Ο Τζέιμς Βαν Ντερ Μπικ δημοπρατεί κειμήλια του Dawson’s Creek για να πληρώσει τη θεραπεία καρκίνου
Ο Τζέιμς Βαν Ντερ Μπικ του Dawson's Creek βγάζει στο σφυρί συλλεκτικά αντικείμενα από την καριέρα του για να καλύψει μέρος των εξόδων της θεραπείας του για τον καρκίνο του παχέος εντέρου
Το Dawson’s Creek υπήρξε η εφηβική εμμονή μιας ολόκληρης γενιάς, με τον Τζέιμς Βαν Ντερ Μπικ να ενσαρκώνει τον ονειροπόλο Ντόουσον Λίρι. Τώρα, ο αγαπημένος ηθοποιός, αντιμέτωπος με μία σκληρή μάχη κατά του ορθοκολικού καρκίνου σταδίου 3, βγάζει στο σφυρί κομμάτια από την καριέρα του για να καλύψει τις δαπάνες της κοστοβόρας θεραπείας του.
Ο Βαν Ντερ Μπικ ανακοίνωσε ότι δημοπρατεί «πολύτιμα κειμήλια» από τα πλατό του θρυλικού σόου και της ταινίας Varsity Blues.
«Κρατάω αυτούς τους θησαυρούς εδώ και χρόνια, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή… η στιγμή αυτή είναι τώρα», δήλωσε ο ίδιος στο περιοδικό People, επιβεβαιώνοντας πως αυτή είναι η δεύτερη φορά που δημοπρατεί την ιστορία του για να κερδίσει το μέλλον του.
«Μια ηρωική προσπάθεια επιβίωσης, με τα ενδύματα και το εμβληματικό κολιέ του Ντόουσον να αναζητούν έναν νέο ιδιοκτήτη, μετατρέποντας τη νοσταλγία σε πραγματική ελπίδα» σημειώνει το Vanity Fair για τη δημοπρασία του Ντερ Μπικ.
Ο 48χρονος σταρ που υποδύθηκε τον Ντόουσον στην επιτυχημένη νεανική σειρά Dawson’s Creek από το 1998 έως το 2003 αποφάσισε να βγάλει σε δημοπρασία μερικά από τα πιο εμβληματικά του ενθύμια.
Ο λόγος δεν είναι άλλος από την κάλυψη του ακριβού κόστους της θεραπείας του, καθώς ο 48χρονος σταρ δίνει μάχη με τον καρκίνο.
Σύμφωνα με τον οίκο δημοπρασιών Propstore, ο οποίος συνεργάζεται με τον ηθοποιό, το 100% των εσόδων από την πώληση των «αγαπημένων αντικειμένων από την προσωπική του συλλογή» θα διατεθεί απευθείας στον Βαν Ντερ Μπικ για να τον βοηθήσει στα οικονομικά έξοδα της συνεχιζόμενης ιατρικής του περιπέτειας.
Πρόκειται για τη δεύτερη φορά που ο Τζέιμς Βαν Ντερ Μπικ, αφότου διαγνώστηκε με καρκίνο στα τέλη του περασμένου έτους, αναγκάζεται να δημοπρατήσει κομμάτια από τη συλλογή του. Ο ίδιος, μιλώντας στο People, εξήγησε τη βαθιά προσωπική σημασία της κίνησης αυτής.
«Κρατάω αυτούς τους θησαυρούς εδώ και χρόνια, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να κάνω κάτι με αυτούς, και με όλες τις πρόσφατες απροσδόκητες ανατροπές που έχει παρουσιάσει η ζωή προσφάτως, είναι σαφές ότι η στιγμή αυτή είναι τώρα», δήλωσε ο Βαν Ντερ Μπικ.
Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασής του, ο ηθοποιός έχει εκφράσει την αισιοδοξία του και συνέχισε να εργάζεται, εμφανιζόμενος στην ταινία Sidelined: The QB and Me και σε ένα επεισόδιο της σειράς Walker.
Ανάμεσα στα κειμήλια που θα τεθούν προς πώληση, στο πλαίσιο της ετήσιας Winter Entertainment Memorabilia Live Auction του οίκου Propstore, η οποία θα διεξαχθεί από τις 5 έως τις 7 Δεκεμβρίου, ξεχωρίζουν αντικείμενα που έχουν συνδεθεί άρρηκτα με τη σειρά Dawson’s Creek.
Οι φανατικοί θαυμαστές θα έχουν την ευκαιρία να διεκδικήσουν το φανελένιο πουκάμισο και το συνολικό outfit που φορούσε ο Ντόουσον στο πιλοτικό επεισόδιο, το λευκό του πουλόβερ, διάφορα διακοσμητικά από το εφηβικό του υπνοδωμάτιο, αλλά κυρίως, το θρυλικό κολιέ που είχε χαρίσει ο Ντόουσον στην Τζόε Πότερ, την οποία υποδύθηκε η Κέιτι Χολμς.
Η εκτιμώμενη αξία όλων των αντικειμένων κυμαίνεται από 1.320 δολάρια έως και 52.800 δολάρια με το κολιέ να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Η δημοπρασία περιλαμβάνει επίσης αντικείμενα από την ταινία Varsity Blues, όπως τα ποδοσφαιρικά παπούτσια και το καπέλο του χαρακτήρα του ηθοποιού.
Ο ηθοποιός αποκάλυψε δημόσια τη διάγνωσή του με καρκίνο πριν από περίπου έναν χρόνο. Έκτοτε, δίνει έναν σκληρό και πολυέξοδο αγώνα για τη ζωή του.
Η είδηση της δημοπρασίας έρχεται σχεδόν δύο μήνες μετά τη φιλανθρωπική επανένωση του καστ του Dawson’s Creek στη Νέα Υόρκη, μια εκδήλωση που διοργανώθηκε για την υποστήριξη του ιδρύματος F Cancer και, κυρίως, του ίδιου του Τζέιμς Βαν Ντερ Μπικ.
Παρότι το γεγονός περιλάμβανε μια ζωντανή ανάγνωση του πιλοτικού επεισοδίου της σειράς του 1998, ο Βαν Ντερ Μπικ αναγκάστηκε να απουσιάσει λόγω προβλημάτων υγείας.
Το κόστος θεραπείας του κακρίνου στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εξαιρετικά υψηλό και αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους οικονομικούς εφιάλτες των ασθενών.
Το συνολικό κόστος της ογκολογικής φροντίδας υπολογίζεται να ξεπεράσει τα 440 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2029, με τις ΗΠΑ να δαπανούν ετησίως πάνω από 200 δισεκατομμύρια δολάρια για καρκινοπαθείς.
Για έναν μέσο ασθενή, το κόστος θεραπείας ξεκινά από μερικές δεκάδες χιλιάδες δολάρια και μπορεί να φτάσει ή να ξεπεράσει τις 150.000 δολάρια, αναλόγως της διάρκειας και του τύπου της θεραπείας.
Η χημειοθεραπεία, η ακτινοθεραπεία και οι σύγχρονες ανοσοθεραπείες που χορηγούνται με ενέσεις τιμολογούνται σε χιλιάδες δολάρια ανά δόση, με τον ασθενή να χρειάζεται πολλές δόσεις σε τακτά διαστήματα.
Η οικονομική επιβάρυνση για τον ίδιο τον ασθενή ποικίλλει αλλά όσοι δεν έχουν επαρκή ασφαλιστική κάλυψη συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με το πλήρες κόστος που μπορεί να είναι ασύλληπτο και δυσβάσταχτο.
Ακόμη και όσοι διαθέτουν ασφάλιση πληρώνουν σημαντικές συμμετοχές (co-pays), που σε πολλές περιπτώσεις ανέρχονται σε χιλιάδες δολάρια λόγω των περιορισμών στην κάλυψη.
Αυτό οδηγεί πολλούς ασθενείς, ειδικά ανώνυμους ή με χαμηλό εισόδημα, στο να αντιμετωπίζουν δραματικά οικονομικά προβλήματα.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες με δημόσια συστήματα υγείας, η ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας που προσφέρουν οι ΗΠΑ, δεν έχει τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται την τιμή των φαρμάκων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπανούν τα διπλάσια χρήματα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των αναπτυγμένων χωρών, για τη θεραπεία του καρκίνου όμως χωρίς να βλέπουν καλύτερα αποτελέσματα, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2022 στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of the American Health Association Health Forum (JAMA).
«Πιστεύεται γενικά ότι οι ΗΠΑ προσφέρουν τις πιο προηγμένες θεραπείες για τον καρκίνο στον κόσμο», καθώς αναπτύσσουν και εγκρίνουν θεραπείες πιο γρήγορα από άλλες χώρες, εξήγησε ο βασικός συγγραφέας της μελέτης, Ράιαν Τσόου, του Πανεπιστημίου Γέιλ. Για τον λόγο αυτόν η ομάδα του προσπάθησε να διαπιστώσει αν το γεγονός αυτό μεταφράζεται και σε καλύτερα αποτελέσματα για τους ασθενείς.
Μεταξύ 22 χωρών με υψηλά εισοδήματα, οι ερευνητές είδαν ότι οι ΗΠΑ δαπανούν, μακράν, τα μεγαλύτερα ποσά: 200 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για θεραπείες που συνδέονται με τον καρκίνο, δηλαδή περίπου 600 δολάρια ανά κάτοικο. Το ποσό αυτό είναι διπλάσιο από τα 300 δολάρια ανά κάτοικο που δαπανούν οι υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν όμως ότι αυτές οι επιπρόσθετες δαπάνες δεν συνεπάγονται και καλύτερα ποσοστά επιβίωσης. «Για να το πούμε αλλιώς, οι χώρες που δαπανούν περισσότερα χρήματα για θεραπείες που σχετίζονται με τον καρκίνο δεν πετυχαίνουν απαραιτήτως και καλύτερα αποτελέσματα», συνόψισε ο Τσόου.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται λίγο κάτω από τον μέσο όρο, ενώ έξι χώρες (Αυστραλία, Φινλανδία, Ισλανδία, Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Ελβετία) έχουν καλύτερα αποτελέσματα με μικρότερες δαπάνες.
Από τις χώρες που εξετάστηκαν, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας ενώ η Δανία το υψηλότερο, ακολουθούμενη από τη Γαλλία.
Μάχη σε πολλά μέτωπα
Η εκρηκτική αύξηση του κόστους νοσηλείας στις ΗΠΑ είναι πολυπαραγοντική, εξηγεί η μελέτη. Η φαρμακευτική δαπάνη αποτελεί το 37% του κόστους που καταβάλλουν οι ασφαλιστικές εταιρείες για την αντιμετώπιση του καρκίνου και αυτές οι θεραπείες στοιχίζουν πολύ ακριβότερα στις ΗΠΑ σε σύγκριση με τις άλλες χώρες.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που διαθέτουν δημόσια συστήματα υγείας, η ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας που προσφέρουν οι ΗΠΑ, η Medicaid, δεν έχει τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται την τιμή των φαρμάκων.
Και η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ, η FDA, δεν λαμβάνει υπόψη της την τιμολόγηση των φαρμάκων όταν αποφασίζει να τα εγκρίνει, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα τη Βρετανία, όπου η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Οι ερευνητές αποδίδουν επίσης ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του κόστους νοσηλείας στις «νέου τύπου» θεραπείες, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, τους αναστολείς κινάσης και ορισμένες μεθόδους ανοσοθεραπείας, μολονότι ορισμένες φορές η αποτελεσματικότητά τους είναι οριακή.
Τέλος, οι αμερικανικές ιατρικές υπηρεσίες συχνά συνεχίζουν τις θεραπείες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Όπως αποκάλυψε η μελέτη, κατά τους τελευταίους έξι μήνες της ζωής τους οι Αμερικανοί καρκινοπαθείς έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εισαχθούν στην εντατική και περισσότερες πιθανότητες να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία, σε σύγκριση με τους καρκινοπαθείς στις υπόλοιπες χώρες.
«Οι ΗΠΑ έχουν να μάθουν πολλά από τα συστήματα άλλων χωρών, αν ήταν διατεθειμένες να αλλάξουν», σημείωσε η Ελίζαμπεθ Μπράντλεϊ, η πρόεδρος του πανεπιστημίου Βάσαρ.