Να τεθούν υπό δημόσιο έλεγχο οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ
Την άμεση τροποποίηση του σχετικού νόμου για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καθώς επίσης και της πρόσφατης Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου, ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ώστε, μεταξύ άλλων οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες να τεθούν άμεσα υπό δημόσιο έλεγχο και να αναλάβουν δεσμεύσεις για διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά, διευκόλυνση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών και διατήρηση του αριθμού των εργαζομένων στον κλάδο.
Την άμεση τροποποίηση του σχετικού νόμου για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καθώς επίσης και της πρόσφατης Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου, ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς κατηγορεί την κυβέρνηση ότι την ίδια ώρα που «ψηφίζει απίστευτης σκληρότητας μέτρα λιτότητας για το λαό, χαρίζει στους τραπεζίτες τις ενισχύσεις για την ανακεφαλαιοποίηση».
Σε ανακοίνωση του Τμήματος Οικονομικής του ΣΥΡΙΖΑ την Τρίτη αναφέρεται ότι η τροποποίηση πρέπει να γίνει προς την κατεύθυνση:
1. Οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες να τεθούν άμεσα υπό δημόσιο έλεγχο και, επειδή η ανακεφαλαιοποίησή τους γίνεται μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που έχει ανεξαρτησία και αυτοτέλεια, να γίνει η ανάλογη τροποποίηση του σχετικού νόμου για να τεθεί υπό τον έλεγχο επιτροπής της Βουλής.
2. Οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες να αναλάβουν την κάλυψη τουλάχιστον των τόκων του δανείου του Ελληνικού Δημοσίου, που αντιστοιχούν στο ποσό της ανακεφαλαιοποίησής τους.
3. Η ελάχιστη συμμετοχή 10% στις ΑΜΚ των τραπεζών να καταβάλλεται σε μετρητά από τους βασικούς μετόχους και η έκδοση μετατρέψιμων ομολογιών να γίνει μετά τις αυξήσεις.
4. Να αναλάβουν δεσμεύσεις οι ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες για:
· διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά,
· διευκόλυνση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών,
· διατήρηση του αριθμού των εργαζομένων στον χρηματοπιστωτικό κλάδο χωρίς απολύσεις, με αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού με στόχο την μεγαλύτερη συμβολή τους στην ανάπτυξη της χώρας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «κάνει στους τραπεζίτες δώρο τις ενισχύσεις της κεφαλαιακής επάρκειας των προβληματικών τραπεζών τους με την μικρότερη δυνατή δική τους επιβάρυνση».
Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, γιατί:
«Χαρίζουν ουσιαστικά τις ενισχύσεις της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών αφού δεν θέτουν κανένα περιορισμό και έλεγχο στις Διοικήσεις εκτός από τον υποτυπώδη, που προβλέπεται από τον ν. 3864, όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα.
§ Δίνουν ευχέρειες στους τραπεζίτες να διατηρήσουν το management των τραπεζών τους για 5 χρόνια με τον όρο να έχουν ελάχιστη συμμετοχή 10 % στις αυξήσεις του μετοχικού τους κεφαλαίου (ΑΜΚ). Αλλά και αυτή η συμμετοχή μπορεί να μειωθεί ακόμη περισσότερο, αφού τους δίνεται η δυνατότητα έκδοσης μετατρέψιμων ομολογιών (η κάλυψη της έκδοσης θα γίνει αποκλειστικά από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας [ΤΧΣ]), πριν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Δηλαδή παρέχεται δυνατότητα δημιουργίας πρώτα κεφαλαίου και μετά να γίνουν οι ΑΜΚ, έτσι ώστε να μειωθούν οι υποχρεώσεις τους σε καταβολή μετρητών.
§ Επιτρέπουν στους τραπεζίτες να διαχειρίζονται τα κεφάλαια που θα τους διατεθούν μέσω ΤΧΣ με χρέωση του Ελληνικού Δημοσίου χωρίς κανένα έλεγχο για 5 χρόνια και μόνο αν δεν μπορέσουν να επανακτήσουν τις μετοχές τους στο χρονικό διάστημα αυτό θα χάσουν το έλεγχο των τραπεζών. Αν στην 5ετία δεν εξελιχθεί ευνοϊκά η κατάσταση για τις τράπεζες ο μεγάλος χαμένος θα είναι το Ελληνικό Δημόσιο, που θα βρεθεί να κατέχει κοινές μετοχές χωρίς καμιά αξία. Δηλαδή το «dilution» θα είναι αποκλειστικά σε βάρος του ΤΧΣ, που θα είναι ο κάτοχος των κοινών μετοχών.
§ Δίνουν τη δυνατότητα στις τράπεζες να μην καταβάλλουν τα ποσά των τόκων για τις μετατρέψιμες ομολογίες σε μετρητά, αλλά σε είδος, μέσω της έκδοσης νέων κοινών μετοχών του πιστωτικού ιδρύματος, με αποτέλεσμα να μειώνονται τα έσοδα του ΤΧΣ από την κάλυψη της έκδοσης των μετατρέψιμων ομολογιών.
§ Διευκολύνουν τους τραπεζίτες στον έλεγχο της λειτουργίας των τραπεζών, που αυτή τη στιγμή δεν έχουν κεφαλαιακή επάρκεια με την ανάληψη από το ΤΧΣ του ρόλου του εγγυητή κάλυψης των ΑΜΚ, αποκτώντας τυχόν αδιάθετες μετοχές. Δηλαδή το ΤΧΣ θα εκδώσει επιστολές δέσμευσης, με τις οποίες θα δηλώνει ότι θα καλύψει μέχρι και 100 % τις αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων τους.»