Τα βλαστοκύτταρα δεν προάγουν τελικά την ανάρρωση από έμφραγμα
Σικάγο: Τα βλαστοκύτταρα τελικά δεν προάγουν την ανάρρωση των επιβιωσάντων εμφράγματος, σύμφωνα με μεγάλη γερμανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Medical Association.
Σικάγο: Τα βλαστοκύτταρα τελικά δεν προάγουν την ανάρρωση των επιβιωσάντων εμφράγματος, σύμφωνα με μεγάλη γερμανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Medical Association.
Τα εμφράγματα συνήθως προκαλούν μυϊκές και βλάβες στα αιμοφόρα αγγεία της καρδιάς, αποδυναμώνοντας τη λειτουργία του οργάνου. Επιστημονικές ομάδες πειραματίζονται με διάφορους τρόπους αποκατάστασης των βλαβών αυτών, περιλαμβανομένης και της χρήσης βλαστοκυττάρων.
Πειράματα σε ποντίκια έχουν δείξει ότι τα αρχέγονα βλαστοκύτταρα του ποντικού μπορούν μέσω της αιματικής ροής να προσεγγίσουν την τραυματισμένη καρδιά και συμβάλλουν στην αναγέννηση του καρδιακού ιστού.
Στους ανθρώπους, οι ειδικοί χρησιμοποιούν ειδικές ορμόνες, περιλαμβανομένου του παράγοντα διέγερσης αποικιών των κοκκιοκυττάρων (Granulocyte Colony Stimulating Factor G-CSF), για την ενίσχυση των επιπέδων των βλαστοκυττάρων εντός του οργανισμού του πάσχοντα. Οι ορμόνες αυτές λειτουργούν προάγοντας την παραγωγή των βλατοκυττάρων εντός του μυελού των οστών.
Αυτάταενήλικα βλαστοκύτταρα είναι λιγότερο ευέλικτα από τα εμβρυονικά βλαστοκύτταρα, αλλά ορισμένα μπορούν να ωριμάσουν και να εξελιχθούν σε καρδιακά κύτταρα.
Ερευνητική ομάδα του Γερμανικού Καρδιολογικού Κέντρου του Μονάχου με επικεφαλής την Δρ Ντίετλιντ Ζοχλνχόφερ αποφάσισε να διενεργήσει μια πιο εκτεταμένη μελέτη για τη θεραπεία με βλαστοκύτταρα ώστε να εκτιμήσει τα πιθανά οφέλη για τους επιβιώσαντες εμφράγματος.
Οι επιστήμονες έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 114 ασθενείς, 56 εκ των οποίων έλαβαν ενέσεις G-CSF ξεκινώντας πέντε ημέρες μετά την εκδήλωση του εμφράγματος.
Αυτό δεκαπλασίαζε τον αριθμό των βλαστοκυττάρων του ασθενή σε λιγότερο από μια εβδομάδα. Στη συνέχεια έγινε σύγκριση της προόδου των συγκεκριμένων ασθενών έναντι της ομάδας των 58 ασθενών που υπεβλήθησαν σε έγχυση φυσιολογικού ορού.
Οι επανεξετάσεις που έγιναν στους τέσσερις και έξι μήνες έδειξαν ότι και οι δυο ομάδες είχαν ελαφρά ανάρρωση της αριστερής κοιλιάς της καρδιάς, αλλά οι ασθενείς με ενισχυμένα επίπεδα βλαστοκυττάρων δεν παρουσίασαν μεγαλύτερη βελτίωση συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου.
Η Δρ Ζοχλνχόφερ εξηγεί ότι οι συμμετέχοντες και των δυο ομάδων είχαν 2% αύξηση της λειτουργίας της αριστερής κοιλίας της καρδιάς κατά μέσο όρο, δηλαδή καρδιακή λειτουργικότητα πολύ χαμηλότερη από τα φυσιολογικά, υγιή επίπεδα.