Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2025
weather-icon 21o
Νίκος Κρανιδιώτης: Η κρίσιμη αντινομία και η διαφορετική οπτική γωνία στο Κυπριακό

Νίκος Κρανιδιώτης: Η κρίσιμη αντινομία και η διαφορετική οπτική γωνία στο Κυπριακό

Η ολέθρια διάσταση απόψεων μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας

Στο βιβλίο των Πρέσβεων Μενέλαου Αλεξανδράκη, Βύρωνος Θεοδωρόπουλου και Ευστάθιου Λαγάκου «Το Κυπριακό, 1950-1974. Μία ενδοσκόπηση» αναφέρεται συχνά ότι μια από τις ενδογενείς αιτίες της τραγωδίας του Κυπριακού είναι η διάσταση απόψεων και η απόκλιση χειρισμών και στόχων μεταξύ Αθηνών – Λευκωσίας.

Η διαπίστωση αυτή είναι πολύ σωστή και δίνει μια ερμηνεία της κακής τροπής που ακολούθησε το Κυπριακό από το 1950 μέχρι το 1974.

Στις παρακάτω γραμμές θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια εικόνα συγκεκριμένων περιπτώσεων που η διάσταση απόψεων μεταξύ των ελληνικών κυβερνήσεων και της κυπριακής ηγεσίας οδήγησε, πράγματι, σε καταστρεπτικά αποτελέσματα.

1. Το Δημοψήφισμα του 1950

Τον Ιανουάριο του 1950 η Εθναρχία οργάνωσε στην Κύπρο το Ενωτικό Δημοψήφισμα, στο οποίο 95,7% από τους δικαιούμενους να ψηφίσουν αξίωσαν με την υπογραφή τους ένωση του νησιού με την Ελλάδα.

Ενώ όμως η κυπριακή ηγεσία προσπαθούσε να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα του Δημοψηφίσματος, το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, με Υπουργό Εξωτερικών τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη και Υφυπουργό τον Παναγιώτη Πιπινέλη, προέβαινε στις 14 Δεκεμβρίου 1949 στην ακόλουθη δήλωση: «Η δημοσιογραφική και κοινοβουλευτική συζήτηση επί της εν Κύπρω εσωτερικής διενέξεως επί της προτεινομένης ενώσεως της νήσου μετά της Ελλάδος είναι ανεύθυνη και διεξάγεται υπό ανευθύνων προσώπων. Υπό τας παρούσας συνθήκας αι τοιαύται συζητήσεις είναι επιζήμιοι και καταστροφικαί εις τα συμφέροντα του ελληνικού λαού».

Τη δήλωση επικαλέσθηκε σαν επιχείρημα εναντίον της Ένωσης ο τότε Κυβερνήτης της Κύπρου Σερ Άντριου Ράιτ στην απαντητική επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Με την αντίθεσή του αυτή, που υπαγόρευαν εσωτερικοί λόγοι και η εξάρτησή του από ξένα κέντρα αποφάσεων, το Εθνικό Κέντρο αποδυνάμωνε μια κορυφαία εκδήλωση της Κύπρου.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 3.5.1987, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

2. Η Τριμερής Διάσκεψη του Λονδίνου του 1955

Η Βρετανική Κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να αντιδράσει στο ενωτικό αίτημα των Κυπρίων, κάλεσε στις 30 Ιουνίου 1955 την Ελλάδα και την Τουρκία σε Τριμερή Διάσκεψη, στο Λονδίνο, για να συζητήσουν μαζί της «πολιτικά και αμυντικά ζητήματα, που επηρεάζουν την Ανατολική Μεσόγειο, περιλαμβανομένης και της Κύπρου». Ήταν φανερό ότι η Μ. Βρετανία απέβλεπε, με τον τρόπο αυτόν, να εισαγάγει την Τουρκία σαν ενδιαφερόμενο μέρος για τη λύση του Κυπριακού και να μετατρέψει το θέμα σε ελληνοτουρκική διαφορά.

Διαβλέποντας την παγίδα που προσπαθούσε να στήσει στην Ελλάδα το Λονδίνο, ο Μακάριος, με επιστολή του στον Αντιπρόεδρο της Ελληνικής Κυβέρνησης, επισήμανε τους κινδύνους από ενδεχόμενη συμμετοχή της Ελλάδας στη Διάσκεψη και ζήτησε την απόρριψη της σχετικής πρόσκλησης. Αντίθετα από την άποψη της Εθναρχίας, η Ελληνική Κυβέρνηση αποδέχθηκε την πρόσκληση, με αποτέλεσμα την εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό και τους τουρκικούς βανδαλισμούς στη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη της 6ης Σεπτεμβρίου 1955.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 10.5.1987, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

3. Οι διαπραγματεύσεις Μακαρίου – Χάρντιγκ

Στις 22 Νοεμβρίου 1955 η Βρετανική Κυβέρνηση με δήλωσή της αναγνώρισε την αρχή αυτοδιάθεσης της Κύπρου, λόγω όμως της πολιτικής κατάστασης που επικρατούσε στην Ανατολική Μεσόγειο εισηγείτο δεκαετές μεταβατικό στάδιο αυτοκυβέρνησης μέχρι της εφαρμογής της.

Εναντίον του σχεδίου αυτού τάχθηκαν τότε οι κύκλοι της Μητρόπολης της Κερύνειας, ο Γρίβας και οι αδιάλλακτοι κύκλοι των Αθηνών. Ο Μακάριος, παρά τις αντιρρήσεις του σε ορισμένα σημεία του σχεδίου (που προσπαθούσε με διαπραγματεύσεις να βελτιώσει), ήθελε να δεχθεί το σχέδιο. Λόγω όμως της αντίδρασης που συναντούσε στην Κύπρο ζήτησε από την Ελληνική Κυβέρνηση να προβεί, συγχρόνως με αυτόν, σε δήλωση ότι αποδέχεται το σχέδιο. Σημειωτέον ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων Μακαρίου – Χάρντιγκ (σ.σ. ο βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου από τον Οκτώβριο του 1955 έως τον Οκτώβριο του 1957, κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ) ο Βρετανός Πρωθυπουργός Άντονυ Ήντεν είχε στείλει δύο επιστολές, μία στις 23 και μία στις 30 Νοεμβρίου 1955, στον Έλληνα Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, με τις οποίες ζητούσε την παρέμβασή του στην κυπριακή ηγεσία για την αποδοχή του προτεινόμενου τότε σχεδίου.

Η απάντηση της Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν ότι «η Αγγλική Κυβέρνησις θεωρεί το Κυπριακό εσωτερικό ζήτημα της Μ. Βρετανίας και δεν το συζητά με την Ελληνικήν Κυβέρνησιν αλλά με τους Κυπρίους. Ενεργός και εκ του εμφανούς ανάμιξις της Ελλάδος θα ήτο δυνατόν να προκαλέση άμεσες τουρκικές αντιδράσεις με καταστρεπτικές συνέπειες όχι μονάχα στο Κυπριακό αλλά και στα ευρύτερα εθνικά συμφέροντα». Έτσι δεν προέβη σε δήλωση.

Οι συγγραφείς του βιβλίου «Το Κυπριακό, 1950-1974. Μία ενδοσκόπηση», ερμηνεύοντας τη στάση της κυβέρνησης Καραμανλή κατά την περίοδο εκείνη, γράφουν: Η Ελληνική Κυβέρνηση που μόλις είχε διαδεχθεί την κυβέρνηση του αποθανόντος Παπάγου «δεν αισθανόταν αρκετά ισχυρή για να εκφράσει καθαρά την άποψή της. Φανερά συμβιβαστική πολιτική στο Κυπριακό θα απομάκρυνε ψηφοφόρους (οι εκλογές είχαν ορισθεί το Φεβρουάριο του 1956). Γι’ αυτό, ενώ συνιστούσε στον Μακάριο να μην διακόψει τις συνομιλίες, άφηνε την ευθύνη για την τελική απόφαση στον Αρχιεπίσκοπο».

