Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025
weather-icon 21o
Πέτρος Μάρκαρης εφ’ όλης της ύλης

Πέτρος Μάρκαρης εφ’ όλης της ύλης

Δραματουργός, μυθιστοριογράφος και σεναριογράφος, ο Πέτρος Μάρκαρης, γεννήθηκε το 1937 στην Κωνσταντινούπολη από πατέρα Έλληνα και μάνα Αρμένισσα (Μαρκαριάν), έζησε τα γεγονότα της Πόλης εναντίον των Ρωμιών, το 1955, και σπούδασε οικονομικά στην Αυστρία. Στα ελληνικά γράμματα, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1965, με το θεατρικό έργο «Η ιστορία του Αλή Ρέτζο». Έκτοτε, κύλησε πολύ […]

Δραματουργός, μυθιστοριογράφος και σεναριογράφος, ο Πέτρος Μάρκαρης, γεννήθηκε το 1937 στην Κωνσταντινούπολη από πατέρα Έλληνα και μάνα Αρμένισσα (Μαρκαριάν), έζησε τα γεγονότα της Πόλης εναντίον των Ρωμιών, το 1955, και σπούδασε οικονομικά στην Αυστρία.
Στα ελληνικά γράμματα, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1965, με το θεατρικό έργο «Η ιστορία του Αλή Ρέτζο». Έκτοτε, κύλησε πολύ νερό στο λογοτεχνικό αυλάκι του Μάρκαρη, με μεταφράσεις του Μπρεχτ και του Γκέτε, συνεργασία με τον Αγγελόπουλο και τον Τονίνο Γκουέρα στο σενάριο της ταινίας «Η Αιωνιότητα και μια Μέρα», ώσπου το 1995, δημιουργεί έναν ήρωα, τον αστυνόμο Κώστα Χαρίτο, έναν μικροαστό που κινείται μ’ ένα σαραβαλάκι στην αθηναϊκή ζούγκλα, έχει σύζυγο που γκρινιάζει αλλά τα γεμιστά της είναι ‘σούπερ’, κόρη διανοούμενη, ‘άνεργη με ντοκτορά’, έχει αντικομμουνιστικό παρελθόν και λατρεία για τα λεξικά.
Με λίγα λόγια, είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, τον οποίο καταλήγουμε να συμπαθήσουμε, εκτός αν ανήκουμε στους διεφθαρμένους, στους ύποπτους για παράνομο πλουτισμό, στους διαπλεκόμενους που δεν διστάζουν να φυτέψουν σφαίρες και πτώματα στο διάβα τους.

Ο Χαρίτος, που «δεν είναι τόσο έξυπνος, όσο μεθοδικός και πεισματάρης, αναζητεί την αλήθεια μέχρι τελικής πτώσεως, χωρίς να υπολογίζει το τίμημα». Είναι ένας κατ’ εξοχήν αντιήρωας, που δεν έχει τίποτε κοινό με τους Αμερικανούς ντετέκτιβ ή τον Ηρακλή Πουαρό της Aγκαθα Κρίστι. Μοιάζει, ωστόσο, να είναι η συνέχεια του υπαστυνόμου Μπέκα, ήρωα του πατριάρχη της αστυνομικής νεοελληνικής λογοτεχνίας, Γιάννη Μαρή και πρωταγωνιστεί στο «Νυχτερινό δελτίο» (1995), στην «’μυνα Ζώνης» (1998), «Ο Τσε αυτοκτόνησε» (2003), «Βασικός μέτοχος» (2006) και «Παλιά, πολύ παλιά» (2008), καθώς και στο τελευταίο του μυθιστόρημα «Ληξιπρόθεσμα δάνεια», με το οποίο εγκαινιάζεται η τριλογία της Κρίσης, όλα από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 14 γλώσσες και κυκλοφορούν σε 20 χώρες, με ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία.
Περαιτέρω, τα αστυνομικά μυθιστορήματα του Μάρκαρη, ρεαλιστικά ως εκεί που δεν παίρνει, με σκοτεινό φόντο τη σύγχρονη Αθήνα, που εντέλει γίνεται η αληθινή πρωταγωνίστρια του έργου του, χρησιμοποιούν ως πρόσχημα, θα έλεγε κανείς, τον αστυνομικό γρίφο για να ανατάμουν με κοφτερό νυστέρι την κοινωνία μας. Μια κοινωνία, στην οποία κυριαρχεί η διαφθορά, η τηλεοπτική ανοησία, ο έκνομος πλουτισμός, το ξεπούλημα συνειδήσεων και ιδεολογιών, ο κόσμος των παρασκηνίων, αθλητικών και καλλιτεχνικών, οι νονοί, οι μπράβοι, τα ψώνια, όλοι τους άνθρωποι χωρίς ηθικό βάρος και υπόβαθρο, πλην μεστοί και τελειωμένοι ως λογοτεχνικοί χαρακτήρες, τους οποίους υποστηρίζει σφιχτή πλοκή και έμμεσος σαρκασμός.

