation.
Λονδίνο: Μερικά φλιτζάνια πράσινου τσαγιού καθημερινά μπορεί να βοηθούν στην πρόληψη της καρδιακής νόσου, σύμφωνα με ελληνική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο European Journal of Cardiovascular Prevention and Rehabilitation.
Ο Δρ Χαράλαμπος Βλαχόπουλος από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών διαπίστωσε ότι υπάρχουν οφέλη για την υγεία από ένα φλιτζάνι τσάι, που έχει ήδη αποδειχθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο διαφόρων μορφών καρκίνου και άλλων παθήσεων.
Η ελληνική μελέτη δείχνει ότι το πράσινο τσάι βελτιώνει την αιματική ροή και την ικανότητα των αρτηριών να χαλαρώνουν. Aλλες έρευνες έχουν δείξει ότι το μαύρο τσάι έχει επίσης οφέλη για την καρδιαγγειακή υγεία.
Η ελληνική επιστημονική ομάδα όμως πιστεύει ότι το πράσινο τσάι είναι ακόμη καλύτερο διότι έχει υψηλότερες ποσότητες φλαβονοειδών, μερικά εκ των οποίων χάνονται κατά την φάση της οξείδωσης που διέρχεται το μαύρο τσάι.
Τα φλαβονοειδή εντοπίζονται επίσης στο κακάο, τις ντομάτες και τα σταφύλια.
Οι επιστήμονες έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 14 υγιείς εθελοντές που έπιναν είτε πράσινο τσάι, αραιωμένη καφεΐνη ή ζεστό νερό σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις και στη συνέχεια μετρήθηκαν τα επίπεδα της ενδοθηλιακής κυτταρικής λειτουργίας στο κυκλοφορικό σύστημα. Τα συγκεκριμένα κύτταρα συντελούν στην χαλάρωση των αρτηριών και ομαλοποιούν την αιματική ροή.
Αυτό που είναι πραγματικά σημαντικό είναι ότι οι επιδράσεις αυτές είναι προφανής σχετικά άμεσα, εντός 30 λεπτών. Μετρήσεις που έγιναν 30, 90 και 120 λεπτά μετά την κατανάλωση πράσινου τσαγιού έδειξαν σχεδόν άμεσο όφελος για τα άτομα που είχαν πιεί το ρόφημα.
Η καρδιακή νόσος είναι μείζονα αιτία θανάτου. Προκαλείται από λιπώδεις εναποθέσεις που σκληραίνουν και φράσσουν τις αρτηρίες, υπέρταση που καταστρέφει τα αιμοφόρα αγγεία και άλλους παράγοντες.
Ενώ οι επιστήμονες μελέτησαν μόνο τα μεσοπρόθεσμα οφέλη ο Δρ Βλαχόπουλος σημειώνει ότι μελέτες που δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί τεκμηριώνουν την ύπαρξη μακροχρόνιας προστασίας.