Σχέδιο για την εθελοντική μετακύλιση του ελληνικού χρέους προωθεί η Κομισιόν
Η λύση για την κρίση χρέους στην Ελλάδα δεν είναι και τόσο μακριά όσο κάποιοι νομίζουν, τονίζει ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της ΕΕ Όλι Ρεν και επισημαίνει ότι η Κομισιόν ετοιμάζει σχέδιο για την εθελοντική μετακύλιση του ελληνικού χρέους, στη βάση της «Πρωτοβουλίας της Βιέννης». Παράλληλα, τονίζει για μία ακόμα φορά ότι είναι αναγκαία η επίτευξη διακομματικής συναίνεσης.
Σχέδιο για την εθελοντική μετακύλιση του ελληνικού χρέους προωθεί η Κομισιόν, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη συμφωνίας σε ένα νέο πακέτο στήριξης της χώρας, μέχρι τα τέλη Ιουνίου.
Σε συνέντευξή του, που δημοσιεύθηκε σήμερα Τρίτη στη γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung, ο Φινλανδός επίτροπος Όλι Ρεν, επισήμανε ότι η λύση για την ελληνική κρίση χρέους ίσως δεν είναι τόσο μακριά όσο κάποιοι νομίζουν, αν και δεν συμφωνούν όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με τις γερμανικές αξιώσεις για συμμετοχή τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών και ταμείων στο πακέτο της συμφωνίας.
«Ετοιμάζουμε μία συμφωνία στη βάση της «Πρωτοβουλίας της Βιέννης», όπου οι τράπεζες διακρατούν εθελοντικά τα [ελληνικά] ομόλογα για περισσότερο χρονικό διάστημα», είπε, αναφερόμενος στη διαδικασία κατά την οποία οι τράπεζες θα αγοράσουν νέα ομόλογα όταν λήξουν αυτά που έχουν σήμερα στην κατοχή τους.
«Ορισμένοι Ευρωπαίοι συμμερίζονται τη γερμανική θέση, άλλοι όχι», προσέθεσε.
«Ετοιμαζόμαστε να βρούμε μία λύση, η οποία βασίζεται στην εθελοντική επιμήκυνση της διάρκειας των ομολόγων και κάτω υπό προϋποθέσεις δεν θα οδηγήσει σε πιστωτικό επεισόδιο», προσέθεσε.
Ο κ. Ρεν δήλωσε επίσης προβληματισμένος με την αντίθεση των Βορειοευρωπαίων, ειδικά των Γερμανών, των Φινλανδών και των Αυστριακών, σε νέα βοήθεια προς την Ελλάδα, όπως και με την μεταρρυθμιστική κόπωση που παρατηρείται στην Αθήνα.
«Είναι σημαντικό η φωτιά στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία να μην επεκταθεί στο δάσος της Ευρώπης», είπε.
Ο Φινλανδός επίτροπος προειδοποίησε ότι εξαντλούνται τα περιθώρια για την πολιτική συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων στην Ελλάδα στο πρόγραμμα προσαρμογής.
«Οι Έλληνες πολιτικοί δεν έχουν πλέον πολύ χρόνο. Υπάρχουν προϋποθέσεις υπό τις οποίες βοηθάμε την Ελλάδα να μειώσει το χρέος και να αναθερμάνει την οικονομία. Αλλά αυτό μπορεί να γίνει μόνον, εάν όλες οι πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα στηρίξουν το πρόγραμμα», λέει ο κ. Ρεν.
«Οι Ευρωπαίοι εταίροι εξήγησαν στους Έλληνες, πόσο σημαντικό είναι να επιτευχθεί συναίνεση στη χώρα. Αυτό συνέβη στην Ιρλανδία, συνέβη στην Πορτογαλία, γιατί δεν μπορεί να είναι εφικτό στην Ελλάδα;», λέει ο κ. Ρεν, ο οποίος θεωρεί «ουσιαστικό» στοιχείο την επίτευξη διακομματικής συναίνεσης.
«Αναμένω, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει την αντιπολίτευση στο καράβι, ότι θα ενώσει τη χώρα. Υπάρχουν ιστορικές συγκυρίες, κατά τις οποίες εσωτερικές πολιτικές διαμάχες μπαίνουν στην άκρη και λαμβάνονται θεμελιακές αποφάσεις για μια χώρα», υπογραμμίζει ο κ. Ρεν.
Ορισμένα κράτη όπως η Γερμανία, έχουν προτείνει την επέκταση του χρόνου αποπληρωμής των ελληνικών ομολόγων, μέσω της ανταλλαγής με νέους τίτλους, η διάρκεια των οποίων θα είναι επτά χρόνια μεγαλύτερη. Αλλά κατά την άποψη των περισσοτέρων παρατηρητών, ένα τέτοιο μέτρο θα κινδύνευε να ερμηνευθεί ως «πιστωτικό γεγονός» από τους οίκους αξιολόγησης.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ευνοεί περισσότερο την επιλογή του «rollover», ενός μηχανισμού μετακύλισης του ελληνικού χρέους, που θα καλούσε τους πιστωτές της Ελλάδας να αντικαταστήσουν σε εθελοντική βάση τα παλαιά ομόλογα, αφού λήξουν, με νέα.
Στο ίδιο περίπου, πλαίσιο, κινείται η ιδέα που προωθεί η Κομισιόν, σύμφωνα με την οποία θα ζητηθεί από τις τράπεζες να μετακυλίσουν εθελοντικά τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν, καθώς αυτά λήγουν, αντικαθιστώντας τα με νέα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας.
Ωστόσο, η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει ότι τα οφέλη μία εθελοντικής μετακύλισης του χρέους θα είναι περιορισμένα, κρίνοντας από τη στάση των γερμανικών τραπεζών, οι οποίες έχουν μειώσει σημαντικά την έκθεση τους στο ελληνικό χρέος, αν και ένα χρόνο πριν είχαν υποσχεθεί ότι θα διατηρήσουν σταθερές τις θέσεις τους.
Σε άρθρο του στην ίδια εφημερίδα, ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας Γιενς Βάιντμαν, προειδοποιεί ότι οι κεντρικές τράπεζες και η ΕΚΤ δεν θα αναλάβουν άλλα ρίσκα σε σχέση με τη βοήθεια στην Ελλάδα. Εκτιμά δε ότι το ευρώ θα αντέξει και τη δοκιμασία ενδεχόμενης αδυναμίας πληρωμών της Ελλάδας, την οποία απεύχεται.
Ο κ. Βάιντμαν δηλώνει ότι «επί της αρχής» δεν έχει αντίρρηση για μία συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών, αλλά «είναι ανοιχτό πόσο μεγάλη εν προκειμένω θα είναι η προθυμία των επενδυτών για κάτι τέτοιο».
Επισημαίνει τον κίνδυνο μετάδοσης και σε άλλες χώρες και σημειώνει για την Ελλάδα ότι «επειδή ήδη έχει χορηγηθεί ευρεία κρατική βοήθεια, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών -με εξαίρεση τις ελληνικές τράπεζες- εδώ και καιρό πλέον δεν είναι τόσα πολλά όσο συχνά πιστεύεται».
«Η συμμετοχή ιδιωτών σε ένα νέο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας θα πρέπει να είναι αυστηρώς εθελοντική και δεν θα πρέπει να οδηγεί σε «πιστωτικό επεισόδιο» ή χρεωκοπία, ακόμα και μερική», είπε την Τρίτη o Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ Κριστιάν Νουαγέ.
Το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, ο Αυστριακός Έβαλντ Νοβότνι, αναφέρθηκε στα προβλήματα που υπάρχουν για να εφαρμοστεί ένα μοντέλο ανάλογο της «Πρωτοβουλίας της Βιέννης», καθώς η συμφωνία εκείνη αφορούσε σε τραπεζικά δάνεια και όχι ομόλογα, ενώ ήταν ευκολότερο να επιτευχθεί συμφωνία με μία μικρή ομάδα τραπεζών που δραστηριοποιείτο στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, συγκριτικά με τους -πολύ περισσότερους- ιδιώτες που κατέχουν διαφόρων τύπων σε διάρκεια και ποσά ελληνικά ομόλογα.
«Εάν υπάρξει κάποια συμφωνία θα πρέπει να είναι αμιγώς και αποκλειστικά εθελοντική. Δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε πιστωτικό επεισόδιο […] Δεν πρέπει να οδηγήσει σε χρεωκοπία, ακόμα και μερική», σημείωσε.
Η περαιτέρω στήριξη προς την Ελλάδα θα απαιτεί «σημαντική συμμετοχή» των ιδιωτών πιστωτών, ανέφερε την Δευτέρα οΟλλανδός υπουργός Οικονομικών Γιαν Κέες ντε Γιάγκερ, σε επιστολή του προς τη βουλή της χώρας.
Ο Ολλανδός υπουργός είπε ότι ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να επιθυμεί να παρατείνει τη λήξη των ελληνικών ομολόγων, ωστόσο, προειδοποίησε ότι αυτό θα πρέπει να γίνει εθελοντικά, καθώς ενδεχόμενη αναγκαστική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα κοστίσει στην ΕΚΤ, σε τράπεζες και σε ασφαλιστικά ταμεία και θα φέρει σημαντικό κίνδυνο μετάδοσης και σε άλλες υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης.