Οικογένεια και περίγυρος επηρεάζουν τις διατροφικές συνήθειες των κοριτσιών
Νέα Υόρκη: Το κακό οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να προκαλέσει διαταραχές της όρεξης στα νεαρά κορίτσια, όπως τονίζεται σε μελέτη Ισπανών επιστημόνων, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Pediatrics.
Νέα Υόρκη: Το κακό οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να προκαλέσει διαταραχές της όρεξης στα νεαρά κορίτσια, όπως τονίζεται σε μελέτη Ισπανών επιστημόνων, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Pediatrics.
Σύμφωνα με το Δρ Μιγκέλ Άνχελ Μαρτίνες Γκονζάλες και τους συνεργάτες του από το Πανεπιστήμιο Navarra στην Ισπανία, οι νεαρές κοπέλες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν κάποια διαταραχή της όρεξης αν τρώνε μόνες τους ή αν οι γονείς τους είναι χωρισμένοι.
Τον ίδιο κίνδυνο διατρέχουν, σύμφωνα με την έρευνα, και τα κορίτσια που διαβάζουν νεανικά περιοδικά, παρακολουθούν αντίστοιχες τηλεοπτικές εκπομπές ή ακούνε ραδιόφωνο.
«Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης επηρεάζουν άμεσα την αίσθηση και τα κριτήρια των νεαρών κοριτσιών σχετικά με το ωραίο, κάτι που είναι πολύ πιθανό να επηρεάσει αρνητικά τις διατροφικές συνήθειές τους», λέει χαρακτηριστικά ο Δρ Γκονζάλες.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι Ισπανοί επιστήμονες υπέβαλαν σε μελέτη 2.862 υγιή κορίτσια, ηλικίας από 12 έως 21 ετών, για χρονικό διάστημα περίπου 18 μηνών. Εντός της εν λόγω περιόδου 90 κοπέλες εκδήλωσαν κάποια διαταραχή της όρεξης.
Οι ερευνητές παρατήρησαν πως οι κοπέλες που ανέφεραν ότι συνήθως έτρωγαν μόνες είχαν τριπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσουν κάποια σοβαρή διαταραχή της όρεξης. Διπλάσιο κίνδυνο διέτρεχαν τα παιδιά των διαζευγμένων ή αποβιωσάντων γονέων καθώς και όσα διάβαζαν συχνά νεανικά περιοδικά ή παρακολουθούσαν αντίστοιχες εκπομπές στην τηλεόραση.
«Δεν πρόκειται για ένα φαινόμενο που μπορεί να πλήξει μόνο τις κοπέλες στην Ισπανία αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Για το λόγο αυτό, τόσο οι γονείς όσο και ο υπόλοιπος περίγυρος των κοριτσιών θα πρέπει να αποδίδουν τη δέουσα προσοχή, προκειμένου να προστατευτούν τα παιδιά από έναν ενδεχόμενο κίνδυνο», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Δρ Γκονζάλες στον επίλογο της μελέτης.