
Ελληνική γλώσσα: Δύο διαφορετικοί κόσμοι
Κάθε γλώσσα σε οποιαδήποτε συγχρονική στιγμή κουβαλά το γλωσσικό της παρελθόν
Πριν από 65 χρόνια, στις 3 Ιουλίου 1960, ημέρα Κυριακή, η εφημερίδα «Το Βήμα» γνωστοποίησε στους αναγνώστες της ότι είχε λάβει την απόφαση να καταργήσει τη χρήση της βαρείας και της υπογεγραμμένης στις στήλες της.
Με σχετικό άρθρο που είχε φιλοξενηθεί στην 3η σελίδα του φύλλου που είχε κυκλοφορήσει την 3η Ιουλίου 1960, «Το Βήμα» προέβαλε δύο βασικά επιχειρήματα προς αιτιολόγηση της απόφασης αυτής.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 3.7.1960, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Το πρώτο ήταν η ανάγκη απλούστευσης της γραμματικής της Ελληνικής, που σε κάθε περίπτωση επέρχεται μόνη της, χωρίς να χρειάζεται να ληφθούν ριζοσπαστικά μέτρα.
Το δεύτερο, ότι η βαρεία και η υπογεγραμμένη είχαν ατονήσει προ πολλού στην πράξη, κι επομένως η κατάργησή τους από τις στήλες της ιστορικής εφημερίδας του ΔΟΛ απλώς επισημοποιούσε μια κατάσταση που υφίστατο από καιρού και είχε προέλθει από φυσική εξέλιξη του γραπτού μας λόγου.
Υπενθυμίζεται ότι η μεν βαρεία ήταν τονικό σημάδι που σημειωνόταν μόνο στη λήγουσα αντί της οξείας όταν δεν ακολουθούσε σημείο στίξης ή εγκλιτική λέξη, η δε υπογεγραμμένη ήταν σημείο (σχήματος μικρού γιώτα) που έμπαινε παλαιότερα κάτω από τα α, η, ω και αντιστοιχούσε στο ι των καταχρηστικών διφθόγγων της αρχαίας ελληνικής (αι, ηι, ωι).
Οι εφημερίδες του ΔΟΛ, προπάντων «Το Βήμα», ανέκαθεν είχαν μια μεγάλη ευαισθησία για το ζήτημα της ελληνικής γλώσσας, γι’ αυτό και συχνά-πυκνά προέβαλλαν θέματα που αφορούσαν τη μακρότατη διαδρομή της, τον αστείρευτο πλούτο της, αλλά και τις οξύτατες αντιθέσεις στους κόλπους των εραστών της και των μελετητών της.
Σε αυτό το πλαίσιο, τρεις και πλέον δεκαετίες αργότερα, το 1993, στην ίδια εφημερίδα, δύο διακεκριμένοι φιλόλογοι και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, ο Δημήτρης Μαρωνίτης (ευρέως γνωστός ως Δ. Ν. Μαρωνίτης, 1929-2016), τότε καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο ΑΠΘ, και ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, τότε καθηγητής Γλωσσολογίας στο ΕΚΠΑ και πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, είχαν διασταυρώσει τα ξίφη τους για τη γλωσσική διδασκαλία και τα παρεπόμενά της, κατ’ ουσίαν δε για το περίφημο γλωσσικό ζήτημα/πρόβλημα.
Από την ιδιαίτερα έντονη και πολύ ενδιαφέρουσα λεκτική αντιπαράθεση των δύο διανοουμένων (είχε δημοσιευτεί στο φύλλο του «Βήματος» που είχε κυκλοφορήσει την Κυριακή 18 Απριλίου 1993), που είχε πραγματοποιηθεί υπό το συντονισμό του δημοσιογράφου Πέτρου Ευθυμίου, προέρχονται τα ακόλουθα αποσπάσματα:
Γ. Μπαμπινιώτης: […] Εκείνο το οποίο λέω ο ίδιος και γράφω —και είναι γνωστό ως θέση— είναι ότι υπάρχει ένα γλωσσικό πρόβλημα. Και ως πρόβλημα ορίζω την ποιότητα της χρήσης της σύγχρονης γλώσσας. Εκεί νομίζω ότι είναι το θέμα. […]
[…]
Δ. Μαρωνίτης: […] Αν υπάρχει λεξιπενία σήμερα, αν υπάρχει —είναι ατεκμηρίωτη κατά τη γνώμη μου και αναπόδεικτη—, αυτή είναι διάχυτη σε όλο τον ελληνικό χώρο, και σε όλους τους νεοέλληνες ομιλητές. Δεν βαρύνει ειδικώς τους μαθητές του Γυμνασίου. Πρέπει δε να σας πω ότι έχω κακή πείρα. Έχω ακούσει να διαπράττουν τα ίδια λάθη για τα οποία κατηγορούνται οι μαθητές του Γυμνασίου ή του Λυκείου, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι την ώρα της παράδοσης, κοινοβουλευτικοί ρήτορες την ώρα των αγορεύσεών τους, πρόεδροι του Αρείου Πάγου κατά την αγόρευση. Να θεωρούμε ότι διαπράττονται σημασιολογικά ή φωνητικά ή μορφολογικά ή άλλου τύπου λάθη, ειδικά από τους μαθητές, και ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός της αποκοπής τους από τον περίφημο ομφάλιο λώρο της καθαρεύουσας κατ’ ουσίαν και της αρχαίας, αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι απολύτως ανακριβές και, εν πάση περιπτώσει, εντελώς αυθαίρετο.

Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης
Γ. Μπαμπινιώτης: Δεν χρειάζεται να πω ότι υπάρχει μια πλήρης διαφωνία μ’ αυτά που λέει ο κ. Μαρωνίτης, ο οποίος στο σημείο αυτό βέβαια γλωσσολογεί και δεν κρατάει την απόσταση κλασικού φιλολόγου και γλωσσολόγου…
Δ. Μαρωνίτης: Εγώ μεν μπορεί να γλωσσολογώ, εσείς όμως, ως πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, όχι απλώς φιλολογείτε, αλλά υπερφιλολογείτε, διότι καλύπτετε και πάτε να καλύψετε, με το corpus κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και της λόγιας παράδοσης, υποτίθεται, τα γλωσσολογικά σας ζητούμενα. Επομένως, είμαστε τουλάχιστον πάτσι-πάτσι. Αν εγώ γλωσσολογώ, εσείς υπερφιλολογείτε και έχετε και τη διαχείριση της εξουσίας γι’ αυτή την υπερφιλολόγηση, την οποία επιχειρείτε…

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1993, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γ. Μπαμπινιώτης: Ο γλωσσολόγος δεν μπορεί να μη φιλολογεί, γιατί περνάει μέσα από τα κείμενα. Δεν μπορεί να διαφεύγει από τον κ. Μαρωνίτη αυτό που συμβαίνει γύρω του και το οποίο εγώ, με μια απλή δειγματοληπτική έρευνα, από τους φοιτητές μου που κάνουν ένα σεμινάριο για τη διδασκαλία της γλώσσας, διαπιστώνω. Μπήκανε στα σχολεία μερικοί από αυτούς και έκαναν ένα ερωτηματολόγιο για χρήση λέξεων από μαθητές στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο.
Πήραν λοιπόν λέξεις μέσα από το σχολικό βιβλίο, το βιβλίο της Νέας Ελληνικής, της Β’ και Γ’ Γυμνασίου, και ρωτούσαν λέξεις απ’ αυτές που υπάρχουν μέσα και υποτίθεται ότι τις έχουν διδαχθεί. Εκεί λοιπόν βγήκαν —και σκοπός μου δεν είναι να αποσπάσω γέλια, αλλά να πω το πρόβλημα— πράγματα όπως τα ακόλουθα. Λέει λοιπόν ότι «αυτό το παιδί είναι αυτοφυής, διότι ξέρει πολλά χωρίς να έχει πάει σχολείο». Σε απάντηση για το τι σημαίνει «αυτοφυής». Το «βιβλιοφάγος»: «Όσο περνάνε τα χρόνια, στη βιβλιοθήκη της Άννας μπαίνει ο βιβλιοφάγος και της τρώει τα βιβλία». Το «πρωτόλειο»: «Προσπερνώντας το γκρεμισμένο σπίτι, κατευθύνθηκε στο πρωτόλειο».
Αυτό δείχνει αυτό που δεν θέλουν να παραδεχθούν ορισμένοι συνάδελφοι, ότι υπάρχει ένα πρόβλημα λεξιλογικό, τεράστιο σήμερα. Νομίζω ότι το υλικό που ένας μαθητής έχει στα χέρια του και ο τρόπος που προσεγγίζει την ελληνική γλώσσα είναι ένας τρόπος καθαρά μνημονικός και παθητικός, και δεν έχει αυτή τη δημιουργικότητα που δίνει η διαχρονική διάσταση, η οποία ενυπάρχει στην ελληνική γλώσσα. Και εδώ θέλω να πω ότι και ο κ. Μαρωνίτης και άλλοι, ενώ είναι κατ’ εξοχήν αρμόδιοι, ξεχνούν ότι αυτή η φάση της ελληνικής γλώσσας δεν είναι υπόθεση είκοσι-τριάντα ετών, ότι μέσα στην ελληνική έχω επιβίωση και έχω αναβίωση, και ότι όλα αυτά αποτελούν γλωσσικούς μηχανισμούς, τους οποίους πρέπει κανείς και στη διδασκαλία να προσεγγίσει.

Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης
Δ. Μαρωνίτης: Πρώτον. Ελπίζω να συμφωνήσουμε, γλωσσολογικώς τουλάχιστον, με τον κ. Μπαμπινιώτη ότι σε οποιαδήποτε φάση και αν κάνει κανείς μια διατομή στην ελληνική γλώσσα, θα δει όλα τα στοιχεία που χρειάζεται σ’ αυτή τη χρονική στιγμή η γλώσσα από το παρελθόν, για να τα χρησιμοποιεί και να οργανώνει την ομιλία του ο ομιλητής. Αυτό σημαίνει πολύ απλά: η νεοελληνική γλώσσα σήμερα αποτελεί αναμφισβήτητα μόνη της ένα κάτοπτρο διαχρονίας. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανατρέχουμε σε βιβλία —και θα πω τι άλλο μπορούμε να κάνουμε— όπου θα επαναπροβάλλουμε αρχαία κείμενα ή λόγια κείμενα, με τη σκοπιμότητα να φανεί αυτή η διαχρονική, λεξιλογική κυρίως, όπως λέει ο κ. Μπαμπινιώτης, διαστρωμάτωση στην ελληνική γλώσσα. Υπάρχει από μόνη της.
