Ανακαλύφθηκε πρωτεΐνη που ελέγχει την απορρόφηση του σιδήρου
Λονδίνο: Βρετανοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι έλυσαν το μυστήριο της απορρόφησης του σιδήρου από το έντερο, ανακάλυψη που αναμένεται να συμβάλλει στη δημιουργία νέων θεραπευτικών σχημάτων για την αναιμία.
Λονδίνο: Βρετανοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι έλυσαν το μυστήριο της απορρόφησης του σιδήρου από το έντερο, ανακάλυψη που αναμένεται να συμβάλλει στη δημιουργία νέων θεραπευτικών σχημάτων για την αναιμία.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του επιστημονικού εντύπου Cell, ερευνητική ομάδα του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου με επικεφαλής τον Δρ Αντριου Μακ Κι ανακάλυψε μια πρωτεΐνη που ελέγχει τη διαδικασία απορρόφησης του σιδήρου στα ποντίκια. Μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη επηρεάζουν την ικανότητα απορρόφησης του σιδήρου.
Πιο αναλυτικά μελετώντας ποντίκια με αναιμία, οι επιστήμονες αναγνώρισαν μια πρωτεΐνη-μεταφορέα, την HCP1, η οποία φαίνεται να επιλύνει το «γρίφο».
Διαπίστωσαν ότι η πρωτεΐνη ήταν ενεργή στο δωδεκαδάκτυλο και άλλαζε θέσεις εντός των κυττάρων του εντέρου εις ανταπόκριση των αλλαγών στις αποθήκες σιδήρου του οργανισμού, επιτρέποντας στα κύτταρα να αποθηκεύσουν λιγότερη ή περισσότερη αίμη.
Όπως εξηγεί ο Δρ Μακ Κι «οι έγκυες γυναίκες που υποφέρουν από αναιμία συμβουλεύονται να παίρνουν συμπληρώματα ανόργανου σιδήρου, αλλά αυτά δεν απορροφώνται σωστά και δεν γίνονται καλά ανεκτά.
Η αναγνώριση του μεταφορέα της αίμης, μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία συνθετικών αναλόγων αίμης, που θα απορροφώνται καλύτερα. Επίσης υπάρχουν ελπίδες θεραπείας της αιμοχρωμάτωσης, μιας κληρονομικής γενετικής διαταραχής που προκαλεί υπερβολική απορρόφηση σιδήρου. Το πλεονάζον σίδηρο αποθηκεύεται σε διάφορα όργανα, κυρίως στο ήπαρ, προκαλώντας σοβαρές βλάβες στους ιστούς».
Και συμπληρώνει «οι μεταλλάξεις στην HCP1 επηρεάζουν την ικανότητα του οργανισμού να απορροφά την αίμη και επομένως είναι ο πιθανός ένοχος σε ασθένειες όπως η αιμοχρωμάτωση. Σκευάσματα που αναστέλλουν την HCP1 μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση ορισμένων εκ των συμπτωμάτων της συγκεκριμένης διαταραχής».