Pop «ψυχολογία»: ενισχύοντας το στίγμα και την περιθωριοποίηση
Οι ειδικοί της ψυχικής υγείας συμφωνούσαν σε ένα πράγμα: σταματήστε να χρησιμοποιείτε ψυχολογικές/ψυχιατρικές γνωματεύσεις για καταστάσεις που δεν είναι ευχάριστες.
- Η Ευρώπη των αστέγων – 1,3 εκατ. άνθρωποι στην ΕΕ χωρίς στέγη
- Γυναίκα περπατούσε στις ράγες του Προαστιακού - Σε απόσταση αναπνοής σταμάτησε ο συρμός
- Γυναικοκτονία στη Θεσσαλονίκη: Δίωξη για ανθρωποκτονία στον 46χρονο
- «Το Ισραήλ διαπράττει εθνοκάθαρση στη Γάζα», λέει ο πρώην υπουργός Άμυνας Μοσέ Γιαλόν
Μπορεί διαρκώς να αυξάνονται οι… «γνωματεύσεις» σε επίπεδο καθημερινού λόγου, αλλά η αντιμετώπιση της ψυχοκοινωνικής βλάβης δεν είναι γεγονός. Και αυτό είναι ένα γενικό πρόβλημα σε διεθνές επίπεδο: δε μας ενδιαφέρει η κατανόηση της ψυχικής βλάβης. Μας ενδιαφέρει να χρησιμοποιούμε ορολογίες εις βάρος ανθρώπων ή καταστάσεων που μας είναι άβολες.
Έτσι, ακούμε παντού γνωματεύσεις, αλλά όχι από ειδικούς ψυχικής υγείας. Είναι αυτό που ονομάζουμε πια -και επιτέλους- pop ψυχολογία και σταδιακά αντιμετωπίζεται με αρνητικότητα.
Έτσι, λοιπόν κι αφού έχουμε ακούσει, χαρακτηρίσει ή χαρακτηριστεί με ψυχιατρικούς όρους, μήπως τελικά δεν έχουν όλοι «ναρκισσιστική διαταραχή»; Ή κάποιο σύνδρομο; Επίσης, είναι όλα «τραύμα» και «κακοποίηση»; Σε αυτό απαντούν, πια, οι ειδικοί της ψυχικής υγείας και λένε πως, επί της ουσίας, το έχουμε παρακάνει.
Pop ψυχολογία, ψυχιατρικοποίηση και φαύλος κύκλος
Τα τελευταία χρόνια ειδικοί της ψυχικής υγείας, ψυχιατρικοί ασθενείς και γενικοί θεραπευόμενοι συμφωνούσαν σε ένα πράγμα: σταματήστε να χρησιμοποιείτε ψυχολογικές/ψυχιατρικές γνωματεύσεις για καταστάσεις που δεν είναι ευχάριστες.
Μία απλή περιήγηση σε οποιοδήποτε κοινωνικό δίκτυο αρκεί για να καταλάβουμε πού εντοπίζεται το πρόβλημα. Είναι όλες οι άβολες καταστάσεις «τοξικές», οι άνθρωποι που μας στεναχώρησαν έχουν «διαταραχές» (κυρίως ναρκισσιστική), τα πάντα αποτελούν «τραύμα» και οι καυγάδες είναι «κακοποιητική συμπεριφορά».
Το πράγμα γίνεται πολύ χειρότερο, όταν πια πρόκειται για εγκλήματα που προκαλούν την κοινή γνώμη ή δημόσια πρόσωπα -κυρίως πολιτικούς- που δεν είναι αρεστοί. Βιαζόμαστε να βγάλουμε ιατρικά συμπεράσματα. Ένας γυναικοκτόνος δεν είναι καθόλου απαραίτητο να έχει «διαταραχές», μία παιδοκτόνος δεν είναι καθόλου απαραίτητο να έχει «σύνδρομα» και ο πολιτικός που αντιπαθούμε δεν είναι καθόλου απαραίτητο να πάσχει από διπολική διαταραχή.
Για την ακρίβεια και σε ό,τι αφορά στην εγκληματικότητα, δεν υπάρχει καμία σοβαρή έρευνα παγκοσμίως που να αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι με ψυχικές βλάβες είναι σε ποσοστά περισσότερο εγκληματίες από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Όσο για την άσκηση πολιτικής, δεν υπάρχει καμία απολύτως έρευνα παγκοσμίως που να λέει ότι άνθρωποι με ψυχικές βλάβες δεν μπορούν να είναι πολιτικοί, δάσκαλοι, δημοσιογράφοι κ.α και μάλιστα απολύτως αποτελεσματικοί με τους υπολοίπους.
Η ενίσχυση του στίγματος
Είναι ήδη πάρα πολύ δύσκολη η αντιμετώπιση τη ψυχικής βλάβης σε μία κοινωνία γεμάτη ταμπού. Η ιστορία της ψυχιατρικής είναι, ούτως ή άλλως, βαμμένη με αίμα. Ξεκινώντας από την αυγή της, όπου αντιμετώπιση της ψυχικής βλάβης (ή έστω, μιας διάγνωσης συχνά αμφίβολης) ήταν η λοβοτομή. Όπου η «υστερία» και η κατάθλιψη αντιμετωπιζόταν πατώντας βίαια τις ωοθήκες των γυναικών και όπου τα «άσυλα» είχαν ανθρώπους κακοποιημένους για… ιατρικούς λόγους, δεμένους, σε καταστολή και, τελικά, απολύτως ξεχασμένους από την στιγμή που θα εισέρχονταν σε ένα τέτοιο κολαστήριο.
Από πάντα η ψυχική βλάβη ήταν άλλοθι για τη διάπραξη εγκλημάτων εις βάρος των ανθρώπων. Κάποτε υπήρξε ως επιχείρημα ότι η περίοδος «τρελαίνει» τις γυναίκες και για αυτό δεν πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου!
Τώρα είμαστε στην περίοδο της περιθωριοποίησης λόγω ημιμάθειας. Πλήρους ημιμάθειας. Χαρακτηρίζοντας τους πάντες και τα πάντα ως καταστάσεις ψυχοπαθαλογικής αιτίας, χάνουμε το νόημα της αντιμετώπισης των πραγματικών προβλημάτων: αν ένας άνθρωπος έχει όντως κάποια διαταραχή (που εμπίπτουν στη μεγάλη οικογένεια της κατάθλιψης) χρειάζεται θεραπεία. Όχι γνωματεύσεις που πιθανά θα γίνουν από μη ειδικούς ως επιχείρημα εις βάρος του. Και αν κάποιος μας φέρεται άσχημα, αυτό δεν είναι απαραιτήτως αποτέλεσμα ψυχικής βλάβης, αλλά κακού χαρακτήρα.
Η ψυχική βλάβη δεν είναι άλλοθι. Ούτε προκαλεί βία.
Ταυτόχρονα, η μετατόπιση της προσοχής από την ρίζα του προβλήματος σε ψυχοπαθολογικά αίτια, κάνει το πρόβλημα ανίκητο. Φταίει η ψυχική βλάβη για την εγκληματικότητα; Όχι, λένε οι ειδικοί. Επομένως, είναι ένα φαινόμενο κοινωνικό και όχι ιατρικό. Αν το αντιμετωπίζουμε ως ιατρικό, σταθεροποιείται και εδραιώνεται με όρους απόλυτης νίκης.
Το ίδια συμβαίνει, όμως, και με την υπερβολή στη «διάγνωση» μιας κατάστασης. Οι καυγάδες δεν είναι απαραιτήτως τραύμα, ούτε απαραιτήτως κακοποίηση. Η στεναχώρια δεν είναι κατάθλιψη και η διαφωνία δεν είναι τοξικότητα.
Έχει σημασία που αντιδρούν μαζικά πια κι εκτός της ιατρικής ή της αναπηρικής κοινότητας (στην κατηγορία της ψυχοκοινωνικής βλάβης). Αφενός γιατί στην περίπτωση που υπάρχει βλάβη ή τραύμα, η διάγνωση πρέπει να γίνει από ειδικούς και αφετέρου, επειδή μιλώντας με ελαφρότητα και μίσος για όλα τα παραπάνω, αναγκάζουμε τους ανθρώπους που όντως χρειάζονται θεραπεία να προτιμούν το καβούκι τους, παρά την έκθεση στα σχόλια των πολλών. Τα οποία, στην περίπτωση αυτή, είναι όντως κακοποιητικά.
Η pop ψυχολογία είναι εχθρός για την εξάλειψη του στίγματος. Σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με δύο μεγάλα ταμπού. Το πρώτο είναι η παρανόηση πως «η κατάθλιψη είναι καινούρια». Παλιά δεν είχαν, δηλαδή. Είναι καινούρια, είναι απλή και μας κάνει είτε κακοποιητικούς, είτε υπερευαίσθητους. Και το δεύτερο ταμπού δημιουργείται από το πρώτο. Ο ασθενής, πλέον και υπό το επιπλέον βάρος της συνεχούς δημόσιας κριτικής προς τις ψυχολογικές και ψυχιατρικές παθήσεις, αρνείται να παραδεχτεί τις νόσους (στο ευρύ φάσμα των ψυχικών διαταραχών, από την αγχώδη διαταραχή ως τη σχιζοφρένεια -εδώ με έναν αστερίσκο), το περιβάλλον του αρέσκεται σε ένα «θα περάσει» και η κουλτούρα της θεραπείας δεν υπάρχει. Ή μάλλον, δημιουργείται (σιγά σιγά) η κουλτούρα της ψυχοθεραπείας, αλλά όταν πρόκειται για φαρμάκευση; Αυτό είναι θέμα κρυμμένο στην ντουλάπα. Σκελετός.
Νιώθουμε υπόλογοι απέναντι σε προϋπάρχοντα ταμπού, που η ψυχιατρικοποίηση άσχημων καταστάσεων, όπως γίνεται μέσω της pop ψυχολογίας τα κάνει ακόμη πιο δυνατά.
Εγκλωβιζόμαστε σε ένα φαύλο κύκλο μεταξύ ντροπής και ημιμάθειας.
Τι είναι η ψυχική βλάβη
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει αποφανθεί εδώ και δεκαετίες: η ψυχική βλάβη είναι ασθένεια. Κι ενώ η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει τους θεραπευόμενους σε επίπεδο συμπεριφοράς και εαυτού, αυτό δεν την καθιστά ολική θεραπεία. Δηλαδή, άνθρωποι χωρίς ψυχικές βλάβες μπορούν να θεραπεύονται, χωρίς να συνεπάγεται ότι πάσχουν. Αλλά όσοι και όσες όντως πάσχουν, πρέπει να φαρμακεύονται, εκτός από την ψυχοθεραπεία.
Η φαρμακευτική αγωγή είναι σημαντική όσο και για οποιαδήποτε άλλη πάθηση. Θα αφήναμε ποτέ έναν ασθενή με ίωση χωρίς αντιβιοτικά; Ένα ασθενή με καρκίνο, χωρίς χημειοθεραπεία; Όχι, δε θα το κάναμε. Από το λίγο ως το πολύ, η φαρμάκευση είναι το κλειδί, η ισορροπία. Γιατί η ψυχική βλάβη είναι χημική διαταραχή. Αφορά, εν ολίγοις, στο σώμα, τελικά.
Ας δούμε την περίπτωση της κατάθλιψης. Χωρίς να αντιμετωπιστεί, μπορεί να προκαλέσει κινητικές βλάβες ή ακόμη και ουρολογικές. Φυσικά, το υψηλό στρες και γενικώς η στρεσογόνα συνθήκη ρίχνει το ανοσοποιητικό, ενώ αυξάνει την πιθανότητα ανευρύσματος.
Αλλά το βασικότερο όλων, είναι η απελπισία και ο θάνατος. Ένας γενικός κανόνας είναι πως άνθρωπος που αυτοκτονεί, έχει κατάθλιψη. Ας θυμηθούμε την περίοδο 2009-11, με τη ραγδαία αύξηση των αυτοκτονιών. Μέσα στην αρχή της οικονομικής κρίσης, η ελληνική κοινωνία έγινε πιο άρρωστη. Ο δείκτης των αυτοκτονιών εκτοξεύτηκε ραγδαία και αυτό σίγουρα δεν ήταν μία πράξη που μπορεί να εξηγηθεί με ένα απλό «δεν άντεξε». Για να φτάσεις στο σημείο να μην αντέχεις, έχεις περάσει από το σημείο που δεν είσαι καλά, έχεις αγχωθεί και τελικά, έχεις απελπιστεί.
Οι αυτοκτονικοί δείκτες είναι ενδεικτικοί για την αντιμετώπιση της ψυχικής υγείας σε μια κοινωνία. Κι ενώ σε προοδευμένα κράτη οι αυτοκτονικοί δείκτες παραμένουν υψηλοί, ο λόγος δεν είναι ότι οι ασθενείς δεν επιδέχονται θεραπείας. Αλλά ότι η θεραπεία δεν είναι επαρκής. Όχι όσο δυνατό είναι το στίγμα, τουλάχιστον.
Γιατί το στίγμα της «τρέλας», η εγκατάλειψη και η ταμπέλες που έχουν προστεθεί από το κοινωνικό σύνολο, δε θα οδηγήσουν πολλούς και πολλές στον ψυχίατρο.
Τι δεν είναι η ψυχική βλάβη
Η pop ψυχολογία έχει βασιστεί στη δαιμονοποίηση της ψυχικής βλάβης: ο νάρκισσος κακοποιητής, ο διαταραγμένος δολοφόνος ή, από την απολύτως άλλη πλευρά, ο υπερευαίσθητος άνθρωπος που δεν αντέχει τίποτε. Αφαιρώντας έτσι το δικαίωμα όντως να σε καταβάλει μια δυσκολία.
Όσο αυξάνεται η κουλτούρα της εκ του προχείρου «διάγνωσης», η παραπληροφόρηση κλιμακώνεται. Η βλάβη παρουσιάζεται σαθρά. Στην αρχή είναι κάποια «εκκεντρικότητα» του χαρακτήρα κι ώσπου να φτάσει στην πλήρη της εκδήλωση, το υποκείμενο είναι αποκομμένο από τον κόσμο. Γονείς που το έχουν κλειδώσει σπίτι, περιβάλλον που ντρέπεται να ακούει, πολλώ δε μάλλον να μιλάει για την βλάβη. Αόρατοι άνθρωποι σημαίνει αόρατα προβλήματα.
Η φαρμάκευση είναι το μεγαλύτερο ταμπού. Η ψυχική βλάβη δεν έχει δικαίωμα να αντιμετωπιστεί ως κάθε άλλη, αντιμετωπίζεται περισσότερο ως καπρίτσιο, ή ως υπερευαισθησία.
Και καθώς έχει διακυμάνσεις μεταξύ των παθήσεων ή του επιπέδου της προόδου της κάθε πάθησης, δε βοηθάει καθόλου το γεγονός ότι, σε αντίθεση με οποιαδήποτε άλλη πάθηση, όλοι οι μη ειδικοί έχουν πολύ ισχυρές απόψεις για μία πάρα πολύ άγνωστη και περίπλοκη νόσο.
Τι λένε οι ειδικοί – Ξεκαθαρίζοντας μιας μεγάλη παρεξήγηση
Όλες οι ψυχικές βλάβες μπορούν να είναι και κληρονομικές. Η μοναδική που είναι αποκλειστικά γονιδιακή, είναι η σχιζοφρένεια κι αυτό χωρίς να εννοείται ως σχιζοφρένεια οποιοδήποτε ψυχωσικό επεισόδιο. Η σχιζοφρένεια είναι πιθανά η πιο περιθωριοποιημένη συνθήκη ζωής στις μέρες μας -με δεδομένο ότι μία αθεράπευτη πάθηση, είναι και συνθήκη ζωής.
Σχιζοειδείς διαταραχές μπορούν να προκληθούν και από άλλους παράγοντες, όπως η χρόνια κατάχρηση ουσιών. Αλλά δεν είναι σχιζοφρένεια. Ταυτόχρονα, οι ασθενείς με σχιζοφρένεια είναι και εκείνοι που πολύ σπανιότερα θα απολαμβάνουν ιατρικής περίθαλψης κι αυτό λόγω της ντροπής που νιώθει το περιβάλλον τους.
Παρ’όλα αυτά κι ενώ όλες οι ψυχικές βλάβες μπορούν να είναι και κληρονομικές, αυτό δεν είναι απαραίτητο να ισχύει σε κάθε περίπτωση. Ειδικά στην περίπτωση της κατάθλιψης, η νόσος μπορεί να προκληθεί μετά από ένα διάστημα ισχυρού σοκ ή μετά από χρόνια παραμέληση και κακοποίηση. Το αυτό ισχύει και για άλλες βλάβες, ως προς την παραμέληση και την κακοποίηση, κυρίως.
Ένας ακόμη μύθος αφορά στη επικινδυνότητα της βλάβης. Ως προς του άλλους. Δεν υπάρχει καμία σοβαρή έρευνα που να αποδεικνύει ότι η εγκληματικότητα έχει υψηλότερα ποσοστά στους ανθρώπους με ψυχικές βλάβης σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Ακόμη κι αν η διαταραχή μπορεί να αφαιρεί κάποιο φίλτρο σε σχέση με την έκφραση, ο κάθε άνθρωπος γίνεται ασθενής αντίστοιχα της προσωπικότητάς του. Κάποιοι είναι επιθετικοί προς τους άλλους, κάποιοι προς τον εαυτό τους.
Ο μεγαλύτερος μύθος για την ψυχική βλάβη, όμως, είναι πως «δημιουργήθηκε ως σημείο των καιρών». Πάντα υπήρχε, γιατί πάντα είχε ορμόνες το ανθρώπινο σώμα. Αν έχει αυξημένα ποσοστά στην εποχή μας, είναι επειδή έχει περισσότερες διαγνώσεις. Και ελπίζουμε στο μέλλον τα ποσοστά να είναι ακόμη μεγαλύτερα, υπό την έννοια πως οι διαγνώσεις θα αυξηθούν κι άλλο.
Μέχρι να μειωθούν δραματικά (τα ποσοστά), αν αποκτήσουμε κοινωνικό κράτος που ενδιαφέρεται για την ψυχική βλάβη, ενημέρωση και πετύχουμε το πολυπόθητο σπάσιμο της αλυσίδας του κοινωνικού στίγματος.
Η πανδημία, η αυτοθεράπευση και οι pop διαγνώσεις
Στα παραπλεύρως της πανδημίας ήταν και η άνοδος των ψυχικών βλαβών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, ήταν η προσπάθεια αυτοθεράπευσης.
Στα αστικά λύματα διαρκώς εντοπίζονταν αυξημένα ποσοστά βενζοδιαζεπινών (όπως είναι τα Xanax), οι οποίες αντιμετωπίζουν περιστασιακά μια κατάσταση πανικού ή άγχους, αλλά δεν θεραπεύουν απολύτως τίποτα από μόνες τους. Είναι συνδετικός κρίκος μιας θεραπείας, αν παίρνεις και τη φαρμακευτική αγωγή που αντιστοιχεί στην βλάβη. Εν ολίγοις, το άγχος ελέγχεται με βενζοδιαζεπίνη, αλλά η ψυχική βλάβη αντιμετωπίζεται με συνολική φαρμακευτική αγωγή.
Ταυτόχρονα, όμως, με τις βενζοδιαζεπίνες, οι οποίες είναι ένα συζητήσιμο περιστατικό αυτοφαρμάκευσης, στα αστικά λύματα αυξημένα ήταν και τα ποσοστά ναρκωτικών ουσιών. Σε ένα πολύ διευρυμένο ορισμό της αυτοφαρμάκευσης, εμπίπτουν στην κατηγορία.
Τα φάρμακα ρυθμίζουν ορμόνες. Η βασικότερη ορμόνη τους στρες είναι η κορτιζόλη, μαζί με την αδρεναλίνη και την ντοπαμίνη. Όταν η κορτιζόλη εκκρίνεται διαρκώς (στρες, άγχος, φόβος), το άτομο εθίζεται σε αυτήν. Συγκεκριμένες ναρκωτικές ουσίες, όπως η κοκαΐνη που έγινε πολύ περισσότερο δημοφιλής κατά την πανδημία, βοηθούν στην έκκριση κορτιζόλης, αδρεναλίνης και ντοπαμίνης.
Κι ενώ το ζητούμενο είναι να περιοριστεί η έκκριση των συγκεκριμένων ορμονών, η ενίσχυσή τους δρα παρηγορητικά για το άτομο που έχει εθιστεί σε αυτές. Είναι, με έναν τρόπο, αντιμετώπιση της ψυχικής βλάβης.
Χωρίς να μπαίνουν στο ίδιο ζύγι, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: η αυτοθεραπεία χωρίς ιατρική παρακολούθηση (σε περίπτωση που κριθεί απαραίτητη) και ψυχοθεραπεία, δεν κάνει απολύτως τίποτα.
Η πανδημία, όπως έδειξαν τα μετέπειτα στοιχεία, πυροδότησε ψυχικές βλάβες. Ταυτόχρονα, αντί να ενισχυθεί η ενθάρρυνση της αναζήτησης θεραπείας, ενισχύθηκε το στίγμα. Υπήρχε, φυσικά, ήδη, αλλά η ανάγκη των ανθρώπων να ψυχιατρικοποιούν περίπου άπαντα τα δυσάρεστα και να γνωματεύουν διαταραχές εκεί που δεν υπάρχουν, δε βοήθησε καθόλου την κατάσταση.
Το σπάσιμο της αλυσίδας του στίγματος
Υπάρχουν ακόμη και σήμερα ιδρύματα – κολαστήρια. Δεν πάνε καν πολλά χρόνια από την αποκάλυψη της κόλασης των ψυχικά πασχόντων στην Λέρο. Η διαρκής καταστολή των ασθενών, δεν είναι θεραπεία. Ούτε η παραμέληση, ούτε ο τρόμος. Κυρίως, όμως, θεραπεία δεν είναι η εγκατάλειψη από το περιβάλλον τους.
Δυστυχώς, σε ιδρύματα ή μη, το περιβάλλον των ασθενών εμπίπτει στο ρητό του Σαρτρ: η κόλαση είναι όντως οι άλλοι. Με μια δόση κυνισμού, ας που επιτραπεί η διαπίστωση. Η προηγούμενη γενιά μεγάλωσε παιδιά που νόμιζαν ότι η κατάθλιψη είναι μια «πολυτελής ασθένεια» για όσους δεν έχουν αληθινά προβλήματα. Οτιδήποτε άλλο ήταν στη σφαίρα της αοριστίας. Τα ίδια παιδιά είναι οι σημερινοί ενήλικες που καλούνται να σπάσουν την αλυσίδα του στίγματος. Και η γενιά που πρώτη φορά ψυχοθεραπεύεται τόσο πολύ!
Θυμάμαι τα σίριαλ της δεκαετίας του ’90, που οι πρωταγωνιστές πάθαιναν πανικό όταν ο ήρωας ή η ηρωίδα πήγαινε σε… ψυχολόγο. Είναι πολύ γλαφυρή η απεικόνιση και είναι και ειλικρινής. Αν έχετε περιπλανηθεί ποτέ σε ψυχιατρική μονάδα, οι επισκέπτες νομίζουν πως εισέρχονται σε κάποια φωλιά ενός κούκου και οι ασθενείς είναι αυτοί που πάντα μιλούν λιγότερο από όλους τους άλλου, από τους ασθενείς άλλων παθήσεων, για τη δική τους νόσο.
Πρέπει να αποδείξουν, κυρίως, ότι δεν είναι τρελοί -χωρίς εισαγωγικά. Τρελοί, άρα μη λειτουργικοί και επικίνδυνοι.
Το ακόμη δυστυχέστερο είναι πως μια απλή επίσκεψη σε ψυχολόγο ή ψυχοθεραπευτή έπρεπε να ξεκινήσει με μια καθησυχαστική διαπίστωση: δεν είναι γιατροί, δε σημαίνει ότι είμαστε άρρωστοι, δεν είμαστε τρελοί.
Εκτός, φυσικά, από τους ανθρώπους που έχουμε ψυχίατρο κι αυτό λειτουργεί πάντοτε εναντίον μας όταν αρθρώνουμε δημόσιο λόγο. Αλλά αυτό το στίγμα θα σπάσει πολύ αργότερα.
Τώρα είμαστε στο επίπεδο που μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε το πρόβλημα και δεχόμαστε την λογική της θεραπείας. Χωρίς να σημαίνει ότι αντιλαμβανόμαστε τι είναι ψυχική βλάβη, τι δεν είναι και αν ο πάσχων-ουσα μοιάζει με τον Τζακ Νίκολσον στην Λάμψη -δε μοιάζει, παρεμπιπτόντως.
Από το ψέμα της «πολυτελούς ευαισθησίας για όσους δεν έχουν αληθινά προβλήματα» που ακουγόταν ως τώρα, για πρώτη φορά η γενιά των 30άρηδων όντως ψυχαναλύεται. ‘Όμως, ταυτόχρονα με αυτήν την προσπάθεια, έχει αυξηθεί η στιγματοποίηση και τώρα ο δημόσιος λόγος παλεύει υπέρ της επικράτησης του στίγματος με όπλο την ιατρική ιδεολογία. Αυτές τις διαρκείς, χωρίς καμία απολύτως επιστημονική βάση, διαγνώσεις.
Από την άλλη, βέβαια, μπορεί να μην ισχύει τίποτε από τα παραπάνω. Ίσως αυτό το κείμενο να είναι απέραντα… τοξικό.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις