Κουβέντα να γίνεται, αποτέλεσμα μηδέν
Αυτό που καθιστά τόσο νωθρό τον πολιτικό διάλογο της αντιπολίτευσης, είναι ότι οι ουσιαστικές αντιπροτάσεις είναι εξ ορισμού αδύνατον να υλοποιηθούν
- Κυβέρνηση για εκλογές ΠΑΣΟΚ: Χαιρετίζουμε τη συμμετοχή, δεν δικαίωσε τους πιο αισιόδοξους – Τι λέει για τις απουσίες Σαμαρά και Καραμανλή
- Πού ξοδεύουν τα χρήματά τους οι πλούσιοι και πού οι φτωχοί - Οι ανισότητες στην κατανάλωση
- Κατρακυλάει ο «Παγκόσμιος Δείκτης Ειρήνης» - Πού βρίσκεται η Ελλάδα
- Τέσσερα χρόνια από την απόφαση που έκρινε την Χρυσή Αυγή εγκληματική οργάνωση
Όλοι ξέρουν ποια είναι τα προβλήματα της χώρας και ότι η ζημιά που προκαλεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι εν πολλοίς ανεπανόρθωτη. Όλοι ξέρουν ότι σε λίγο καιρό όλη η χώρα θα έχει κοπεί σε φιλέτα και θα έχει πουλήθει, τα πλεονεκτήματα μιας οικονομίας βασισμένης στη μικρομεσαία επιχείρηση και την ιδιοκτησία (με τα καλά και τα κακά τους) θα έχουν πλέον εκλείψει, ότι η μοιρασιά του Ταμείου Ανάκαμψης μαζί με την εισροή ξένου χρήματος αποκλειστικά και μόνο στην αγορά ακινήτων (που μόνο αναίσχυντα θα μπορούσε να διαφημίσει κάποιος ως “ξένες επενδύσεις”) θα έχει γιγαντώσει και παγιώσει τις ανισότητες και ότι ο επόμενος υφεσιακός κύκλος που αναπόφευκτα θα έρθει κάποια στιγμή, θα ρημάξει την κοινωνία σε βαθμό που θα κάνει το Μνημόνιο να μοιάζει ανώδυνο.
Όλοι επίσης ξέρουν τι θα χρειαζόταν για να σταματήσει αυτή η κατρακύλα. Μια πολιτική απόφαση που θα έβαζε φρένο στο γρήγορο, εύκολο, καταστροφικό και εφήμερο χρήμα του τουρισμού και του real estate, αναζητώντας στη θέση τους κλάδους και προοπτικές -στον πληθυντικό- με μεγαλύτερη βιωσιμότητα. Επίσης, μια πολιτική απόφαση περιορισμού και εξομάλυνσης των ανισοτήτων που δεν θα επέτρεπε αυτό το ανελέητο σερί κερδοσκοπικών επεισοδίων που έχουμε αντιμετωπίσει τα τελευταία χρόνια. Κοινώς, μια πολιτική απόφαση για ένα κράτος που θα λειτουργούσε ταυτόχρονα ως κεντρικός σχεδιαστής, ισχυρός ρυθμιστής και κραταιός παίκτης απέναντι στις ορέξεις της αγοράς.
Κι όταν λέμε ότι το ξέρουν όλοι, το εννοούμε. Μπορεί να το λένε βρίζοντας ο ένας στον άλλον στον ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί με αυτή την επίπλαστη ευγένεια που υιοθετήθηκε για να κρύψει τα αγεφύρωτα ρήγματα στο ΠΑΣΟΚ, ίσως με τις φλέβες που τσιτώνονται όταν σκανδαλολογεί ο Βελόπουλος στο βήμα της Βουλής και τα τηλεπαράθυρα, ακόμα και με τις καταγγελίες για προδοσία των αξιών της παράταξης με τις οποίες αναδύονται μια στο τόσο οι εκάστοτε αντάρτες της Νέας Δημοκρατίας· η ουσία παραμένει η ίδια: κάπου σε μια αποστροφή του λόγου τους, ζητείται ένα κράτος που θα έκανε κάτι άλλο, πιο δυναμικό, από αυτό που κάνει.
Για να διορθωθούν οι τιμές του ρεύματος, ζητούν μια ισχυρή κρατική ΔΕΗ. Για την Υγεία, ένα ισχυρό κι ακλόνητο δημόσιο σύστημα με εξίσου -ή ίσως και περισσότερο- ισχυρά ασφαλιστικά ταμεία να το πλαισιώνουν. Μια κρατική τράπεζα που ίσως και να είχε μπορέσει να συγκρατήσει εν μέρει την εγκληματική αρπαχτή των τελευταίων δεκατεσσάρων ετών. Κρατικά τρένα, κρατικές αερογραμμές κι αεροδρόμια, κρατικές ακτοπλοϊκές και λιμάνια, κρατικές τηλεπικοινωνίες, κρατικές επιχειρήσεις που δεν θα απειλούνται με υποβάθμιση προκειμένου να επέλθει κοψοχρονιά η ιδιωτικοποίησή τους. Τη δαμόκλειο σπάθη της κρατικοποίησης απέναντι σε όσους καταχρώνται τη θέση τους στην αγορά. Κοινωνική κατοικία, δημόσια παιδεία, πρόνοια, ουσιαστική υποστήριξη των ευάλωτων, προστασία της εργασίας, ελεγκτικές αρχές με ουσιαστικές αρμοδιότητες και πολιτική εντολή να δράσουν.
Με λίγα λόγια, ένα κράτος που θα είχε ολόκληρους τομείς που θα απαγορευόταν να αγγίξει η αγορά και ταυτόχρονα κρατικούς πυλώνες που θα έθεταν τους όρους και -το σημαντικότερο- τα όρια του ανταγωνισμού.
Όλοι το ξέρουν αυτό, αλλά το λένε μόνο δειλά-δειλά. Γιατί όλοι ξέρουν ότι αυτές ακριβώς οι λύσεις είναι που απαγορεύεται να εφαρμοστούν μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Άλλωστε, όλες αυτές οι αντιπολιτευτικές προτάσεις κάποτε αποτελούσαν μια πραγματικότητα που αποσυντέθηκε μέσα από το ευρωενωσιακό πλαίσιο. Η δημόσια ΔΕΗ ρημαζόταν για σχεδόν είκοσι χρόνια με ευρωπαϊκές αποφάσεις για τη «δεσπόζουσα θέση» της στην αγορά, ενώ ο ΟΣΕ επέφερε τερατώδη πρόστιμα στο ελληνικό κράτος από τις Βρυξέλλες όσο παρέμενε ενιαίος και στην κυριαρχία του κράτους. Τα δε Μνημόνια δεν ήταν παρά η απελευθέρωση της δυνατότητας γερμανικών, ιταλικών και άλλων κεφαλαίων να αγοράσουν ανεμπόδιστα, με μεγάλα περιθώρια κέρδους και μηδενικές υποχρεώσεις, τις βασικότερες και πιο επικερδείς κρατικές υποδομές της χώρας, εγκαθιδρύοντας ένα άκαμπτο καθεστώς ιδιωτικών μονοπωλίων.
Αν είχε παιδευτεί κανείς -ακόμα και μεταξύ των μεγαλύτερων εχθρών της- να ασχοληθεί έστω και ελάχιστα με το πραγματικό αποτέλεσμα της συμμετοχής στην ΕΕ, θα ήξερε τουλάχιστον την πλέον βασική αποστολή από τις απαρχές της: να απαγορεύονται όχι απλά τα κρατικά μονοπώλια, αλλά ακόμα και οι κρατικές εταιρείες που θα ήταν αρκετά ισχυρές ώστε να συγκρατήσουν τις αδηφάγες τάσεις της αγοράς. Θα ήξερε συνεπώς ότι μια πυρετώδης αντιπολίτευση που δεν αγγίζει το ίδιο το ζήτημα της ΕΕ αποτελεί εξ ορισμού κενολογία, ένα συνειδητό ή ασυνείδητο ψέμα.
Δεν είναι σίγουρο τι είναι πιο τρομακτικό: να αποκρύπτουν επιμελώς το αδύνατο των εξαγγελιών τους ή να νομίζουν ότι η ΕΕ είναι κάποιο country club και όχι ο παράγοντας που έχει καθορίσει την πολιτική της Ελλάδας, περισσότερο από κάθε επιμέρους κυβέρνηση, από το 1992 μέχρι σήμερα;
Αυτό που είναι σίγουρα ακατάληπτο είναι η απροθυμία των επίδοξων ηγετών της αντιπολίτευσης να υποσχεθούν μια διακυβέρνηση, η οποία θα τοποθετούνταν απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα ενεργητικά και όχι αφασικά ή ακόμα χειρότερα, με την πολιτική ιδιοτέλεια με την οποία σχεδιάζει ο πρωθυπουργός μας το επόμενο βήμα της καριέρας του. Εύκολα όμως γίνονται όλοι τους Μακεδονομάχοι ή Τουρκοφάγοι όταν συζητούν για την εξωτερική πολιτική, αλλά κανείς δεν θεωρεί την τοποθέτηση της χώρας απέναντι στις Βρυξέλλες μέρος αυτής. Κι ας είναι η σχέση με το πιο καταστροφικό αποτύπωμα μέχρι στιγμής.
Είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί. Άγνοια; Κάποιο βαθιά ριζωμένο κόμπλεξ πολιτισμικής υστέρησης; Τα απόνερα της αποτυχίας του 2015; Το σίγουρο είναι ότι δεν αποτελεί κάποια ριζοσπαστική ιδέα να εμφανιστεί κάποιος με επίσημη θέση της χώρας του ότι τα νεοφιλελεύθερα στοιχεία που είναι εγγεγραμμένα στην αρχιτεκτονική της ΕΕ οφείλουν να αλλάξουν. Όχι επειδή είναι κανείς a priori αντιευρωπαϊστής (που βγάζει σίγουρα περισσότερο νόημα απ’ το να είναι κανείς a priori ευρωπαϊστής), αλλά επειδή το αποτέλεσμά τους είναι να τρώνε τα σωθικά της κοινωνίας και της οικονομίας, να βαθαίνουν την πολιτική κρίση και να αφήνουν τα πράγματα να λιμνάζουν σε ένα αδιέξοδο.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις