Δίαιτα λίγων θερμίδων κατά των πολυκυστικών ωοθηκών
Νέα Υόρκη: Η δίαιτα χαμηλών θερμίδων αποτελεί αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών στις παχύσαρκες γυναίκες, σύμφωνα με άρθρο του επιστημονικού εντύπου Fertility and Sterility.
Νέα Υόρκη: Η δίαιτα χαμηλών θερμίδων αποτελεί αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών στις παχύσαρκες γυναίκες, σύμφωνα με άρθρο του επιστημονικού εντύπου Fertility and Sterility.
Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών αποτελεί ένα φαινόμενο κατά το οποίο διαταράσσεται η ισορροπία των ορμονών που ρυθμίζουν την ωορρηξία. Ορμόνες όπως τα οιστρογόνα, η τεστοστερόνη και η ωχρινοποιητική ορμόνη (LH) παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, τα ωοθυλάκια δεν ωριμάζουν, δεν συμβαίνει ωοθυλακιορρηξία (ή συμβαίνει σπάνια) και οι ωοθήκες διογκώνονται και γεμίζουν με πολλές μικρές κύστες.
Ομάδα ερευνητών από το Κολέγιο Ιατρικής της Πενσιλβάνια με επικεφαλής τον Δρ Ρίτζαρντ Σ. Λέγκρο, ωστόσο, αναφέρουν πως η υιοθέτηση μιας δίαιτας, βασισμένης στην κατανάλωση τροφών με λίγες θερμίδες μπορεί να προσφέρει πολύτιμη βοήθεια όσον αφορά την αντιμετώπιση των ανωμαλιών του μεταβολισμού και τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη.
Οι επιστήμονες χώρισαν 35 παχύσαρκες πάσχουσες από το σύνδρομο σε δύο ομάδες και τις έθεσαν, αντίστοιχα, είτε σε δίαιτα με υψηλές πρωτεΐνες για τέσσερις εβδομάδες, είτε με υψηλά ποσοστά υδατανθράκων για περίπου ένα μήνα.
Η περιεκτικότητα των τροφών σε λίπος και για τις δύο ομάδες δεν ξεπέρασε το 30%, ενώ το όριο των προσλαμβανόμενων θερμίδων για το σύνολο των γυναικών τέθηκε στις 1.000 θερμίδες ημερησίως.
Από το σύνολο των γυναικών, μόνο οι 26 ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα, παρά το γεγονός ότι όλες έχασαν αρκετό βάρος. Ο μέσος όρος του απωλεσθέντος βάρους για τις γυναίκες της πρώτης ομάδας ήταν τα 3,7 κιλά, ενώ για τα μέλη της δεύτερης ομάδας τα 4,4 κιλά.
Η δίαιτα βελτίωσε επίσης σημαντικά τις αναπαραγωγικές και μεταβολικές ανωμαλίες του συνόλου των γυναικών, καθώς και τα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης του οργανισμού τους, ενώ ελάττωσε τα ποσοστά των ανδρικών ορμονών.
Οι ερευνητές υπογράμμισαν την ανάγκη διεξαγωγής περαιτέρω μελέτης, προκειμένου να αντληθούν πιο ασφαλή συμπεράσματα.