Οστική αποδυνάμωση παρουσιάσουν οι ασθενείς μετά από χειρουργική απώλεια βάρους
Νέα Υόρκη: Οι ασθενείς χάνουν οστική πυκνότητα μετά από χειρουργική επέμβαση απώλειας βάρους και όσο περισσότερα κιλά χάνουν τόσο μεγαλύτερη και η οστική αποδυνάμωση, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.
Νέα Υόρκη: Οι ασθενείς χάνουν οστική πυκνότητα μετά από χειρουργική επέμβαση απώλειας βάρους και όσο περισσότερα κιλά χάνουν τόσο μεγαλύτερη και η οστική αποδυνάμωση, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Clinical Endocrinology and Metabolism.
Ενώ η επίδραση της απώλειας οστικής πυκνότητας στον μελλοντικό κίνδυνο κατάγματος δεν είναι πλήρως ξεκάθαρη, επί του παρόντος ο μεγάλος βαθμός εγρήγορσης για τις διατροφικές ανεπάρκειες και την οστική απώλεια των ασθενών πριν και μετά την βαριατρική επέμβαση κρίνεται σημαντικός και αναγκαίος.
Ο Δρ Σόννι Σιλβερμπεργκ και οι συνεργάτες του στο Κολέγιο Ιατρικής και Χειρουργικής του Πανεπιστημίου της Κολούμπια εξηγούν ότι μετά την υποβολή του ασθενή σε βαριατρική επέμβαση, υπάρχει μικρότερη διαθέσιμη εντερική περιοχή για την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών από τις τροφές που καταναλώνει. Όσο και περισσότερα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι η χειρουργική απώλεια βάρους συντελεί σε εξασθένηση των οστών και του μεταβολισμού.
Διερευνώντας περαιτέρω το ζήτημα, οι επιστήμονες έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 23 άνδρες και γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε γαστρική παράκαμψη με την τεχνική Rou-en-Y, την δημοφιλέστερη τεχνική απώλειας βάρους. Η μέθοδος περιλαμβάνει την παράκαμψη του δωδεκαδακτύλου, το τμήμα δηλαδή του λεπτού εντέρου που ενώνεται με το στομάχι, βασικό σημείο απορρόφησης του ασβεστίου για τον οργανισμό.
Πριν την επέμβαση οι ασθενείς είχαν κατώτερα από τα άριστα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, αν και η λήψη θρεπτικών συστατικών ήταν σχετικά υψηλή.
Μετά την επέμβαση, διπλασιάστηκε η πρόσληψη ασβεστίου και κατανάλωναν δυόμιση φορές περισσότερη βιταμίνη D, αλλά τα επίπεδα της βιταμίνης παρέμεναν χαμηλά και το ασβέστιο επίσης είχε μειωθεί στο αίμα τους.
Σημάδια κακής απορρόφησης ασβεστίου άρχισαν να είναι εμφανή τρεις μήνες μετά την επέμβαση. Οι συγκεντρώσεις της παραθυρεοειδικής ορμόνης, που καλλιεργεί την έκκριση του ασβεστίου από τα οστά, ήταν σε φυσιολογικά πλαίσια πριν την επέμβαση, και αυξήθηκαν μετά.
Εντός ενός έτους από την επέμβαση, οι ασθενείς είχαν χάσει κατά μέσο όρο 45 κιλά. Σε αυτό το σημείο, η πυκνότητα του ανώτερου τμήματος του μηριαίου οστού είχε πέσει κατά 9,2% και του ισχίου κατά 8%. Αλλά οι περισσότεροι ασθενείς δεν είχαν παρουσιάσει μείωση της οστικής πυκνότητας στην μέση ή το αντιβράχιο.
Ο βαθμός της οστικής απώλειας σχετιζόταν άμεσα με το πόσο βάρος είχε χάσει κάθε ασθενής. Αυτό συνέβαινε επειδή τα οστά δεν είχαν πλέον να σηκώσουν μεγάλο βάρος και η άρση του βάρους είναι σημείο-κλειδί για την διατήρηση και απόκτηση της οστική δύναμης. Επίσης η αυξημένη έκκριση παραθυρεοειδικής ορμόνης μπορεί να είναι ένας παράγοντας.