Οπτικά «παιχνίδια» και μυστήριο στο «Still Life» του Παπαϊωάννου
Με μια πέτρα στο χέρι και καθισμένος σε μια καρέκλα επί σκηνής, ατένιζε τον κόσμο που εισέρρεε στην αίθουσα. Ο σκοπός απροσδιόριστος, τα μάτια δεν αποκάλυπταν συναισθήματα και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου πριν καλά καλά ανοίξει η αυλαία ενέταξε τους θεατές σε ένα φιλοσοφικό – ποιητικό κλίμα. Η ενατένιση ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος […]
Με μια πέτρα στο χέρι και καθισμένος σε μια καρέκλα επί σκηνής, ατένιζε τον κόσμο που εισέρρεε στην αίθουσα. Ο σκοπός απροσδιόριστος, τα μάτια δεν αποκάλυπταν συναισθήματα και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου πριν καλά καλά ανοίξει η αυλαία ενέταξε τους θεατές σε ένα φιλοσοφικό – ποιητικό κλίμα. Η ενατένιση ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος επιδίωξη, και το «Still Life» ή αλλιώς «Νεκρή Φύση» άρχισε να ξεδιπλώνει το δικό του σύμπαν στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Με μια πέτρα στο χέρι και καθισμένος σε μια καρέκλα επί σκηνής, ατένιζε τον κόσμο που εισέρρεε στην αίθουσα. Ο σκοπός απροσδιόριστος, τα μάτια δεν αποκάλυπταν συναισθήματα και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου πριν καλά καλά ανοίξει η αυλαία ενέταξε τους θεατές σε ένα φιλοσοφικό – ποιητικό κλίμα. Η ενατένιση ήταν από την αρχή μέχρι το τέλος επιδίωξη, και το «Still Life» ή αλλιώς «Νεκρή Φύση» άρχισε να ξεδιπλώνει το δικό του σύμπαν στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Ένα σύμπαν όπου ο άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τη φύση, ενώ προσπαθεί να ενωθεί με την ελαφρότητα που τον περιέχει. Τα σώματα ισορροπούν και διασπώνται, δημιουργώντας οπτικές απάτες με στόχο να φωτίσουν σταδιακά τη σισύφεια αναζήτηση του ανθρώπου για νόημα.
Εφτά ερμηνευτές, ανάμεσά τους και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, δημιουργούν στο «Still Life» μια ατμόσφαιρα σκοτεινή και ποιητική, ενώ ενθρονίζουν τη διάθεση για προβληματισμό σε ένα γόνιμο, για συνειρμούς, έδαφος.
Βασισμένη κατά κύριο λόγο στις εικόνες και λιγότερο στην κίνηση, η παράσταση αναδεικνύει ένα συγκρουσιακό πεδίο ανάμεσα στον άνθρωπο και τα φυσικά υλικά που στο τέλος μετουσιώνεται σε αρμονική κάθαρση.
Ορεκτικό η διερεύνηση του ανθρώπινου και φυσικού κόσμου, κυρίως πιάτο ο προβληματισμός και επιδόρπιο η αρμονική συνύπαρξη.
Παρόλο που ο Παπαϊωάννου έχει δηλώσει σε παλαιότερες συνεντεύξεις του πως το πεδίο ερμηνειών και εξηγήσεων είναι ευρύ στις χορογραφίες του, θα μπορούσε να πει κανείς πως κοινός παρονομαστής των κινήσεων και των εικόνων ήταν οι δοκιμασίες από τις οποίες περνά ο άνθρωπος.
Ένας τείχος – αφρολέξ από τον οποίο έβγαιναν αλλά και έμπαιναν άνθρωποι, ήταν μια από τις σκηνές της παράστασης. Τα σώματα γίνονταν ένα και η αρμονία των κινήσεων ξεγελούσε. Η πάλη για επιβίωση και οι ανθρώπινες προσπάθειες ήταν σαν τους υπότιτλους της ζωντανής αυτής εικόνας.
Τα σώματα άλλαζαν συνεχώς μορφή, με τη γνωστή ρήση του Ηράκλειτου «τα πάνταρει» να δίνει για ακόμη μια φορά το παρών. Η πλαστικότητα στην κίνηση αλλά και το γυμνό στοιχείο με ερωτικές πινελιές, ήταν δύο ακόμη στοιχεία που έκαναν την εμφάνισή τους.
Όταν τα σώματα προσπαθούσαν να ισορροπήσουν το ένα πάνω στο άλλο, η έννοια της αλληλεγγύης εισερχόταν στο μυαλό του θεατή.
Ενδιαφέρον παρουσίαζε η ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη τη στιγμή που πάλευε με τα φυσικά φαινόμενα και δεν μπορούσε να ελέγξει την κίνησή του. Τόσο το βλέμμα όσο και το σώμα του φάνηκαν παραδομένα στην αυτοκρατορία της φύσης, αλλά άρτια ελεγχόμενα από τον ίδιο.
Όχι μόνο ο Άρης Σερβετάλης, αλλά και οι υπόλοιποι ερμηνευτές (Δρόσο Σκώτη, Μιχάλη Θεοφάνους, Αργύρη Πανταζάρα, Καλλιόπη Σίμου, Παυλίνα Ανδριοπούλου) ξεχώριζαν στη σκηνή για την ευλυγισία και την κίνησής τους.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα εικόνα που σχηματίστηκε πάνω από τη σκηνή ήταν η δημιουργία ενός ουρανού με τη μορφή στρώματος, που άλλαζε συνεχώς σχήμα. Οι ερμηνευτές παρατηρούσαν τις αλλαγές χωρίς να μπορούν να επέμβουν και να έρθουν σε ρήξη με τα φυσικά φαινόμενα.
Ένα, ίσως, μονότονο σημείο της παράστασης ήταν η σκηνή όπου οι ερμηνευτές τραβούσαν λουριά από το πάτωμα, θέλοντας, μάλλον, να απεικονίσουν τη μάχη τους ενάντια στα υλικά ή τη φύση. Μπορεί η απουσία της μουσικής να μην ενοχλούσε καθόλη τη διάρκεια της παράστασης, στο συγκεκριμένο σημείο, όμως, η μονοτονία και το εννοιολογικό, ίσως, αδιέξοδο έδωσαν το παρών.
Η αυλαία έπεσε με αισιοδοξία και αρμονία. Οι συντελεστές έστρωσαν το τραπέζι, κάθισαν να φάνε και εκτός από ιδιαιτερότητα, στην αίθουσα μύρισε και φρέσκια ντομάτα.
Ελισάβετ Σταμοπούλου
Στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έως 8 Ιουνίου & 18-22 Ιουνίου 2014
Εικαστική σύλληψη—σκηνοθεσία—κοστούμια—φωτισμοί: Δημήτρης Παπαϊωάννου Ηχητική σύνθεση: Γιώργος Πούλιος Το σκηνικό σχεδιάστηκε σε συνεργασία με τους: Δημήτρη Θεοδωρόπουλο—Σοφία Ντώνα Γλυπτική—ζωγραφική Νεκτάριος Διονυσάτος Τα κοστούμια σχεδιάστηκαν σε συνεργασία με τη Βασιλεία Ροζάνα
Παράλληλη Δράση – Πέμπτη 29 Μαϊου Συζήτηση μετά την παράσταση με το Δημήτρη Παπαϊωάννου. Συντονισμός: Χριστιάνα Γαλανοπούλου, ιστορικός τέχνης, καλλιτεχνική διευθύντρια του MIRfestival