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 10.5.1987, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

4. Οι Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου

Οι διαπραγματεύσεις για τις συμφωνίες αυτές έγιναν μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας στην απουσία της Κύπρου. Και ενώ επρόκειτο «για θέματα που αφορούσαν την μελλοντική ζωή ενός ανεξάρτητου κράτους», γράφουν πολύ ορθά οι τρεις Πρέσβεις, «ο Αρχιεπίσκοπος δεν παρακολούθησε βήμα προς βήμα την ελληνοτουρκική διαπραγμάτευση» και δεν τηρήθηκε ενήμερος σε πολλές λεπτομέρειες.

Είναι πράγματι εκπληκτικό γιατί η Ελληνική Κυβέρνηση δεν «πίεσε» το 1955 τον Αρχιεπίσκοπο να δεχθεί τις προτάσεις Χάρντιγκ, ενώ τουναντίον άσκησε αργότερα έντονα την επιρροή της στον Μακάριο να δεχθεί τις Συμφωνίες Ζυρίχης.

Βέβαια ο Μακάριος δεν είχε τότε άλλη διέξοδο, γιατί η Βρετανική Κυβέρνηση είχε αρχίσει κιόλας να προχωρεί στην εφαρμογή του σχεδίου Μακμίλλαν, που προνοούσε τριπλή κατοχή της Κύπρου από τη Μ. Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία.

[…]

7. Το Σχέδιο Άτσεσον

Με το ψήφισμα της 4ης Μαρτίου 1964 του Συμβουλίου Ασφαλείας αποφασίστηκε η αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Κύπρο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και ο διορισμός Μεσολαβητή. Πρώτος Μεσολαβητής διορίστηκε ο Σακάρι Τουομιόγια, που εγκαταστάθηκε στη Γενεύη και πλαισιώθηκε από τον Έλληνα Αντιπρόσωπο Δημήτρη Νικολαρεΐζη και τον Τούρκο Νιχάτ Ερίμ. Μαζί τους εγκαταστάθηκε στη Γενεύη  (5 Ιουλίου 1964) και ο προσωπικός απεσταλμένος του Αμερικανού Προέδρου Τζόνσον, Ντην Άτσεσον, που απέβη αμέσως ο πραγματικός ρυθμιστής των συνομιλιών και ο εγκέφαλος των σχεδίων και αποφάσεων που ελαμβάνοντο.

Η Ελληνική Κυβέρνηση άρχισε τότε με τον Άτσεσον μια διαπραγμάτευση —ερήμην της Κύπρου— που προνοούσε ένωση τμήματος του νησιού, με αντάλλαγμα την παραχώρηση στην Τουρκία στρατιωτικής βάσης στην Κύπρο, τη δημιουργία αυτόνομων τουρκικών καντονίων κ.λπ. Αυτό ήταν περίπου το πρώτο Σχέδιο Άτσεσον.

Όταν η Ελληνική Κυβέρνηση το απέρριψε, τότε ο Άτσεσον πρότεινε δεύτερο σχέδιο, πανομοιότυπο με το πρώτο, με τη διαφορά ότι η βάση που θα παρεχωρείτο στην Τουρκία θα ήταν μικρότερης έκτασης και δεν θα ήταν κατά κυριαρχία αλλά με εκμίσθωση.

Η Ελληνική Κυβέρνηση ταλαντευόταν να αποδεχθεί το σχέδιο. Ο Μακάριος όμως δεν μπορούσε να διανοηθεί παραχώρηση κυπριακού εδάφους στην Τουρκία και το απέρριψε.

8. Ο ελληνοτουρκικός διάλογος

Το Μάιο του 1965 οι Υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας Κωστόπουλος και Τουρκίας Ισίκ συναντήθηκαν στο Λονδίνο και άρχισαν διάλογο για λύση του Κυπριακού με εδαφικά ανταλλάγματα προς την Τουρκία. Ο διάλογος συνεχίστηκε επί κυβερνήσεως Στ. Στεφανόπουλου, πράγμα που οδήγησε σε περαιτέρω ένταση των σχέσεων Αθηνών – Λευκωσίας. Στις 17 Δεκεμβρίου 1966, στην πορεία του ελληνοτουρκικού διαλόγου, συναντήθηκαν στο Παρίσι οι Υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας Τούμπας και Τσακλαγιαγκίλ. Και ο μεν Τούμπας μίλησε στον Τούρκο ομόλογό του για ένωση, ο Τσακλαγιαγκίλ όμως διευκρίνισε ότι η τουρκική κυβέρνηση εμμένει στη διατήρηση καθεστώτος ανεξαρτησίας στην Κύπρο ή, διαζευκτικά, καθεστώτος συγκυριαρχίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Ο Μακάριος ήταν αντίθετος προς τον ελληνοτουρκικό διάλογο, γιατί πίστευε ότι η θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν ασθενής διεθνώς, ενώ εκείνη της Τουρκίας ήταν πολύ ισχυρότερη. Η άποψη του Μακαρίου δικαιώθηκε απόλυτα με το φιάσκο των συνομιλιών του Έβρου (9-10 Σεπτεμβρίου 1967) μεταξύ Κόλλια και Ντεμιρέλ.

9. Τα επεισόδια Κοφίνου και οι προτάσεις Βανς

Στις 14 Νοεμβρίου 1967, ύστερα από συνεννόηση του Γρίβα με το Γενικό Επιτελείο Αθηνών και με την έγκριση του Υπουργού Αμύνης και Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γ. Σπαντιδάκη, άρχισε με κάλυψη της Εθνοφρουράς μια επιχείρηση περιπολίας στην περιοχή Κοφίνου για τη διάνοιξη του ζωτικού οδικού κόμβου Λευκωσίας-Λεμεσού, που την επομένη εξελίχθηκε σε πολεμική σύρραξη μεταξύ των ελληνοκυπριακών και των τουρκοκυπριακών δυνάμεων.

Η Άγκυρα, με την απειλή εισβολής, ζήτησε την άμεση απομάκρυνση της ελληνικής μεραρχίας και τη διάλυση της Κυπριακής Εθνοφρουράς. Στην κρίση που επακολούθησε αναμίχθηκαν, υποστηρίζοντας την τουρκοκυπριακή πλευρά, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ και η βρετανική, η καναδική και η αμερικανική κυβέρνηση. Η τελευταία έστειλε στην Αθήνα και τη Λευκωσία τον μετέπειτα Υπουργό Εξωτερικών, ειδικό τότε πληρεξούσιο του Αμερικανού Προέδρου Τζόνσον, Σάυρους Βανς, ο οποίος πρότεινε υπό την αιγίδα του Γ.Γ. του ΟΗΕ το εξής φιλοτουρκικό σχέδιο: (α) Οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας να λάβουν άμεσα μέτρα για την απομάκρυνση οποιασδήποτε απειλής που στρέφεται ενάντια στη δική τους ασφάλεια και την ασφάλεια της Κύπρου, και σαν πρώτο βήμα να αποσύρουν το ταχύτερο δυνατό όλες τις ένοπλες δυνάμεις τους που είναι πέρα από την τουρκική και την ελληνική δύναμη Κύπρου. (β) Η Ελληνική Κυβέρνηση να αποσύρει το ταχύτερο δυνατό τις στρατιωτικές δυνάμεις, το στρατιωτικό προσωπικό και τα στρατιωτικά της εφόδια από την Κύπρο. (γ) Να διευρυνθεί και βελτιωθεί η εντολή της ειρηνευτικής δύναμης, σε τρόπο που να της δοθεί αυξημένος ειρηνοποιός ρόλος, που να περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την εποπτεία του αφοπλισμού όλων των δυνάμεων που συγκροτήθηκαν στην Κύπρο μετά το 1963, καθώς και νέες προοπτικές διευθέτησης της εσωτερικής ασφάλειας.

Ο Πιπινέλης —παρά τα έντονα διαβήματα και τις αντιρρήσεις της Κυπριακής Κυβέρνησης— δέχθηκε όλα τα σημεία του Σχεδίου Βανς, επιφυλάχθηκε μόνο σχετικά με το τρίτο σημείο, διασαφηνίζοντας ότι το περιεχόμενο της παραγράφου εκείνης δεν αφορά την Ελληνική, αλλά την Κυπριακή Κυβέρνηση.

Ο Μακάριος αρνήθηκε να δεχθεί το Σχέδιο Βανς και διατήρησε την Εθνοφρουρά και την Επικουρική Αστυνομία.

[…]

11. Το προβάδισμα και η θεωρία του Εθνικού Κέντρου

Οι συχνές αντιθέσεις Αθηνών – Λευκωσίας δημιούργησαν το οξύ πρόβλημα ποιος έχει το προβάδισμα, δηλαδή την ευθύνη της τελικής απόφασης, σε περίπτωση διαφωνίας. Η Λευκωσία ή το Εθνικό Κέντρο, δηλαδή η Αθήνα;

[…]

Είναι γεγονός ότι ήταν πάντα διαφορετική η οπτική γωνία από την οποίαν αντιμετώπιζαν το Κυπριακό η Λευκωσία και η Αθήνα. Για τη Λευκωσία το Κυπριακό ήταν «το θέμα», ενώ για την Αθήνα ήταν ένα από τα πολλά εθνικά θέματα. Και ήταν φυσικό να υπάρχει διαφορετική αξιολόγηση του προβλήματος και διαφορετική εκτίμηση των εκάστοτε παρουσιαζομένων συνθηκών. Η Ελλάδα μόλις είχε τότε βγει από έναν ολέθριο εμφύλιο πόλεμο, που την είχε εξασθενίσει και εσωτερικά και διεθνώς. Με την προσχώρηση της Ελλάδας στο δόγμα Τρούμαν και πέντε χρόνια αργότερα (το 1952) στο ΝΑΤΟ, η ελληνική εξωτερική πολιτική εντάσσεται, κατά κάποιον τρόπο, στους ευρύτερους σκοπούς και τις επιδιώξεις της αμερικανικής πολιτικής, πράγμα που δημιουργεί ένα περίπλοκο σχήμα στους περαιτέρω χειρισμούς του Κυπριακού εκ μέρους των ελληνικών κυβερνήσεων. Και τούτο γιατί το Κυπριακό αποτελούσε ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, που εστρέφετο ενάντια σε μια από τις χώρες του ΝΑΤΟ και έφερνε, μοιραία, την Ελλάδα σε σύγκρουση με τις συμμαχικές της υποχρεώσεις και τα συμμαχικά της συμφέροντα. Αυτή ίσως υπήρξε η μεγαλύτερη αδυναμία στην εξέλιξη του κυπριακού ζητήματος. Αντινομία, που οδήγησε τελικά στην καταστροφή, όταν, στην ευρύτερη αξιολόγηση των εθνικών ευθυνών και υποχρεώσεων, τα συμμαχικά συμφέροντα τοποθετήθηκαν υπεράνω των εθνικών.

Η Αθήνα ήθελε να περιορίσει όσο μπορούσε τους εξωτερικούς περισπασμούς της και να επιδοθεί στο έργο της εσωτερικής ανασυγκρότησης. Γι’ αυτό —όπως πολύ σωστά παρατηρούν οι τρεις συγγραφείς του βιβλίου— «βιαζόταν να κλείσει την κυπριακή εκκρεμότητα, και πίεζε τον Μακάριο να κάνει προς τον σκοπό αυτόν παραχωρήσεις προς τους Τουρκοκυπρίους». Οι χειρισμοί του Υπουργείου Εξωτερικών λάμβαναν πολλές φορές σοβαρότερα υπόψη τα συμφέροντα του ελληνισμού της Πόλης και του Οικουμενικού Πατριαρχείου παρά εκείνα της Κύπρου. […]

12. Η διπλή πολιτική της Χούντας

Τα πράγματα βέβαια έγιναν τραγικά όταν τη διακυβέρνηση της Ελλάδας ανέλαβε η Χούντα, η οποία υπέσκαπτε συνεχώς τη διεθνή υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνωμοτούσε εναντίον του Αρχιεπισκόπου και —όπως αποδείχθηκε— ήταν διατεθειμένη να παραχωρήσει τμήμα της Κύπρου στην Τουρκία με την ψευδαίσθηση ότι μπορούσε να επιτύχει έτσι την ένωση του υπόλοιπου νησιού με την Ελλάδα.

Έτσι οδηγηθήκαμε στο προδοτικό πραξικόπημα και την εισβολή.

[…]

*Εκτενέστατο κείμενο του αειμνήστου Νίκου Κρανιδιώτη αναφορικά με το περίφημο Κυπριακό. Είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα», στα φύλλα της 3ης και της 10ης Μαΐου 1987.

Τα δώδεκα σημεία του κειμένου του Κρανιδιώτη αναφέρονταν σε ισάριθμες περιπτώσεις (της περιόδου 1950-1974) όπου, κατά τη δική του τουλάχιστον αντίληψη, η διάσταση απόψεων μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας είχε αποβεί καταστροφική για την εθνική μας υπόθεση.

Είναι αξιοσημείωτο ότι στο φύλλο του «Βήματος» της 10ης Μαΐου 1987 είχε συμπεριληφθεί η πολύ ενδιαφέρουσα απάντηση (επιφυλασσόμεθα να την παραθέσουμε με την πρώτη ευκαιρία) του Ευάγγελου Αβέρωφ —άριστου επίσης γνώστη του Κυπριακού— στις θέσεις που είχε ήδη διατυπώσει ο Νίκος Κρανιδιώτης αναφορικά με τις διαφωνίες Αθηνών – Λευκωσίας.

Γνωστός ως ποιητής της Κερύνειας, ο διακεκριμένος κύπριος λογοτέχνης Νίκος Κρανιδιώτης, πατέρας του αξέχαστου διεθνολόγου, διπλωμάτη και πολιτικού Γιάννου Κρανιδιώτη, υπήρξε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 28.1.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα ο Κρανιδιώτης υπέστη διώξεις από τις βρετανικές αποικιακές δυνάμεις. Την περίοδο 1960-1979 διετέλεσε πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα.

Ο Κρανιδιώτης υπήρξε συνεκδότης του περιοδικού «Κυπριακά Γράμματα» και διευθυντής του κατά την περίοδο 1948-1956, ενώ συνεργάστηκε με πολλά κυπριακά και αθηναϊκά έντυπα.

Εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή του, τις «Σπουδές», το 1951. Αργότερα η ποιητική του έκφραση εμπλουτίστηκε με στοιχεία από την ποίηση του Γ. Σεφέρη, τα οποία μετουσιώνονται επιτυχώς και συναιρούνται με την τραγικά βιωμένη ιστορία του γενέθλιου χώρου (συλλογές «Επιστροφή», 1974, «Ταξίδι στο νησί του νότου», 1983, «Ο μικρός μας κόσμος», 1986).

Πέραν της ποιήσεως, ο Κρανιδιώτης ασχολήθηκε και με την πεζογραφία, ενώ δημοσίευσε πληθώρα μελετών και δοκιμίων, δίνοντας έμφαση στην πρόσφατη πολιτική και διπλωματική ιστορία της Κύπρου.

Ο Νίκος Κρανιδιώτης γεννήθηκε στην Κερύνεια στις 25 Νοεμβρίου 1911 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 24 Αυγούστου 1997.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΚΕΦΟΔΕ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2025
Απόρρητο