Από κει και πέρα, είναι θέμα μελέτης της νεοελληνικής γλώσσας, αλλά της νεοελληνικής γλώσσας. Γιατί υπάρχει η αντίληψη ότι η νεοελληνική γλώσσα διδάσκεται έτσι στον αέρα. Η νεοελληνική γλώσσα έχει και αυτή τα λεξικά της. Ας κάνουν ένα ωραίο λεξικό, επιτέλους, για το σχολείο να μπορούν να ανατρέχουν και οι δάσκαλοι που δεν ξέρουν τις λέξεις που ανέφερε ο κ. Μπαμπινιώτης και οι μαθητές. Δεν τους αρέσει η Γραμματική του Τριανταφυλλίδη η σχολική; Ας κάνουν μια πληρέστερη Γραμματική τέτοια. Δεν τους αρέσει το Συντακτικό του Τζαρτζάνου; Ας κάνουν ένα πληρέστερο Συντακτικό του Τζαρτζάνου. Δεν τους αρέσει ότι δεν υπάρχει ενδεχομένως ένα εγχειρίδιο της ελληνικής γλώσσας από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι την σήμερον; Ας κάνουν ένα εγχειρίδιο της ιστορίας της ελληνικής γλώσσας, μέσα στο οποίο να υπάρχουν ορισμένα παραδείγματα.
Αντ’ αυτού τι γίνεται; Για να καλυφθεί —υποτίθεται— αυτό το κενό το γλωσσικό των μαθητών, τους λένε: δεν χρειάζονται τα λεξικά, αφήστε τα κατά μέρος. Δεν χρειάζονται οι Γραμματικές. Αφήστε τις κατά μέρος. Εμείς θα σας μάθουμε πού βρίσκεται το προοπτικό βάθος της ελληνικής γλώσσας μέσα από αυτό το βιβλίο (σ.σ. ο Μαρωνίτης αναφέρεται εδώ στο βιβλίο «Η ελληνική γλώσσα μέσα από αρχαία, βυζαντινά και λόγια κείμενα», που επρόκειτο να εισαχθεί από το επόμενο έτος, ως επίσημο σχολικό εγχειρίδιο, στην Α’ τάξη όλων των γυμνασίων της χώρας, μια απόφαση που είχε προκαλέσει την έντονη αντίδραση της ΟΛΜΕ αλλά και της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων). Εδώ η διαφωνία μας λοιπόν είναι απολύτως ριζική, και πιστεύω ότι πρόκειται και για μια εκτίμηση, που καιρός είναι να συνεννοηθούμε τι εννοούμε όταν λέμε στη συγχρονία της η νεοελληνική γλώσσα δεν περιέχει τα στοιχεία τα ωφέλιμα και τα απαραίτητα της διαχρονίας της. Κάθε γλώσσα σε οποιαδήποτε συγχρονική στιγμή κουβαλά το γλωσσικό της παρελθόν. Αυτό που της χρειάζεται για το παρόν και για το μέλλον.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 18.4.1993, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Γ. Μπαμπινιώτης: Και κάθε γλώσσα, για να γίνει κατανοητή, αν έχει μια χρονική διάσταση, χρειάζεται και μια γνώση και στην άλλη διάσταση της γλώσσας, που είναι η διαχρονική. Και ρωτώ τον κ. Μαρωνίτη. Όταν το παιδί ακούει «τα έμβια όντα»…
Δ. Μαρωνίτης: Αν δεν τα ξέρει, πηγαίνει στο λεξικό και βλέπει τι θα πει η λέξη «έμβιος».
Γ. Μπαμπινιώτης: Αυτό είναι μια διαδικασία, μνημονική τη λέμε εμείς, και δεν έχει καμία σχέση με την παραγωγική διαδικασία. Το θέμα είναι να ξέρει τι είναι το «εν» και το «βίος», για να καταλάβει το «έμβιος». […]
- Δύο συνταγές για χορταστικές σαλάτες
- Αρχίζει η μητέρα όλων των μαχών της ΕΕ – Τι διακυβεύεται στο νέο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό;
- Ιράν: Διορία μέχρι τον Αύγουστο δίνουν ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της για να υπάρξει συμφωνία για τα πυρηνικά
- Καιρός: 38αρια μέχρι την Κυριακή και μετά ξεκινά κύμα καύσωνα
- Καναδάς: Μήνυμα για «αεροπειρατεία» σε μικρό αεροσκάφος – Παρέλυσε για λίγο το αεροδρόμιο του Βανκούβερ
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις