Γονιδιακοί παράγοντες επηρέαζουν τον κίνδυνο οστεοπόρωσης
Θεσσαλονίκη: Ο πιο επιβαρυντικός παράγοντας της οστεοπόρωσης είναι η εμμηνόπαυση, γι' αυτό και θεωρείται κυρίως γυναικεία πάθηση. Τελευταία όμως ανακαλύπτονται συνεχώς νέα ελαττωματικά γονίδια ως υπεύθυνα για την πρόκληση της οστεοπόρωσης.
Θεσσαλονίκη: Ο πιο επιβαρυντικός παράγοντας της οστεοπόρωσης είναι η εμμηνόπαυση, γι’ αυτό και θεωρείται κυρίως γυναικεία πάθηση. Τελευταία όμως ανακαλύπτονται συνεχώς νέα ελαττωματικά γονίδια ως υπεύθυνα για την πρόκληση της οστεοπόρωσης.
Πρόκειται για γονίδια που κληροδοτούνται ή που δημιουργούνται λόγω μετάλλαξης των γονιδίων που έχουμε ήδη κληρονομήσει. Η ύπαρξη των ελαττωματικών αυτών γονιδίων, μπορεί να μην προκαλεί συμπτώματα οστεοπόρωσης ή αντίθετα, όταν συνδυάζεται με άλλους παράγοντες κινδύνου, να οδηγεί στην εμφάνιση πολλών οστεοπορωτικών καταγμάτων και σε βαριά παραμόρφωση του σκελετού. Όταν εντοπίζονται τέτοια γονίδια, θα πρέπει όχι μόνο ο θεράπων γιατρός να επαγρυπνεί, αλλά να λαμβάνεται και η κατάλληλη πρόληψη.
Τα παραπάνω αναφέρει ο πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Οστεοπόρωσης Γεώργιος Λυρίτης, αναπληρωτής καθηγητής Ορθοπαιδικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με την ευκαιρία του 10ου Διεθνούς Σεμιναρίου του ΕΛ.Ι.ΟΣ., οι εργασίες του οποίου αρχίζουν την Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη και θα συνεχιστούν έως την Κυριακή 11 Δεκεμβρίου.
Τα ελαττωματικά γονίδια που σχετίζονται με την οστεοπόρωση, σύμφωνα με τον κ. Λυρίτη, που είναι και διευθυντής του Εργαστηρίου Μελέτης Παθήσεων του Μυοσκελετικού Συστήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίζονται σε 4τέσσερις ομάδες:
Στην πρώτη ανήκει κυρίως το γονίδιο του υποδοχέα της βιταμίνης D, του οποίου η ελαττωματική σύνθεση οδηγεί σε κακή απορρόφηση του ασβεστίου και επηρεάζει την ασβέστωση των οστών.
Στη δεύτερη ανήκουν αυτά, που έχουν σχέση με τη δράση των ορμονών (οιστρογόνων, τεστοστερόνης κ.ά.) στα οστά.
Στην τρίτη ανήκουν τα γονίδια εκείνα που σχετίζονται με την παραγωγή και τη δράση των κυττάρων, που καταστρέφουν τα οστά, δηλαδή των οστεοκλαστών. Τέτοια είναι τα ελαττωματικά γονίδια των υποδοχέων της καλσιτονίνης και της οστεοπροτογερίνης.
Στην τέταρτη ομάδα ανήκουν αυτά που σχετίζονται με τη σύνθεση του κολλαγόνου των οστών.
Βαριές διαταραχές των γονιδίων αυτών προκαλούν σοβαρά προβλήματα οστεοπενίας ακόμη και στην παιδική ηλικία.
Τα παραπάνω ελαττωματικά γονίδια εξακριβώνονται με ειδικά γενετικά τεστ που γίνονται σε αρκετά ελληνικά νοσοκομεία και σε μεγάλα ιδιωτικά μαιευτήρια.