Ένας ακόμη διανοητής του 5ου αιώνα π.Χ. που επεξεργάστηκε στοιχεία της ιωνικής φυσικής φιλοσοφίας ήταν ο Διογένης, που καταγόταν από την Απολλωνία της Κρήτης ή της Φρυγίας.
Και αυτός παραδέχεται καθ’ ολοκληρίαν τις απόψεις των Μιλησίων για μιαν ενιαία αρχική ύλη.
Ο Διογένης, συνεχίζοντας τη διδασκαλία του Αναξιμένη, πρεσβεύει ότι η βασική ύλη είναι κυρίως ο αέρας.
Παράλληλα, όμως, κληρονομεί και καλλιεργεί την αντίληψη του Αναξαγόρα ότι στη διαμόρφωση και τη διατήρηση του κόσμου επενεργεί μια πνευματική δύναμη.
Ο ίδιος πιστεύει ότι τα φαινόμενα που παρουσιάζονται στον κόσμο, όπως οι εποχές του έτους, η μέρα και η νύχτα, ο άνεμος και το ηλιακό φως, βρίσκονται κάτω από το νόμο.
Όμως, για να είναι σε θέση να ορίζει και να επιτηρεί κάποιος τα φαινόμενα αυτά, χρειάζεται μια πνευματική δύναμη, η νόησις, που ο Διογένης την ταυτίζει με τον αέρα.
Έτσι, η κατά τον Διογένη αρχική ύλη αποκτά ύψιστη πνευματική σοβαρότητα, ονομάζεται θεός και εξυμνείται με τρόπο που ανακαλεί στη μνήμη μας τον Νουν του Αναξαγόρα.
Η σπουδαιότητα του Διογένη ως φιλοσόφου έγκειται στην τελεολογική σύλληψη του κόσμου: το θεϊκό πνεύμα που κυβερνά τον κόσμο φανερώνεται με την πληρότητα της τάξης που επιτυγχάνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο.
Ο Διογένης, που κατά πάσαν πιθανότητα έζησε και δίδαξε επί μακρόν στην Αθήνα, έγινε γνωστός όχι μόνο για τις φιλοσοφικές θεωρίες του αλλά και για τις μελέτες του επί ιατρικών ζητημάτων.
*Στη φωτογραφία του παρόντος άρθρου, εξώφυλλο γαλλικής έκδοσης του 1956 (συγγραφέας: Jean Zafiropulo, εκδόσεις: Les Belles Lettres, Collection d’Études Anciennes).