Ο ήρωάς του είναι λοιπόν 1000% Νεοέλληνας, ζει στην Αθήνα, μια μητρόπολη του Νότου και προσπαθεί να βγάλει άκρη σε μια χώρα, σε μια κοινωνία μάλλον ανοργάνωτη, με λοξούς θεσμούς και μπόλικη σουρεαλιστική καθημερινότητα. Νότος εναντίον Βορρά, δηλαδή; Έχουν κοινή παράδοση στο αστυνομικό μυθιστόρημα οι λαοί της Μεσογείου; Καμιλέρι, Μονταλμπάν και Ιζό, εδραίωσαν κατά κάποιον τρόπο ένα κοινό ιδίωμα αστυνομικού μυθιστορήματος, με νοσταλγική μουσική υπόκρουση, πικάντικες γαστριμαργικές εφευρέσεις, σκληρούς και μελαγχολικούς άντρες, μυστηριώδεις και φλογερές γυναίκες, πόλεις με ιστορία που τις δροσίζει η θαλασσινή αύρα από τη Μεσόγειο, το σαγηνευτικό λίκνο και σταυροδρόμι πολλών σπουδαίων πολιτισμών, με υπόρρητη συγγένεια μεταξύ τους.

Το ΑΠΕ-ΜΠΕ συνάντησε τον Πέτρο Μάρκαρη και είχε μακρά συζήτηση μαζί του περί αστυνομικής λογοτεχνίας, αλλά και των σύγχρονων προβλημάτων που χρήζουν και αυτά κάθαρσης και λύσης. Πληθωρική προσωπικότητα με χειμαρρώδη λόγο, ο Πέτρος Μάρκαρης δενορρωδεί προ ουδενός, κυρίως όταν πρόκειται να εκφράσει τη γνώμη του για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση.
Μένει στην Κυψέλη, παρέα με τον Τζανάκο, έναν πανέμορφο γκρίζο γάτο, τον οποίο κουβάλησε σπίτι, μια μέρα, η κόρη του, η οποία όμως επέλεξε ως τόπο κατοικίας την Κωνσταντινούπολη.

Κύριε Μάρκαρη, ειλικρινά χαίρομαι και εκπλήσσομαι συνάμα που επιμένετε γενναία να ζείτε στο κέντρο της Αθήνας. Πώς κι έτσι;

Είμαι άνθρωπος του κέντρου, μου αρέσει η φασαρία, και ο θόρυβος της πόλης δεν μ’ ενοχλεί. Αντιθέτως, όταν γράφω, δεν θέλω να ακούω μουσική. Ξέρετε, έγραψα ένα βιβλίο στη Γερμανία, για την Αθήνα, που περιγράφει την πόλη μας μέσα από μια διαδρομή του ηλ εκτρικού από τον Πειραιά ως την Κηφισιά. Στο κομμάτι «Βικτώρια-Περισσός», περπάτησα πολύ και αντίκρισα πανέμορφες συνοικίες με υπέροχα σπίτια. Τώρα βέβαια, δεν πρέπει να αγνοούμε το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι σ’ αυτές τις περιοχές. Έχουμε γίνει στρατόπεδο μεταναστών της Ευρώπης, φέρουμε μεγάλη ευθύνη, αλλά δεν κάνουμε τίποτε. Εδώ, αφ’ ενός σημειώνω την εκπληκτική δυνατότητα ενσωμάτωσης των Αλβανών, που ήρθαν από μια χώρα χτισμένη μέσα σε τείχη απομόνωσης κι αντιμετώπισαν δεύτερη μοναξιά στην Ελλάδα, που φώναζε «Αλβανέ, Αλβανέ, δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ» και αφ’ ετέρου, βγάζω το καπέλο στους κακοπληρωμένους Έλληνες δασκάλους, που κατόρθωσαν με αίμα ψυχής να δώσουν την ελληνική γλώσσα στα Αλβανάκια.

Δηλαδή, η παιδεία είναι το ύψιστο αγαθό;

Μα και οι μετανάστες δεν στερούνται παιδείας. Να σας διηγηθώ μια ιστορία. Πριν τρία χρόνια, στη μεγάλη ζέστη, δεν μπορούσα να κοιμηθώ τη νύχτα κι όταν τελικά κατόρθωσα να κλείσω τα μάτια μου, ξύπνησα από έναν τρικούβερτο καυγά. Κάτω στο δρόμο, ήταν κάτι μαύροι και κυριολεκτικά, ούρλιαζαν. Έξαλλος, βγαίνω στο μπαλκόνι και τους φωνάζω να σωπάσουν. Πράγματι σιώπησαν για λίγα δευτερόλεπτα, και ύστερα ακούω μια βαθιά φωνή να μου λέει σε άπταιστα γαλλικά «Excusez-moi, monsieur!» (Με συγχωρείτε, κύριε!)
Εγώ, τη συνοικία μου την αγαπώ και δεν θα φύγω. Ξέρω, όμως, ότι στην Πλατεία Αμερικής, στα Κάτω Πατήσια, οι κάτοικοι έχουν τεράστια προβλήματα, αλλά ξέρετε, φταίμε κι εμείς, φέρουμε ευθύνη γιατί εγκαταλείψαμε τις γειτονιές μας. Φύγαμε για τα προάστια, με δήθεν λεφτά, δήθεν εκτός κέντρου.

Πού τα αποδίδετε όλα αυτά;

Υπάρχει τεράστιο πολιτιστικό-πολιτισμικό κενό. Μετά τη μεταπολίτευση, η κοινωνία έχασε σταδιακά τον συνεκτικό ιστό της, διαιρέθηκε σε «αγροτεμάχια» και οι πολίτες κατάντησαν φύλακες αγροτεμαχίων, όπως βλέπουμε τώρα να γίνεται στην Κερατέα. Κυριαρχεί η λογική της απόδοσης των ευθυνών στο Κράτος-Πατέρα. Η πολιτική του «δεν πληρώνω-δεν πληρώνω» παλιά εθεωρείτο από την Αριστερά μικροαστικός αναρχισμός και τώρα έχει αναχθεί σε στρατηγική.
Ακούστε, δύο είναι οι επιλογές: Η μεταπολίτευση έχει πεθάνει και ή θα της κάνουμε μια αξιοπρεπή κηδεία ή θα αφήσουμε άθαφτο το πτώμα και θα βρομίσει ο τόπος.

Μιλώντας για πτώματα, εσείς κύριε Μάρκαρη πώς επιλέξατε το αστυνομικό μυθιστόρημα για να εκφραστείτε λογοτεχνικά;

Κοιτάξτε, μετά το 1989, σημειώθηκε σταδιακή αποπολιτικοποίηση του μέσου Ευρωπαίου. Η Αριστερά έπαψε να μιλάει για το προλεταριάτο και οι συγγραφείς αντιλαμβάνονταν το έργο τους μέσα από την κριτική των γκρίζων ζωνών της δημοκρατίας. Με την πτώση του σοσιαλισμού, εμφανίζονται δύο φαινόμενα που επηρέασαν τους πολίτες: το οργανωμένο έγκλημα και το μαύρο χρήμα. Εκείνη την περίοδο, το αστυνομικό μυθιστόρημα πολιτικοποιείται έντονα. Ο Χένινγκ Μάνκελ, Σουηδός συνάδελφος, μου έλεγε πώς έχασε η χώρα του την αθωότητά της, με τη δολοφονία του Πάλμε και ο εξαιρετικός Μονταλμπάν μού έμαθε πώς να βάζω την πολιτική μέσα στην ιστορία μου.

Στην εκδήλωση, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, θα μιλήσετε για το »νουάρ» μυθιστόρημα στη Μεσόγειο. Ταυτίζεστε με τον όρο νουάρ;

Όχι, όχι, άλλο το ‘νουάρ’ κι άλλο το αστυνομικό μυθιστόρημα. Εγώ γράφω αστυνομικά μυθιστορήματα και θα μιλήσω για τη μαγειρική της Μεσογείου, που έγινε σιγά-σιγά κομμάτι αυτής της λογοτεχνίας. Η πόλη και οι γεύσεις είναι κομμάτι της σαγήνης της. Η Μασσαλία του Ιζό μυρίζει θάλασσα, η Βαρκελώνη του Μονταλμπάν είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κουζίνα της. Μάλιστα, ο Μανόλο, (Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν) όπως όλοι οι Βαρκελωνέζοι τον φώναζαν, ήταν εξαιρετικός μάγειρας κι όταν επρόκειτο να φύγει, γέμιζε το ψυγείο στο σπίτι του για να έχει η γυναίκα του να τρώει, αλλά αυτή προτιμούσε να τρώει έξω με φίλους κι όταν ο Μανόλο επέστρεφε κι έβρισκε το ψυγείο γεμάτο, ξεσπούσε μεγάλος καυγάς.
Είμαστε μια γενιά συγγραφέων του Νότου, όπου η μάνα ήταν κυρίαρχη στην κουζίνα, μας έμπαζε από νωρίς στο σύμπαν των γεύσεων, εξ ου και τα γεμιστά που αρέσουν τόσο στον Χαρίτο. Στο Βορρά, τι τα θέλετε, η χειραφέτηση της γυναίκας, έκανε καλό στην ίδια, αλλά κακό στην κουζίνα. Τι να σας πω, όταν διαβάζω για τις πίτσες και τα σάντουιτς στον Μάνκελ και τον Ράνκιν, τους λυπάμαι τους κακόμοιρους τους ντετέκτιβ τους. Ο Λουκαρέλι, αντιθέτως, που μεγάλωσε στην αριστερή «κόκκινη» Μπολόνια, ουδέποτε ασχολήθηκε με την κουζίνα.

Γνωρίζουμε ότι η συνταγή για ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα υπάρχει, τι είναι όμως αυτό που το απογειώνει και το νομιμοποιεί ως λογοτεχνία;

Υπάρχουν πράγματι, οι κανόνες του είδους στο αστυνομικό, αλλά υπάρχουν για να παραβιαστούν. Ακόμη κι ο Σιμενόν τους παραβίασε. Όταν οι συγγραφείς του αστυνομικού μυθιστορήματος αποφάσισαν να φύγουν από τον «γρίφο», που ζητάει τη λύση του, και να ανοιχθούν στην π όλη, καταγράφοντας την κοινωνία γύρω τους, τότε το αστυνομικό εγκατέλειψε το κομοδίνο και μπήκε στη Βιβλιοθήκη.

Ποιο θεωρείτε ως θεμέλιο της λογοτεχνίας σας;

Την αφήγηση σε Α’ πρόσωπο και σε ενεστώτα χρόνο. Το μυθιστόρημα είναι η αφήγηση.

Το 2008, κάνατε δραστική παρέμβαση για να σχολιάσετε τα γεγονότα του Δεκέμβρη, μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, και πρόσφατα, με άλλους τρεις συγγραφείς, στις εκδόσεις Ωκεανίδα («Υπό το Μηδέν»), σχολιάσατε τη σύγχρονη κοινωνία. Ποιος είναι ο ρόλος της λογοτεχνίας και των διανοουμένων σήμερα;

Έχουν υποχρέωση να παίρνουν θέση. Πολλοί άνθρωποι, που περνούν μέσα από την κόλαση της κρίσης χρειάζονται αυτήν την παρέμβαση ως αγκωνάρι, στήριγμα. Ξέρετε, αυτό που πολλοί καταλογίζουν στους διανοουμένους ως αδιαφορία, είναι πιθανότατα απελπισία. Σού κόβεται η μιλιά. Όμως, εγώ είμαι ένας άνθρωπος της Ψωροκώσταινας, άρα, παίρνω θέση. Παλιά, ο Καραντώνης, ένας δεξιός κριτικός, μιλούσε ευθέως, γιατί είχε άποψη και τον άκουγαν. Σήμερα, είναι δύσκολα τα πράγματα για όσους έχουν άποψη. Ο σημερινός πολίτης φοβάται να εκτεθεί. Όταν πήραμε θέση και εκτεθήκαμε, το 2008, μας είπαν ‘δεξιούς’. Δημιουργήσαμε ένα τέρας και το εκθρέψαμε στο όνομα των εργαζομένων και του κοινωνικού. Τώρα, κανείς δεν τολμάει να αγγίξει το σύστημα. Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι θα βουλιάξουμε.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΚΕΦΟΔΕ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025
Απόρρητο